Ενα «βαθύ λαρύγγι» που μίλησε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού για τις τραπεζικές χρεώσεις κρύβεται πίσω από την έφοδο της 7ης Νοεμβρίου στα κεντρικά γραφεία των τραπεζών. Η υπόθεση του καρτέλ στις ηλεκτρονικές συναλλαγές που ήδη ερευνούσε η Επιτροπή και ήταν «ώριμη», σε συνδυασμό με τον πληροφοριοδότη που άνοιξε ευρύτερα την έρευνα στο πεδίο των χρεώσεων έφεραν το ξετίναγμα των τραπεζών από την ανεξάρτητη αρχή. Αρμόδια πηγή που γνωρίζει σε βάθος την υπόθεση, δήλωσε στο «ΘΕΜΑ» πως «ήταν τόσο σοβαρή η καταγγελία που δεν μπορούσαμε να την αγνοήσουμε».

Μετά από αυτή την έφοδο τίποτα δεν θα είναι το ίδιο στο εγχώριο πιστωτικό σύστημα, καθώς ανεξάρτητα από τα ευρήματα ή μη των ερευνών, οι οποίες μπορεί να διαρκέσουν μεγάλο διάστημα, το μήνυμα θα είναι το εξής: ότι ουδείς μπορεί να σταθεί υπεράνω του νόμου και των ελεγκτικών μηχανισμών και ότι όλες οι πρακτικές των τραπεζών θα βρίσκονται διαρκώς στο μικροσκόπιο της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Η Επιτροπή χρησιμοποίησε 80 υπαλλήλους οι οποίοι, αφού ερεύνησαν ταυτόχρονα την περασμένη Πέμπτη τα γραφεία των διοικήσεων, συνέχισαν την έρευνα και την Παρασκευή στα γραφεία διευθύνσεων που εμπλέκονται με κάρτες, ψηφιακά δίκτυα κ.λπ. Η διαμάχη για τις προμήθειες που επιβλήθηκαν στις ηλεκτρονικές συναλλαγές και τη χρήση των ΑΤΜ εξελίσσεται πλέον σε ανοιχτή σύγκρουση κυβέρνησης – τραπεζών. Χωρισμένοι σε κλιμάκια των 10 ατόμων, οι υπάλληλοι της Επιτροπής εισέβαλαν ταυτόχρονα στα κεντρικά γραφεία των τραπεζών Εθνική, Εurobank, Alpha, Πειραιώς, Attica, όπως και στα γραφεία της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών (ΕΕΕ), στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης έρευνας για εναρμονισμένες πρακτικές σχετικά με τις χρεώσεις. Με πρακτικές που θύμιζαν αμερικανικές διωκτικές αρχές, παρέκαμψαν τις φρουρές ασφαλείας στις εισόδους απαγορεύοντάς τους κάθε επικοινωνία και αμέσως κατευθύνθηκαν στα γραφεία των διευθυνόντων συμβούλων και άλλων ανώτατων στελεχών.

Αλλοι ήταν στα γραφεία τους και άλλοι έλειπαν. Οπου τα στελέχη ήταν παρόντα άνοιξαν τις πόρτες δηλώνοντας την ιδιότητά τους και τους ζήτησαν να απομακρυνθούν από τα γραφεία αφήνοντας τα κομπιούτερ ανοικτά και να αποχωρήσουν χωρίς να πάρουν μαζί τους τίποτε. Οπου απουσίαζαν, τα στελέχη μπήκαν στα γραφεία ζητώντας από τις γραμματείς να ανοίξουν τους υπολογιστές. Οι έρευνες διήρκεσαν ώρες. Ανοιξαν ασφαλισμένα συρτάρια, φωριαμούς και υπολογιστές συγκεντρώνοντας κάθε είδους έγγραφα, όπως και ηλεκτρονική αλληλογραφία. Οι ελεγκτές, όπως αναφέρουν τραπεζίτες, συγκέντρωσαν μαζικά στοιχεία, αλλά ταυτόχρονα οι αναζητήσεις τους είχαν και συγκεκριμένη στόχευση σε ειδικά γεγονότα.

Οι έρευνες ήταν εξαντλητικές προς κάθε κατεύθυνση. Ζήτησαν από τους τραπεζίτες να ερευνήσουν ακόμη και τις προσωπικές επαγγελματικές τσάντες. Φωτογράφισαν ακόμη και τα post it που είχαν κολλημένα στα γραφεία τους οι γραμματείς των ανωτάτων στελεχών, ενώ πήραν και προσωπικούς υπολογιστές. Ειδικά στις γραμματείς οι ελεγκτές επέμειναν ιδιαίτερα, ζητώντας τα ημερολόγια των ραντεβού, ψάχνοντας για κοινές συναντήσεις, στόχευση που παραπέμπει στην παλαιότερη έρευνα για καρτέλ στις κατασκευές, όπου όλα ξεκίνησαν από ένα επιχειρηματικό ημερολόγιο. Σε κάποιους φέρεται ότι ζητήθηκαν ακόμη και τα κινητά τηλέφωνα, ενώ συγκέντρωσαν ηλεκτρονικά στοιχεία και έγγραφα σε βάθος διετίας. Μέχρι και φωτογραφίες από διάφορες επαγγελματικές εκδηλώσεις που είχαν οι τραπεζίτες κατάσχεσαν οι ελεγκτές.

Οι τραπεζίτες, σοκαρισμένοι αρχικά από την έφοδο, κάλεσαν τα νομικά τμήματα, αλλά οι δικηγόροι που έσπευσαν επιτόπου δεν ήταν σε θέση να κάνουν κάτι. Τα κλιμάκια της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αφού πέρασαν ώρες ψάχνοντας εξαντλητικά το κάθε γραφείο, συγκέντρωσαν το υλικό που τους ενδιέφερε. Στη συνέχεια όλα τα έγγραφα που αφαιρέθηκαν από τις τράπεζες φωτοτυπήθηκαν, σφραγίστηκαν και υπογράφηκαν από τον ελεγκτή της Επιτροπής και εκπρόσωπο της τράπεζας. Ανάλογη διαδικασία (cloning) ακολουθήθηκε και με τα ηλεκτρονικά αρχεία, όπου δημιουργήθηκαν και επιβεβαιώθηκαν ακριβή αντίγραφα. Τα τυχόν στοιχεία που αφαιρέθηκαν και δεν αφορούν την έρευνα είναι απολύτως διασφαλισμένα από την Επιτροπή. Μάλιστα το επόμενο βήμα είναι οι τραπεζίτες σε 20 ημέρες να δηλώσουν ποια από τα στοιχεία που αφαιρέθηκαν είναι προσωπικά δεδομένα ώστε να διαφυλαχθούν σε ξεχωριστό προσωρινό αρχείο.

Ο έλεγχος της Επιτροπής δεν πραγματοποιήθηκε μόνο στα γραφεία των ανωτάτων στελεχών και των γραμματέων τους. Ελέγχθηκαν και οι υπολογιστές μιας σειράς άλλων υψηλόβαθμων στελεχών. Ταυτόχρονα, έρευνα πραγματοποιήθηκε και στις διευθύνσεις λιανικής τραπεζικής, όπως και πιστωτικών καρτών. Κατά τον διήμερο έλεγχο σε κάθε τράπεζα δεκάδες ήταν τα στελέχη που ερευνήθηκαν τα γραφεία τους.

Η Επιτροπή είναι ανεξάρτητη αρχή και η έρευνα φέρεται να έγινε αυτεπάγγελτα με αφορμή τις καταγγελίες για καρτέλ στις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Ωστόσο, το γεγονός ότι η έφοδος έγινε μόλις 14 ημέρες μετά τη σύσκεψη τραπεζιτών – πρωθυπουργού στο Μαξίμου με αντικείμενο τη μείωση των τραπεζικών χρεώσεων δημιουργεί δικαιολογημένους συνειρμούς.

Οι τραπεζίτες είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι γιατί δεν περίμεναν μια τέτοια εξέλιξη. Γνωρίζουν από πείρα πως με ένα τηλέφωνο του πρωθυπουργού στον διευθύνοντα σύμβουλο κάθε τράπεζας η κρίση στις σχέσεις τους για τις προμήθειες θα μπορούσε να εκτονωθεί. Ταυτόχρονα, δεν θεωρούν ότι οι συγκρούσεις με ανταγωνιστές για τις χρεώσεις στις κάρτες που εξελίσσονται χρόνια τώρα θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν μια έρευνα αυτής της κλίμακας. «Οι συνήθεις ύποπτοι ίσως είναι μία από τις αφορμές, αλλά όχι η ουσία», λέει τραπεζίτης, και προσθέτει: «Το γόητρο των διοικήσεων καταρρακώθηκε και πίσω από αυτό υπάρχει ένα πολιτικό μήνυμα».

Οπως είπαμε, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει συντονισμένη έφοδος της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Το ίδιο ακριβώς σκηνικό, με αντικείμενο έρευνας πέντε μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, είχε επαναληφθεί στις 12 Φεβρουαρίου 2013 επειδή εφάρμοζαν εναρμονισμένη πρακτική με στόχο τη νόθευση των διαγωνισμών για δημόσια έργα. Τότε το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται όταν έφτασε στην Επιτροπή το ημερολόγιο ενός ιδιοκτήτη κατασκευαστικής, όπου κατέγραφε αναλυτικά συναντήσεις και συμφωνίες με τον ανταγωνισμό. Η υπόθεση τράβηξε σε μάκρος και τελικά έκλεισε το 2017 με την επιβολή υψηλών χρηματικών προστίμων και διοικητικών κυρώσεων, που ακόμη ταλαιπωρούν ορισμένες από τις εμπλεκόμενες εταιρείες.

Το «βαθύ λαρύγγι»

Ταυτόχρονη επιδρομή 80 υπαλλήλων της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε πέντε τράπεζες και την Ενωσή τους δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί αν η Επιτροπή δεν είχε ήδη στην κατοχή της κάποια σημαντικά στοιχεία. Ο κίνδυνος μια τέτοια επιχείρηση -που θυμίζει FBI- να εξελιχθεί σε φιάσκο είναι μεγάλος και θα έπληττε καίρια το κύρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Ταυτόχρονα, οι τράπεζες είναι ισχυροί οργανισμοί, οργανωμένοι νομικά, και διαθέτουν όλα τα απαραίτητα μέσα για να αμυνθούν. Επιπλέον, πρόσφατα ανέλαβε τη θέση του προέδρου της Επιτροπής ο καθηγητής Δικαίου Ανταγωνισμού και Δημοσίας Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, Ιωάννης Λιανός, πρόσωπο σοβαρό για να ρισκάρει με το καλημέρα έναν επαγγελματικό διασυρμό μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει ένα κυβερνητικό καπρίτσιο.

Το ένα βασικό ερώτημα, λοιπόν, είναι τι στοιχεία υπάρχουν; Πληροφορίες λένε ότι πίσω από την έφοδο στις τράπεζες υπάρχει «βαθύ λαρύγγι». Πρόκειται για στέλεχος συστημικής τράπεζας που φέρεται να έχει μιλήσει στην Επιτροπή. Μάλιστα, κατά τις ίδιες πληροφορίες, ορισμένοι τραπεζίτες έχουν γνώση της ταυτότητας του συγκεκριμένου προσώπου, όπως και των πληροφοριών που έδωσε. Να σημειωθεί ότι ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Αδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος είχε προειδοποιήσει δημόσια τις τράπεζες για καταστρατήγηση του ανταγωνισμού με τις προμήθειες, δήλωσε πως δεν γνώριζε την έφοδο. Επίσης, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας πληροφορήθηκε το γεγονός από τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχε με τους διευθύνοντες συμβούλους των τραπεζών κατά την ώρα του ελέγχου.

Το δεύτερο βασικό ερώτημα είναι πόσο αξιοποιήσιμα είναι τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Επιτροπή από τις τράπεζες στην έφοδο της Πέμπτης. Δεδομένου ότι σε κάθε τράπεζα ελέγχθηκαν αρκετά περισσότερα από 20 πρόσωπα, στα γραφεία της Επιτροπής έχουν συγκεντρωθεί έγγραφα και ηλεκτρονικές αλληλογραφίες περισσότερων από 100 προσώπων σε βάθος διετίας. Η αξιολόγηση αυτών των στοιχείων θα διαρκέσει πολλούς μήνες και είναι άγνωστο τι θα αποφέρει. Η ιστορία της Επιτροπής Ανταγωνισμού με τις τράπεζες δεν ξεκίνησε τώρα. Ηταν σε εξέλιξη από το καλοκαίρι αυτεπάγγελτη έρευνα και οι τράπεζες είχαν γίνει αποδέκτες ερωτηματολογίων από την Επιτροπή για το ύψος των προμηθειών και τα επιτόκια προκειμένου να διερευνηθούν τυχόν συνεννοήσεις μεταξύ τους. Η απόσταση όμως από τα ερωτηματολόγια ως την έφοδο στα γραφεία είναι πολύ μεγάλη και προφανώς ο καταλύτης που οδήγησε στην επιθετική κλιμάκωση των ενεργειών από την πλευρά της Επιτροπής είναι οι… εξομολογήσεις που έκανε το «βαθύ λαρύγγι». Αν τα στοιχεία της εφόδου τεκμηριώσουν τα όσα ισχυρίζεται το «βαθύ λαρύγγι», τότε είμαστε μόλις στην αρχή της ιστορίας.

Οι προμήθειες

Το καλοκαίρι του 2018 το διεθνές σύστημα καρτών εξέδωσε οδηγία προς τις ελληνικές τράπεζες να εξομοιώσουν την προμήθεια DAF (Direct Access Fee) που επέβαλαν στους κατόχους ξένων καρτών, επικαλούμενο το κοινοτικό δίκαιο περί ίσης μεταχείρισης των Ευρωπαίων πολιτών. Δηλαδή ένας τουρίστας για να σηκώσει χρήματα από το ελληνικό ΑΤΜ πλήρωνε 2,5 ευρώ ενώ ένας Ελληνας καταθέτης 1,6 ευρώ. Σε εφαρμογή λοιπόν της Κοινοτικής Οδηγίας 924, οι τράπεζες από τις αρχές του περασμένου Ιουλίου εξομοίωσαν προς τα επάνω τις προμήθειες ανάληψης από ΑΤΜ άλλων τραπεζών. Δηλαδή όλοι πληρώνουμε 2,5 ευρώ όπως πλήρωνε και ο τουρίστας. Ταυτόχρονα, σταδιακά επιβλήθηκαν και διάφορες άλλες χρεώσεις σε ηλεκτρονικές συναλλαγές, σε υπηρεσίες (αλλαγή PIN, αντικατάσταση χρεωστικής κάρτας κ.λπ.) ακόμη και στα ΑΤΜ.

Το θέμα άρχισε να αποκτά και πολιτικές διαστάσεις. Τον Οκτώβριο οι βουλευτές του ΚΙΝ.ΑΛ. Μιχάλης Κατρίνης και Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος έκαναν επερωτήσεις στη Βουλή, ενώ ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης κατέθεσε ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το αν οι χρεώσεις είναι σύννομες. Ο κ. Γεωργιάδης απαντώντας στη Βουλή είπε ότι ελέγχονται από τις αρμόδιες αρχές οι τράπεζες για τυχόν καταχρηστικές χρεώσεις, σημειώνοντας: «Εξετάζουμε πολύ προσεκτικά τυχόν εναρμονισμένες πρακτικές ιδίως των 3 από τις 4 συστημικές τράπεζες. Εγώ είμαι έτοιμος να στείλω προσωπικά καταγγελίες. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα επιβάλλει αυστηρά πρόστιμα αν διαπιστωθούν παραβάσεις». Και κατέληξε: «Οχι, δεν θα κάνουν οι τράπεζες ό,τι θέλουν στην Ελλάδα», ξεκαθαρίζοντας ότι η κυβέρνηση εξετάζει τα πάντα και θα λάβει αν χρειαστεί πρωτοβουλίες, πάντα εντός του θεσμικού πλαισίου και των ορίων που προβλέπει η νομοθεσία.

Αρμόδια πηγή που γνωρίζει όλο το παρασκήνιο -και με την οποία επικοινώνησε το «ΘΕΜΑ»- δήλωσε πως «είναι τόσο σοβαρή η καταγγελία, που δεν μπορούσαμε να την αγνοήσουμε». Η δήλωση αυτή ουσιαστικά επιβεβαιώνει ότι πίσω από την έφοδο που έγινε την Πέμπτη στα γραφεία διοίκησης των τραπεζών υπάρχει το «βαθύ λαρύγγι» που έχει δώσει στοιχεία. Οι τράπεζες μπορεί λόγω των καταθέσεων να διασώθηκαν από τη χρεοκοπία της χώρας, ωστόσο βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση. Ουσιαστικά, το υγιές κομμάτι του δανειακού χαρτοφυλακίου είναι 75 δισ., η πιστωτική επέκταση είναι αρνητική και διεθνώς τα επιτόκια έχουν πάρει την κατιούσα. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι τράπεζες με αδυναμίες στην κεφαλαιακή διάρθρωση και λόγω της αδικαιολόγητης πίεσης που ασκεί η ΕΚΤ να καθαρίσουν εδώ και τώρα τα κόκκινα δάνεια είναι υποχρεωμένες να αυξήσουν τα έσοδά τους.

Τραπεζικές χρεώσεις υπάρχουν και σε αρκετές άλλες χώρες. Στη Γαλλία για παράδειγμα αν ο πελάτης χάσει την κάρτα του πληρώνει 15 ευρώ για αντικατάσταση. Στην Ιταλία η αντίστοιχη χρέωση είναι 4 ευρώ. Στη Γερμανία και στην Ισπανία άλλες τράπεζες έχουν χρεώσεις και άλλες όχι, ενώ υπάρχουν και χώρες όπου οι τράπεζες δεν επιβάλλουν χρεώσεις, όπως στη Σκανδιναβία.

Είναι γεγονός ότι οι χρεώσεις των ελληνικών τραπεζών ήταν χαμηλές και υπήρχε περιθώριο λογικών αυξήσεων. Είναι, όμως, επίσης γεγονός πως έγιναν υπερβολές και επιβλήθηκαν ακριβές και άδικες χρεώσεις, όπως στην αλλαγή ΡΙΝ, στις ερωτήσεις υπολοίπου στα ΑΤΜs, στην αύξηση της προμήθειας στα 2,5 ευρώ για ανάληψη (π.χ. 20 ευρώ) από ΑΤΜ άλλης τράπεζας κ.λπ.

Οι τραπεζίτες χαρακτηρίζουν την έφοδο της 7ης Νοεμβρίου «επικοινωνιακό σόου εντυπώσεων» και υποστηρίζουν ότι από την έρευνα δεν θα διαπιστωθούν εναρμονισμένες πρακτικές. Σε μια ολιγοπωλιακή αγορά, λένε, είναι φυσικό οι κινήσεις της μιας τράπεζας να αντανακλούν και στις άλλες, καθώς γίνεται προσπάθεια προσαρμογής στα δεδομένα της αγοράς. Ωστόσο, η ταυτόχρονη έφοδος στα διοικητικά άβατα των τραπεζών είναι σοβαρή ενέργεια και δεν πραγματοποιείται για επικοινωνιακούς λόγους ή τουλάχιστον μόνο γι’ αυτούς. Οπως φάνηκε και από τις αρχικές αντιδράσεις των τραπεζών στο σχέδιο «Ηρακλής» για τα κόκκινα δάνεια, το οποίο εγκρίθηκε σε χρόνο-ρεκόρ έξι εβδομάδων, η κυβέρνηση έχει το δικό της πλάνο για τις τράπεζες, του οποίου μέχρι στιγμής έχουν αποκαλυφθεί μόνο τα πρώτα στάδια, και είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει, αδιαφορώντας αν το παπούτσι που σχεδίασε το Μαξίμου πέφτει στενό στους τραπεζίτες.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού

Για τους ελέγχους στις τράπεζες η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξέδωσε την Παρασκευή ανακοίνωση υπό τον τίτλο «Αιφνιδιαστικοί έλεγχοι της Επιτροπής Ανταγωνισμού στον τραπεζικό τομέα», στην οποία αναφέρονται τα εξής:

«Στις 7 και 8 Νοεμβρίου του 2019 στελέχη της Επιτροπής Ανταγωνισμού διενήργησαν προσχεδιασμένους, εδώ και πολλές εβδομάδες, διαδοχικούς αιφνιδιαστικούς ελέγχους, στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης έρευνας καθώς και σε συνέχεια σχετικών καταγγελιών, στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τραπεζικό κλάδο.

Οι έλεγχοι αφορούσαν ανησυχίες της Επιτροπής Ανταγωνισμού ότι οι ερευνώμενες επιχειρήσεις μπορεί να έχουν εμπλακεί σε αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές οριζόντιας σύμπραξης ή πρακτικές αποκλεισμού στην παροχή τραπεζικών υπηρεσιών και υπηρεσιών πληρωμών κατά παράβαση των διατάξεων του Ν. 3959/2011 για την προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού, καθώς και των άρθρων 101 και 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΛΕΕ). Οι αιφνιδιαστικοί έλεγχοι είναι ένα προκαταρκτικό βήμα σε περίπτωση που υπάρχουν ενδείξεις αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών.

Η διεξαγωγή τέτοιων ελέγχων δεν προδικάζει ότι οι επιχειρήσεις έχουν εμπλακεί σε αντι-ανταγωνιστική συμπεριφορά ούτε προδικάζει το αποτέλεσμα της έρευνας.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού σέβεται πλήρως τα δικαιώματα άμυνας, ιδίως το δικαίωμα ακρόασης των ελεγχόμενων επιχειρήσεων».