Ουκρανική κρίση και ακρίβεια βάζουν τώρα διαφορετικές ταχύτητες στα ταξίδια των Ευρωπαίων, ανάλογα με τη χώρα, και μεταθέτουν προς τα πίσω τις κρατήσεις για το καλοκαίρι του 2022. Tην ίδια στιγμή, η παράμετρος της πανδημίας παραμένει μεν στο κάδρο, αλλά έρχεται σε δεύτερη μοίρα, πολύ περισσότερο δε που τώρα χαλαρώνουν σταδιακά οι ταξιδιωτικοί και λοιποί περιορισμοί ανά την Ευρώπη.

Από τις δημοφιλείς τουριστικές αγορές της Μεσογείου, η Ελλάδα μαζί με την Ισπανία βρίσκονται μεν στις πρώτες θέσεις των αναζητήσεων του κοινού, ωστόσο δείχνουν σε αυτή τη συγκυρία χαμηλότερη ροή όσον αφορά τις νέες κρατήσεις, με θετικό πάντως το γεγονός ότι καταγράφονται ελάχιστες ακυρώσεις. Πιο ανθεκτικές τώρα εμφανίζονται η επίσης πολύ δημοφιλής ιταλική και η γαλλική αγορά, όπου η ροή των νέων κρατήσεων παραμένει πιο ικανοποιητική.

Σε κάθε περίπτωση κι ενώ προ της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία η εκκίνηση της σεζόν για τη χώρα μας αναμενόταν φέτος νωρίτερα και μάλιστα «με την προσδοκία για έναν πολύ καλύτερο Απρίλιο, τώρα οι εκτιμήσεις για υψηλότερες πληρότητες μετατίθενται για τον Μάιο, όπου ειδικά η νότια Ελλάδα και προορισμοί όπως το Ηράκλειο, η Ρόδος, η Κως και στο Ιόνιο η Κέρκυρα δείχνουν σημαντική δυναμική. Στη βόρεια Ελλάδα και τους λοιπούς προορισμούς αναμένουμε καλύτερες πληρότητες αργότερα», σχολιάζει ο κ. Γρηγόρης Τάσιος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ).

Το κλίμα στην Ευρώπη αποτυπώνει και η τελευταία έρευνα που διεξήχθη μεταξύ των Συνδέσμων-μελών της ECTAA, του ευρωπαϊκού φορέα που εκπροσωπεί τον οργανωμένο τουρισμό, με αφορμή και την προσπάθεια για τη συλλογική διαχείριση των επιπτώσεων της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία σε ό,τι έχει να κάνει με τον ευρωπαϊκό τουρισμό. Οπως προκύπτει, για το ταξιδιωτικό κοινό στην Ευρώπη υπάρχει δισταγμός των καταναλωτών να κλείσουν τώρα τις διακοπές τους για τα 2/3 των ευρωπαϊκών προορισμών με επιβράδυνση του ρυθμού νέων κρατήσεων σε προορισμούς όπως οι Ελλάδα, Ισπανία, Κροατία, Γερμανία, Αυστρία, Λετονία, Ουγγαρία, Τσεχία, Σουηδία. Εξαίρεση αποτελούν η Γαλλία και η Ιταλία, όπου τα επίπεδα των κρατήσεων έχουν παραμείνει σταθερά μέσα στον Μάρτιο, ενώ πλήρης παύση της ζήτησης για ταξίδια καταγράφεται στις κοντινές στην Ουκρανία χώρες και σε αγορές όπως η Πολωνία, η Φινλανδία και η Βουλγαρία.

Οι 4 παράγοντες ανησυχίας

Από την έρευνα προέκυψαν και τέσσερις βασικοί παράγοντες που δημιουργούν τώρα προβληματισμό στην αγορά, όπως επισημαίνει στο «business stories» ο πρόεδρος της Επιτροπής Τουρισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης Ταξιδιωτικών Γραφείων και Τour Οperators – ECTAA, Νίκος Κελαϊδίτης: «Πρώτος παράγοντας είναι η αύξηση των τιμών ενέργειας και το πώς τελικά αυτή θα επηρεάσει το κόστος μετακίνησης», επισημαίνει ο ίδιος, με τις εκτιμήσεις του κλάδου να αναφέρουν ότι επί του παρόντος το κόστος των ταξιδιών αναμένεται να αυξηθεί μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2022, καθώς μέχρι αυτή τη στιγμή οι αεροπορικές εταιρείες έχουν καταφέρει να συγκρατήσουν τις ανατιμήσεις στα εισιτήρια ως αποτέλεσμα της αύξησης των τιμών των καυσίμων.

«Δεύτερος παράγοντας είναι το αίσθημα της ανασφάλειας που επανέρχεται διαφορετικά τώρα σε σύγκριση με την περίοδο της πανδημίας, η μείωση της αγοραστικής δύναμης των Ευρωπαίων καταναλωτών και το γενικότερο περιβάλλον οικονομικής αστάθειας. Ο τρίτος παράγοντας ανησυχίας, όπως προέκυψε από την έρευνα στα μέλη της ECTAA, σχετίζεται με τον προβληματισμό του ταξιδιωτικού κοινού στις πιο μακρινές αγορές, εκτός Ευρώπης -π.χ. στην πολύ σημαντική αγορά των ΗΠΑ- ότι γενικότερα οι ευρωπαϊκοί προορισμοί μπορεί να μην είναι τόσο ασφαλείς σε αυτή τη συγκυρία λόγω του Ουκρανικού.

Σε συνέχεια ακριβώς αυτού του προβληματισμού έρχεται η τέταρτη παράμετρος που έχει να κάνει με το κατά πόσο η τουριστική βιομηχανία στις πιο μακρινές αγορές, της Αμερικής, του Καναδά, της Αυστραλίας (σ.σ.: από τις οποίες φέτος η Ελλάδα έχει και υψηλές προσδοκίες ακριβώς λόγω της επανεκκίνησης των πτήσεων και της αύξησης της συνδεσιμότητας) θα στρέψουν το κοινό σε άλλους πιο κοντινούς τους προορισμούς».

Διαφορετικές ταχύτητες ανά αγορά

Οπως επισημαίνει ο κ. Κελαϊδίτης, τα ταξιδιωτικά γραφεία καταγράφουν διαφορετικές «ταχύτητες» ανά ευρωπαϊκή αγορά και ανά προορισμό. Το γεγονός ότι η Ιταλία και η Γαλλία συνεχίζουν να δέχονται ικανοποιητικές κρατήσεις σε σχέση με άλλους προορισμούς στη Μεσόγειο, «ενδεχομένως να οφείλεται και στο ότι έχουν αυξημένη συνδεσιμότητα με πολλά δρομολόγια από μακρινούς προορισμούς, όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία», πέραν του ότι αποτελούν ούτως ή άλλως πολύ δημοφιλείς προορισμούς.

Μία ακόμη παράμετρος που έχει ενδιαφέρον και την καταγράφουν τόσο οι αεροπορικές εταιρείες όσο και οι ξενοδόχοι έχει να κάνει με τις κρατήσεις από κάθε ευρωπαϊκή αγορά αυτή την περίοδο, εστιάζοντας αυτή τη φορά στους ελληνικούς προορισμούς. Ενδεικτικά, οι Γάλλοι που βρίσκονται πλέον στο τοπ των πιο δυνατών αγορών εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα εμφανίζονται πιο πρόθυμοι και εξακολουθούν να κλείνουν σε αυτή τη συγκυρία αεροπορικά εισιτήρια.

Σαφώς πιο προβληματισμένοι δείχνουν οι Γερμανοί (σ.σ.: η πρώτη τουριστική αγορά για την Ελλάδα), όπου το θέμα του πολέμου στην Ουκρανία έχει αποτυπωθεί στα… ράφια των σούπερ μάρκετ με την αύξηση πωλήσεων προϊόντων μακράς διάρκειας και έχει επηρεάσει αναπόφευκτα και τις κρατήσεις αυτής της περιόδου, όπως επιβεβαιώνει και ο κ. Τάσιος: «Τα ταξίδια είναι σε μεγάλο βαθμό και ψυχολογία και είναι ενδεικτικό ότι η πολωνική αγορά, που στήριξε σε μεγάλο βαθμό τον ελληνικό τουρισμό μέσα στην πανδημία ανεβαίνοντας στο top 5, αυτή τη στιγμή δεν πραγματοποιεί κρατήσεις στην Ελλάδα, γιατί η Πολωνία δέχεται μεγάλο προσφυγικό κύμα». Σημειωτέον ότι η Πολωνία ήταν ήδη προ πανδημίας από τις ανερχόμενες αγορές εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα με διψήφια αύξηση επισκεπτών κατά 14,1% την περίοδο 2017- 2019, φθάνοντας προ κορωνοϊού τις 852.000, ενώ τη διετία 2020-2021 η πολωνική αγορά ανέβηκε στο top 5 των σημαντικότερων αγορών για τη χώρα μας.

Αντίστοιχα και η Ρουμανία, η οποία τροφοδοτεί και τον οδικό τουρισμό, εμφανίζεται σε αυτή τη συγκυρία «μουδιασμένη», πιθανότατα και για λόγους ψυχολογίας, δεδομένου ότι επίσης δέχεται αυξημένες προσφυγικές ροές. Το αντίθετο συμβαίνει στην περίπτωση των Βρετανών, τη δεύτερη αγορά για τη χώρα μας, απ’ όπου η ροή των κρατήσεων συνεχίζεται και βοηθά σε αυτό και η περαιτέρω άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών μέσα στον Μάρτιο, στο πλαίσιο και της νέας στρατηγικής της βρετανικής κυβέρνησης να «εκπαιδευτούν» οι Βρετανοί να ζουν με τον ιό («Living with COVID»), δεδομένων και των ικανοποιητικών ποσοστών εμβολιασμού με άνω του 67% για την τρίτη δόση και στο 86% με τη δεύτερη. Σημειώνεται ότι με βάση τα στοιχεία από την Ενωση Βρετανών Ταξιδιωτικών Πρακτόρων (ABTA) πάνω από 1 στους 2 Βρετανούς, ή αλλιώς ποσοστό 57%, έχουν κάνει κρατήσεις για ταξίδια στο εξωτερικό το επόμενο δωδεκάμηνο. Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα και Τουρκία παραμένουν σταθερά στις πρώτες θέσεις των προτιμήσεων των Βρετανών.

Ως προς τις λοιπές πιο μακρινές αγορές, η εγχώρια τουριστική βιομηχανία θεωρεί πολύ σημαντικό φέτος το γεγονός της αυξημένης συνδεσιμότητας για τη θερινή περίοδο με το αεροδρόμιο της Αθήνας και συγκεκριμένα την αγορά των ΗΠΑ -απ’ όπου οι πρώτες πτήσεις έχουν ήδη ξεκινήσει από τις αρχές Μαρτίου- της Αυστραλίας και του Καναδά.

Οι τιμές

Συνολικά, πάντως, οι προκρατήσεις για τη χώρα μας αυτή την περίοδο «υπό κανονικές συνθήκες είναι κοντά στο 50% και τώρα έχουμε υστέρηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι απώλειες δεν μπορεί να αναπληρωθούν, έστω κι αν πάει πιο πίσω η σεζόν. Ακόμη και σε αυτή τη συγκυρία, παραμένει ο -εφικτός- στόχος να αναπληρώσουμε τις απώλειες των Ρώσων και των Ουκρανών κυρίως από τις βασικές μας αγορές, τις χώρες της Ε.Ε.», σύμφωνα με τους τουριστικούς φορείς, με το δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι σταθερά ψηλά στις προτιμήσεις των τουριστών. Υπενθυμίζεται ότι οι απώλειες από τη ρωσική και την ουκρανική αγορά, με στοιχεία του 2019, υπολογίζεται σε 600.000 και σε 150.000 αφίξεις αντίστοιχα.

Μείζον είναι και το ζήτημα των τιμών στην αγορά, για το οποίο όπως λένε οι ξενοδόχοι είναι… μπρος βαθύ και πίσω ρέμα σε μια συγκυρία όπου ο κλάδος βρίσκεται αντιμέτωπος με υπέρμετρη αύξηση του κόστους λειτουργίας του κατά 30%. «Εχουμε ένα εκρηκτικό μείγμα για τις επιχειρήσεις όσον αφορά την αύξηση των δαπανών, από το ενεργειακό κόστος μέχρι το κόστος των πρώτων υλών με μια πολύ δύσκολη περίοδο για τη χώρα και το εγχώριο επιχειρείν με τις πληθωριστικές πιέσεις που θα συνεχίσουν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους», δηλώνει ο κ. Τάσιος. «Για το πιο “μαζικό μοντέλο” οι τιμές στα τουριστικά πακέτα που έχουν πουληθεί είναι αυτές του 2019 και άρα υπάρχει ένα κενό σε σχέση με την αύξηση του κόστους για τις επιχειρήσεις», δηλώνει ο πρόεδρος της ΠΟΞ, επισημαίνοντας ότι στις συζητήσεις που κάνει ήδη η αγορά για τη σεζόν του 2023 με τους tour operators του εξωτερικού έχει δώσει μια πρώτη προσέγγιση για αυξήσεις της τάξεως του 5%-6%.

Διαφορετικό είναι το σκηνικό για τις μεμονωμένες κρατήσεις, όπου θεωρείται σίγουρο ότι θα υπάρξουν αυξήσεις ανάλογα με τον προορισμό και τη ζήτηση, με τη γενικότερη σύσταση πάντως αυτές να περιοριστούν σε μονοψήφιο ποσοστό γιατί οι ελληνικοί προορισμοί θα βγουν εκτός ανταγωνισμού της υπόλοιπης αγοράς της Μεσογείου, με το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα των πεντάστερων της Τουρκίας, που είναι δύσκολο να τα ανταγωνιστούν ακόμη και οι χαμηλότερες κατηγορίες ξενοδοχείων άλλων μεσογειακών προορισμών λόγω της διαφοράς στις ισοτιμίες.

Διαβάστε ακόμα:

Πόσο θα ανέβει ο μέσος μισθός μετά την αύξηση του κατώτατου

Από την Αστυπάλαια στην κορυφή της Google – Το success story δύο Ελληνίδων 

Νέο πακέτο στήριξης ενάντια στην ακρίβεια – Όλα τα μέτρα που εξετάζονται