Το στοίχημα για τουριστικές εισπράξεις πάνω από τα 23 δισ. ευρώ από τα 21,6 δισ. ευρώ του 2024, συμπεριλαμβανομένης της κρουαζιέρας, φαίνεται να κερδίζει φέτος ο ελληνικός τουρισμός, με την πρόβλεψη των τουριστικών φορέων σε επίπεδο αφίξεων να κάνει λόγο για ένα νούμερο πέριξ των 42 εκατομμυρίων ταξιδιωτών από τα 40,7 του 2024.

Ηδη, στο εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2025 τα επίσημα νούμερα από την Τράπεζα της Ελλάδος κατέγραψαν τουριστικές εισπράξεις ύψους 20,13 δισ. ευρώ, με άνοδο κατά 9% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό εννεάμηνο, με μείωση εσόδων όμως 3,6% τον Σεπτέμβριο. Εστω και αν η πτώση του Σεπτεμβρίου αποτέλεσε έκπληξη για τους τουριστικούς φορείς αναζητώντας τώρα τις αιτίες, η εκτίμηση για τις εισπράξεις το τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς, το διάστημα Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου, παραπέμπει σε ένα νούμερο εσόδων πέριξ των 3 δισ. ευρώ. Εξ ου και το σύνολο τελικά των εισπράξεων εκτιμάται μεταξύ 23-23,5 δισ. ευρώ, με σημαντική φέτος και τη συμβολή της κρουαζιέρας: η κρουαζιέρα συνεχίζει το θετικό σερί από το 2024, οπότε οι συνολικές εισπράξεις από τους επιβάτες αυξήθηκαν στο 1 δισ. ευρώ, κατά 22,4% σε σχέση με το 2023. Οι φετινοί ρυθμοί ανόδου είναι αντίστοιχοι: στο +19,5% και ήδη στο εννεάμηνο οι εισπράξεις έχουν αγγίξει το 1 δισ. ευρώ (984 εκατ. ευρώ).

Τα φετινά παράδοξα

Το 2025, λοιπόν, αφήνει θετικό αποτύπωμα, με αρκετά όμως σκαμπανεβάσματα στις κρατήσεις, αλλά και εκπλήξεις επί τα βελτίω μέσα στο καλοκαίρι ή επί τα χείρω, τώρα, μέσα στο φθινόπωρο. Στην καρδιά του καλοκαιριού ήταν χαρακτηριστική η γενικότερη αίσθηση στους προορισμούς από ξενοδόχους και καταστηματάρχες για πτώση μέσα στον Ιούλιο, που διαψεύστηκε όμως ευχάριστα από τα επίσημα νούμερα της ΤτΕ με ιστορικό ρεκόρ εσόδων άνω των 4,5 δισ. ευρώ. Παρά το γεγονός ότι ένα μέρος της αύξησης αποδίδεται στον πληθωρισμό, η άνοδος ήταν διψήφια, στο +15% σε σύγκριση με τον Ιούλιο του 2023.

Ακριβώς το αντίθετο συνέβη τώρα στα στοιχεία του Σεπτεμβρίου, που παραπέμπουν σε πτώση των εισπράξεων κατά 3,6% έναντι του αντίστοιχου μήνα του 2024 και αύξηση της κίνησης αντίστοιχα κατά 3,6%, στα 5,58 εκατομμύρια ταξιδιώτες, προκαλώντας επίσης έκπληξη στους ανθρώπους του κλάδου. Κι αυτό γιατί ενώ η ΤτΕ διαπιστώνει πτώση στα έσοδα, από την άλλη οι αφίξεις γενικότερα μέσα στο φθινόπωρο έχουν ανέβει, με περαιτέρω άνοδο και τον Οκτώβριο, ενώ η μέση τιμή στα ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα με βάση τα επίσημα στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) ανέβηκε επίσης στα 155 ευρώ (από 147 ευρώ) τον Σεπτέμβριο και στα 116 ευρώ (από 114 ευρώ) τον Οκτώβριο. Επιπλέον, οι ίδιοι οι ξενοδόχοι μιλούν για μια «τουριστική σεζόν που μεταφέρθηκε προς τα τέλη του έτους με εντυπωσιακές επιδόσεις τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στη συνέντευξή του στο protothema.gr την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, Γιάννης Χατζής. Επιμήκυνση καταγράφουν και τα στοιχεία των αεροδρομίων, που διαπιστώνουν επίσης άνοδο στη διεθνή κίνηση: στο +6,3% για το «Ελευθέριος Βενιζέλος» τον Οκτώβριο και +6,6% τον Σεπτέμβριο και +5,3% τον Οκτώβριο και +3,1% για τον Σεπτέμβριο στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια υπό τη Fraport Greece.

Παρ’ όλα αυτά, όπως προαναφέρθηκε, ο πρώτος μήνας του φθινοπώρου είχε μείωση στις συνολικές εισπράξεις, όπως αυτές καταγράφονται από την ΤτΕ, κατά 3,6%, στα 3,42 δισ. ευρώ από 3,55 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2024, και ακόμη μεγαλύτερη πτώση, σχεδόν κατά 8% στη μέση δαπάνη ανά ταξίδι, στα 574 ευρώ από τα 623 ευρώ του Σεπτεμβρίου του 2024, κάτι που σίγουρα δεν ανέμενε η ίδια η αγορά.

Ξοδεύουν λιγότερα

Ενα πρώτο συμπέρασμα από την επεξεργασία των στοιχείων της ΤτΕ είναι ότι βασικές αγορές της χώρας κατέγραψαν «βουτιά» στη μέση δαπάνη, με βασικότερη την πολύ δυνατή για τον ελληνικό τουρισμό Γερμανία, που είχε μεν αύξηση στην εισερχόμενη κίνηση τον Σεπτέμβριο του 2025 κατά 10,2% (951 χιλιάδες ταξιδιώτες), αλλά πτώση στις εισπράξεις κατά 28,3% (477 εκατ. ευρώ). Αντίστοιχα η Γαλλία, ενώ είχε 42% αύξηση στις αφίξεις (286 χιλιάδες ταξιδιώτες) και 20% αύξηση στις συνολικές εισπράξεις, σημείωσε τελικά επίσης μία μείωση της μέσης δαπάνης ανά ταξιδιώτη κατά 16%. Εντυπωσιακή ήταν και η μείωση της δαπάνης μέσα στον Σεπτέμβριο των γαλαντόμων ή αλλιώς «big spenders» Αμερικανών ταξιδιωτών που παραδοσιακά ξοδεύουν περισσότερα.

Στην προκειμένη περίπτωση, ενώ η ταξιδιωτική κίνηση από τις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 3%, στις 195 χιλιάδες ταξιδιώτες, οι εισπράξεις από τη συγκεκριμένη αγορά έπεσαν σχεδόν κατά 20%, στα 225 εκατ. ευρώ, οδηγώντας επίσης σε διψήφια μείωση της μέσης δαπάνης ανά ταξιδιώτη. Ως μία από τις ενδεχόμενες αιτίες της πτώσης στις αρχές του φθινοπώρου, ειδικά από παραδοσιακές μεγάλες αγορές εισερχόμενου τουρισμού για τη χώρα, οι τουριστικοί φορείς εκτιμούν ότι μπορεί να είναι αυτό για το οποίο είχαν εκφράσει ανησυχία ήδη από τις αρχές του 2025 ως προς τις πιέσεις στα εισοδήματα φέτος των ταξιδιωτών όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη λόγω πληθωρισμού και ακρίβειας. Μετά το τέλος του καλοκαιριού, αυτό ενδεχομένως να είναι πολύ πιο έντονο εν όψει ενός δύσκολου χειμώνα.

Μία ακόμη αιτία μπορεί να εστιάζει στα περισσότερα ταξίδια μεν, με πολύ μικρότερη διάρκεια και παραμονή στους προορισμούς δε, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη μέση δαπάνη ανά ταξίδι που εκ των πραγμάτων θα είναι χαμηλότερη. Επισημαίνεται εδώ ότι με βάση τα στοιχεία των αφίξεων από τα αεροδρόμια που επεξεργάζεται το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), συμπεριλαμβανομένου του Οκτωβρίου, την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2025 καταγράφηκαν 26,2 εκατομμύρια διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, αυξημένες κατά 5,6% ή αλλιώς κατά 1,4 εκατομμύριο περισσότερες σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Το τελευταίο τρίμηνο του 2025 ξεκίνησε επίσης ανοδικά, με τον Οκτώβριο να καταγράφει 2,5 εκατομμύρια διεθνείς αφίξεις, αυξημένες κατά 151 χιλιάδες ή +6,6% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024.

Ζητείται σχέδιο

Ανεξαρτήτως των παράδοξων, τα οποία αποτυπώνουν σε μεγάλο βαθμό οι τουριστικοί φορείς επαναλαμβάνοντας πως ο κλάδος τους είναι ο πλέον ευάλωτος σε εξωτερικές παραμέτρους (πιέσεις στα εισοδήματα, γεωπολιτική αστάθεια, ακρίβεια), το 2025 αναμένεται να αποτελέσει το νέο σημείο αναφοράς για τον ελληνικό τουρισμό. Με το βλέμμα τώρα στο 2026, είναι περισσότερο ζητούμενο από ποτέ ένας πιο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός, κάτι που δεν παύει να επαναλαμβάνει σύσσωμος ο κλάδος και ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Παράσχης, εστιάζοντας σε θέματα υποδομών με προσαρμογή και στην κλιματική αλλαγή, διαχείρισης προορισμών, χωροταξικού σχεδιασμού, αξιοποίησης της τεχνολογίας και της Τεχνητής Νοημοσύνης, ρύθμισης αρμοδιοτήτων του κεντρικού κράτους και Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ο πρόεδρος της ΠΟΞ την περασμένη εβδομάδα μιλώντας για τον κλάδο είπε ότι είναι «σε αυτόματο πιλότο» με «ουσιαστική έλλειψη σε θεσμική προσοχή».

Aπό κυβερνητικής πλευράς, πάντως, την περασμένη εβδομάδα και διά στόματος του ίδιου του πρωθυπουργού στην εκδήλωση του υπουργείου Τουρισμού με τίτλο «Ο τουρισμός αλλάζει, η Ελλάδα πρωταγωνιστεί», παρουσία της υπουργού Τουρισμού Ολγας Κεφαλογιάννη και του Ευρωπαίου επίτροπου για τις Βιώσιμες Μεταφορές και τον Τουρισμό, Απόστολου Τζιτζικώστα, ανακοινώθηκε ότι το πρώτο εξάμηνο του 2026 θα είναι έτοιμη η Λευκή Βίβλος για τον κλάδο, «το στρατηγικό μας σχέδιο για τον τουριστικό μας μετασχηματισμό την πενταετία 2030-2035».

«Το πρώτο εξάμηνο του 2026 θα συμπέσει με την ευρωπαϊκή στρατηγική για τον τουρισμό και θα αποτελέσει τον χάρτη των επόμενων κινήσεών μας. Μαζί με το εξαιρετικά κρίσιμο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό, το οποίο βρίσκεται στην τελική φάση της διαβούλευσης και θα καταρτιστεί σε συνεννόηση με τους φορείς του τουρισμού, οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλύτερα τις ευκαιρίες, αλλά και τις προκλήσεις που σήμερα αναδύονται, αλλά βέβαια και σε συνδυασμό με την επικείμενη λειτουργία των Οργανισμών Διαχείρισης Προορισμών, το τοπίο για τον ελληνικό τουρισμό θα ξεκαθαρίσει ουσιαστικά», ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Η Λευκή Βίβλος που θα παρουσιαστεί το πρώτο εξάμηνο της επόμενης χρονιάς θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης και δυναμικής του ελληνικού τουρισμού την περίοδο 2030-2035, την προσδοκώμενη τουριστική ζήτηση, την προσφορά και τις τάσεις της διεθνούς αγοράς, την εκπόνηση μελετών εξειδίκευσης της στρατηγικής, π.χ. για τη διαχείριση επαυξημένης ζήτησης σε δημοφιλείς προορισμούς, τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη σε προορισμούς με χαμηλή τουριστική δραστηριότητα, μελέτη για την αγορά εργασίας στον τουριστικό τομέα. Επιπλέον, στη Λευκή Βίβλο θα γίνεται εκτενής αναφορά στην εκπόνηση της στρατηγικής για τον μετασχηματισμό και την ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού την περίοδο 2030-2035, εστιάζοντας σε επιμέρους θεματικές ενότητες που σχετίζονται με την ανάπτυξη νέων, σύγχρονων «τουριστικών προϊόντων», την αξιοποίηση των νέων ψηφιακών μέσων για την εξυπηρέτηση των αναγκών των επισκεπτών, την εκπαίδευση των εργαζομένων στα νέα μέσα, την ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, την αξιοποίηση των ψηφιακών δεδομένων και πληροφοριών αναφορικά με τον τουρισμό.

Τα νούμερα των ξενοδοχείων

Στη συμβολή του κλάδου, αλλά και ειδικά της φιλοξενίας, αναφέρονται και τα στοιχεία που έχει επεξεργαστεί το ΙΤΕΠ για λογαριασμό του ΞΕΕ, προτάσσοντας την αναβάθμιση του ξενοδοχειακού δυναμικού. Ενδεικτικά, κατά τη δεκαετία 2015-2024 το ξενοδοχειακό δυναμικό αναβαθμίστηκε, με τα ξενοδοχεία 5* να υπερδιπλασιάζονται (+103%) φτάνοντας τις 835 μονάδες, τα ξενοδοχεία 4* και 3* να καταγράφουν αύξηση 43% και 23%, αντίστοιχα, ενώ μείωση κατά 20% περίπου κατέγραψαν τα ξενοδοχεία 2* και 1*.

Οπως επισημαίνεται, η φιλοξενία δημιουργεί αλυσίδες αξίας αφού για κάθε 1 ευρώ παραγόμενου προϊόντος από τον ξενοδοχειακό κλάδο αυξάνει κατά 1,55 ευρώ το συνολικό προϊόν της ελληνικής οικονομίας, ενώ κάθε 1 εκατ. ευρώ που παράγεται από τον κλάδο οδηγεί στη δημιουργία 30 θέσεων εργασίας, έναντι 18 που δημιουργούν κατά μέσο όρο οι υπόλοιποι κλάδοι. Οι ελλείψεις προσωπικού στα ξενοδοχεία τη φετινή τουριστική σεζόν μειώθηκαν στο 14% από 23% το 2022, γεγονός το οποίο αποδίδεται στα πιο σφιχτά οργανογράμματα που έχουν ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια οι ξενοδόχοι ακριβώς λόγω του ζητήματος των ελλείψεων που αντιμετωπίζουν. Σημειωτέον ότι με βάση τα επίσημα στοιχεία η απασχόληση μόνο στον κλάδο της φιλοξενίας ξεπέρασε τις 198 χιλιάδες θέσεις εργασίας το 2024. Την περσινή χρονιά ο τζίρος των ξενοδοχείων ήταν 11,5 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 8,5% σε σχέση με το 2023, ενώ στο 1,03 δισ. ευρώ υπολογίστηκαν πέρυσι οι δαπάνες για επενδύσεις σε επισκευές, ανακαινίσεις και συντηρήσεις, με ένα 20% των επενδύσεων αυτών να αφορούν σε δράσεις βιωσιμότητας.

Η πολλαπλασιαστική δυναμική της φιλοξενίας για την ανάπτυξη αποτυπώνεται κάθε χρόνο στο εθνικό ΑΕΠ και τα οφέλη της επιμερίζονται σε όλο σχεδόν το φάσμα της πραγματικής οικονομίας. Χαρακτηριστικά, το 44% των εισοδημάτων που δημιουργούν τα ξενοδοχεία κατανέμεται σε άλλους παραγωγικούς κλάδους. Η φιλοξενία συνδέεται με την πρωτογενή παραγωγή και τη μεταποίηση: το 74% της συνολικής δαπάνης για την προμήθεια τροφίμων και ποτών των ξενοδοχείων αφορά σε ελληνικά προϊόντα, ενώ το 97% των κρασιών και το 80% της μπίρας που καταναλώνεται στα ξενοδοχεία είναι ελληνικά. Επιπλέον, ο κλάδος στηρίζει καταλυτικά την οικοδομή, αφού μόνο για ανακαινίσεις και συντηρήσεις τα ελληνικά ξενοδοχεία επενδύουν κατά μέσο όρο 800 εκατ. ευρώ ετησίως.

Επίσης, ενδυναμώνει το τοπικό εμπόριο και τις υπηρεσίες υπηρετώντας την περιφερειακή ανάπτυξη ακόμη και στις πιο ακριτικές περιοχές. Το 93% των ξενοδοχείων συνεργάζεται με την τοπική αγορά και το 71% των δαπανών για υπηρεσίες τροφοδοτεί τοπικές επιχειρήσεις. Συμβάλλει μάλιστα καθοριστικά στην εξισορρόπηση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών της ελληνικής οικονομίας, αφού κάθε 1 δισ. ευρώ παραγόμενου προϊόντος από τον ξενοδοχειακό κλάδο συνεπάγεται τη βελτίωση του ισοζυγίου κατά περίπου 552 εκατ. ευρώ.

Διαβάστε ακόμη 

Ράλι στην κτηματαγορά: Στο 3,1 δισ. ευρώ το 2025 οι αγοραπωλησίες ακινήτων

Aθήνα: Αμείωτο το ενδιαφέρον των διεθνών ξενοδοχειακών αλυσίδων – Η άνοδος των αφίξεων, αλλά και το έλλειμμα υποδομών (γραφήματα)

Αλγερία, ο «αθόρυβος» ενεργειακός εταίρος της Ευρώπης – Στρατηγικό άνοιγμα προς την Ελλάδα

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα