Του Κωστή Πλάντζου

Την ακριβή ημερομηνία άφιξης των ελεγκτών αλλά, κυρίως, τις αξιώσεις τους για νέα μέτρα προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση, αναμένει να μάθει αύριο ο υπουργός Οικονομικών κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος, στη συνεδρίαση του Eurogroup σήμερα στις Βρυξέλλες – και σε 200 μέτρα απόσταση από το κτίριο όπου θα διεξαχθεί η Σύνοδος Κορυφής για το μεταναστευτικό.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ως πιθανότερη ημερομηνία επιστροφής του κουαρτέτου και επανέναρξης των συνομιλιών στην Αθήνα εκτιμάται η ερχόμενη Πέμπτη. Οι επαφές αναμένεται να κλείσουν ως τα τέλη της επόμενης εβδομάδος (στις 17 ή 18 Μαρτίου). Ουσιαστικά η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος έχει γίνει και από κάθε πλευρά έχουν υπολογίσει τι μέτρα χρειάζονται για να «βγει» ο λογαριασμός που θα σταλεί στους Έλληνες πολίτες.

Στο παζάρι όμως που θα γίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες, μπαίνουν «στο ζύγι» το δημοσιονομικό κενό, οι συντάξεις και το προσφυγικό. Ανάλογα με το «πού θα κάτσει η μπίλια» θα συμπληρωθούν τα ποσά που θα απαιτηθούν, δηλαδή αν θα κοπούν πχ κύριες συντάξεις πάνω από τα 2.000 ευρώ, όπως έλεγε αρχικά η κυβέρνηση, ή στα 1.200 που φαίνεται να είναι η νέα «κόκκινη γραμμή» ή στα 800 και χαμηλότερα όπως ζητούν οι δανειστές. Κατά τα λοιπά πάντως, στα συναρμόδια υπουργεία έχουν έτοιμα, κατά το μεγαλύτερο βαθμό, τα νομοσχέδια για να κλείσει η αξιολόγηση.

«Σύμμαχος» για το χρέος το ΔΝΤ, «αντίπαλος» στις περικοπές

Στη συνεδρίαση του Eurogroup το ελληνικό ζήτημα είναι πρώτο στην ατζέντα. Εκεί θα ακουστεί και η θέση του ΔΝΤ, το οποίο η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός έχουν στοχοποιήσει, καθώς θεωρούν ότι με τους Ευρωπαίους τα έχουν βρει στα βασικά.

Ωστόσο κυβερνητικές πηγές μέσα από την διαπραγμάτευση θεωρούν πως «η στάση του Ταμείου είναι καθαρή και ειλικρινής. Θεωρεί ότι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ δεν είναι εφικτός» και ότι χρειάζονται και άλλα μέτρα. Στη βάση αυτή, το Ταμείο δεν δείχνει πρόθυμο να «καταπιεί» μια πολιτική συμφωνία της Ελλάδας με τους Ευρωπαίους (βάζοντας στον «λογαριασμό» και το προσφυγικό), θεωρώντας πως «η άσκηση δεν λύνεται», χωρίς τουλάχιστον οι Ευρωπαίοι να προσφέρουν μια γενναία ελάφρυνση του χρέους (ώστε να μειωθεί και η ανάγκη για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%).

Ανάλογα με το προς τα πού θα γείρει η πλάστιγγα, δύο είναι τα βασικά σενάρια που θα ανοίξουν τα «σύνορα» για να επιστρέψει η Τρόικα.

Στην πρώτη περίπτωση, η κυβέρνηση θα πρέπει να υποχωρήσει πίσω από τις “κόκκινες” γραμμές που έχει χαράξει κυρίως στο Ασφαλιστικό και να αποδεχθεί τη βασική απαίτηση του ΔΝΤ για δραστική μείωση των καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων. Όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, επισημαίνουν ότι η μερική αναδίπλωση δια στόματος Πρωθυπουργού, που επαναχάραξε την “κόκκινη” γραμμή στα 1.200 ευρώ, είναι κίνηση καλής θέλησης, που στοχεύει κυρίως στην πλευρά των Ευρωπαίων, έτσι ώστε αυτοί να ασκήσουν πίεση στο Ταμείο για να εκλογικεύσει τις απαιτήσεις του. Ωστόσο παραμένει αμφίβολο αν το Ταμείο θα αρκείτο σε αυτή την υποχώρηση, καθώς οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ έχουν προ πολλού βάλει τον πήχη πολύ χαμηλότερα, στα όρια των 800 ευρώ.

Στη δεύτερη περίπτωση, τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα ανοίγουν νέο χρηματοδοτικό “κενό” και με δεδομένες τις βαριές δανειακές υποχρεώσεις κυρίως από το 2022 και μετά, καθίσταται αναγκαία μια γενναία ελάφρυνση του Χρέους. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι το όριο του 15% του ΑΕΠ που προωθούν οι Ευρωπαίοι ως “οροφή” δαπανών τοκοχρεολυσίων θα πρέπει να πέσει πολύ χαμηλότερα, ότι η μετατροπή από κυμαινόμενα σε σταθερά των επιτοκίων των δανείων του ESM είναι μονόδρομος κι ότι η περίοδος χάριτος των 20 ετών που έχει “συστήσει” το ΔΝΤ είναι η ελάχιστη. Το ζήτημα πλέον είναι να φανεί κατά πόσον είναι διατεθειμένοι να πράξουν κάτι τέτοιο οι Ευρωπαίοι και ειδικά το Βερολίνο.