Ακόμη κι αν η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει κάνει σημαντικά βήματα στο κομμάτι του συνεδριακού τουρισμού, παραμένει σημαντικά πίσω σε σύγκριση με άμεσους ανταγωνιστές της. Με ετήσια έσοδα από τον κλάδο που ξεπερνούν το 2,5 δισ. ευρώ, η χώρα μας υπολείπεται κατά πολύ χωρών όπως η Πορτογαλία, έναν από τους άμεσους ανταγωνιστές μας, η οποία επιτυγχάνει διπλάσια έσοδα στον ίδιο τομέα, με κοντά 5 δισ. ευρώ.

Η ζήτηση για συνέδρια στη χώρα μας είναι δεδομένη αν ληφθεί υπόψη ότι στην Αθήνα οι μεγάλοι χώροι, όπως το Μέγαρο Μουσικής, είναι κλεισμένοι μέχρι το 2027, την ίδια στιγμή που το έλλειμμα ενός μεγάλου μητροπολιτικού συνεδριακού κέντρου, ένα αίτημα που μετρά δεκαετίες ήδη από την προ-ολυμπιακή δεκαετία του ’90, είναι τώρα, με τη γενικότερη τουριστική άνθηση της πρωτεύουσας, περισσότερο αισθητό από ποτέ.

«Ο δυναμικός κλάδος των συνεδρίων και των εταιρικών συναντήσεων, γνωστός διεθνώς και ως meetings industry, αποτελεί σήμερα έναν από τους πλέον στρατηγικούς τομείς με έντονο τουριστικό αποτύπωμα και υψηλή προστιθέμενη αξία, συνεπώς με ισχυρή συμβολή στην τοπική και εθνική οικονομία», δηλώνει στο «business stories» η κυρία Αντωνία Αλεξάνδρου, νέα πρόεδρος από τον περασμένο Μάιο του Συνδέσμου Ελλήνων Επαγγελματιών Εκδηλώσεων και Οργανωτών Συνεδρίων (HAPCO & DES). Η κυρία Αλεξάνδρου διαδέχθηκε πρόσφατα την κυρία Σίσσυ Λυγνού, η οποία έχει πλέον τη θέση της πρόεδρου του IAPCO, του Διεθνούς Οργανισμού Επαγγελματιών Διοργανωτών Συνεδρίων.

Αντωνία Αλεξάνδρου, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Επαγγελματιών Εκδηλώσεων και Οργανωτών Συνεδρίων

«Ενδεικτικά, αν η συνολική δαπάνη ενός τουρίστα αναψυχής υπολογίζεται στα 500-1.200 ευρώ, η αντίστοιχη δαπάνη ενός συνέδρου ξεπερνά τα 1.500-3.000 ευρώ, δηλαδή περισσότερο από το τριπλάσιο.

Αν υπολογίσουμε και επιπλέον δαπάνες κατά την παραμονή του στη χώρα, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις την παράταση της παραμονής του για λόγους αναψυχής, το γνωστό bleisure για τα ταξίδια που συνδυάζουν επαγγελματικούς λόγους και λόγους αναψυχής, το συνολικό ποσό πολλαπλασιάζεται σημαντικά. Ακόμη πιο εντυπωσιακά είναι τα μεγέθη όταν αναφερόμαστε σε συμμετέχοντες σε ταξίδια επιβράβευσης ή εταιρικά ταξίδια κινήτρων (incentives), όπου η συνολική δαπάνη ανά άτομο μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 10.000 ευρώ.

Τα ποσά αυτά αντανακλούν όχι μόνο τη συμβολή στην τουριστική κίνηση, αλλά και τη διάχυση του οφέλους σε ευρύτερους τομείς της οικονομίας: στα ξενοδοχεία, στην εστίαση, στις μεταφορές, στον πολιτισμό, στα εμπορικά καταστήματα, στις επαγγελματικές υπηρεσίες.

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι χώρες και πόλεις σε όλο τον κόσμο ανταγωνίζονται σθεναρά για την προσέλκυση διεθνών συνεδρίων και εταιρικών εκδηλώσεων, επενδύοντας τεράστια ποσά σε υποδομές, τεχνολογία, προβολή και επαγγελματική εξειδίκευση», αναφέρει η πρόεδρος του HAPCO & DES.

Η παγκόσμια αγορά του τομέα των εταιρικών συναντήσεων (meetings industry) έχει αποτιμηθεί σε περίπου 1,6 τρισ. ευρώ. Η Ελλάδα, έχοντας κάνει πράγματι βήματα μπροστά τα τελευταία χρόνια, έχει ετήσια έσοδα από τον συνεδριακό κλάδο που υπολογίζονται σε επίπεδα πάνω από 2,5 δισ. ευρώ, νούμερο όμως το οποίο είναι μικρό αν συγκριθεί με άλλες ευρωπαϊκές αγορές με αντίστοιχα χαρακτηριστικά, όπως η Πορτογαλία. «Η ανάγκη για στοχευμένη εθνική στρατηγική και ενίσχυση της συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και προβολή της Ελλάδας ως ανταγωνιστικού συνεδριακού προορισμού είναι σήμερα επιτακτική», σχολιάζει η κυρία Αλεξάνδρου.

«Αν η συνολική δαπάνη ενός τουρίστα αναψυχής υπολογίζεται στα 500-1.200 ευρώ, η αντίστοιχη δαπάνη ενός συνέδρου ξεπερνά τα 1.500-3.000 ευρώ, δηλαδή περισσότερο από το τριπλάσιο. Ακόμη πιο εντυπωσιακά είναι τα μεγέθη όταν αναφερόμαστε σε συμμετέχοντες σε ταξίδια επιβράβευσης ή εταιρικά ταξίδια κινήτρων (incentives), όπου η συνολική δαπάνη ανά άτομο μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 10.000 ευρώ»

Η θέση της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης

Τη δυναμική της αγοράς αποτυπώνουν οι επιδόσεις των δύο μεγαλύτερων αστικών κέντρων της χώρας: «Ενδεικτικά, η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στον διεθνή συνεδριακό χάρτη τα τελευταία χρόνια. Η Αθήνα συγκαταλέγεται πλέον στους κορυφαίους προορισμούς της Ευρώπης, ενώ η Θεσσαλονίκη ενισχύει συνεχώς τη θέση της, ιδιαίτερα σε επιστημονικά και θεματικά συνέδρια.

Η άνοδος αυτή οφείλεται στη θετική διεθνή εικόνα της Ελλάδας, στο υψηλού επιπέδου επιστημονικό δυναμικό της χώρας μας, αλλά και στην επιμονή και τον επαγγελματισμό των ανθρώπων του κλάδου, που με διεθνή επιρροή διεκδικούν και υλοποιούν επιτυχημένες διοργανώσεις», επισημαίνει η κυρία Αλεξάνδρου. Ειδικότερα, η Αθήνα ανέβηκε στο top 10 του παγκόσμιου συνεδριακού τουρισμού για το 2024, καταλαμβάνοντας την 9η θέση με 111 διεθνή συνέδρια – από την 15η θέση και 88 συνέδρια το 2023. Στην ευρωπαϊκή κατάταξη η ελληνική πρωτεύουσα ανέβηκε ακόμη πιο ψηλά, στην 7η θέση, από τη 15η το 2023.

Συνολικά η Ελλάδα βρίσκεται στη 18η θέση παγκοσμίως με 211 συνέδρια, καταγράφοντας μικρή πτώση από τη 16η θέση το 2023 (αν και με 190 συνέδρια), ενώ στην ευρωπαϊκή κατάταξη καταλαμβάνει την 11η θέση, πίσω από Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Βέλγιο, Σουηδία και Αυστρία. Επισημαίνεται εδώ ότι η Ευρώπη παραμένει ο κυρίαρχος προορισμός με πάνω από το 50% των συνεδρίων διεθνώς, ενώ τα επιστημονικά συνέδρια κυριαρχούν με κοντά στο 1/3 επί του συνόλου.

«Η 11η θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή κατάταξη του συνεδριακού τουρισμού, ανάμεσα σε ώριμες και παραδοσιακά ισχυρές αγορές όπως η Ιταλία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία, αποτελεί ισχυρή ένδειξη της σταθερά ανοδικής πορείας του κλάδου στη χώρα μας. Η δυναμική αυτή δεν είναι συμπτωματική, αλλά αποτέλεσμα πολυετούς προσπάθειας, επένδυσης στην ποιότητα υπηρεσιών και ενεργού παρουσίας στις διεθνείς αγορές. Το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς πίσω από αγορές που λειτουργούν ως συνεδριακοί κόμβοι εδώ και δεκαετίες αποδεικνύει ότι διαθέτει πλέον όλα τα ποιοτικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά ενός ώριμου συνεδριακού προορισμού. Με όπλο τη στρατηγική γεωγραφική της θέση, τη συνδυαστική εμπειρία πολιτισμού και φιλοξενίας, αλλά και την ενισχυμένη τοπική τεχνογνωσία, η χώρα μας έχει κάθε προοπτική να ανέβει ακόμη ψηλότερα τα επόμενα χρόνια», δηλώνει η πρόεδρος του HAPCO & DES.

Προκλήσεις και έλλειψη μητροπολιτικού συνεδριακού κέντρου

Γι’ αυτό και είναι σημαντικό ότι, παρά την άνοδο, παραμένουν για τον κλάδο οι σημαντικές προκλήσεις: «Η έλλειψη μεγάλου (πάνω από 100.000 τ.μ.) ευέλικτου συνεδριακού χώρου περιορίζει τη φιλοξενία συνεδρίων μεγαλύτερης κλίμακας, ενώ και οι υπάρχουσες υποδομές παρουσιάζουν σοβαρές δυσκολίες διαθεσιμότητας – ήδη για το 2027 η βασική συνεδριακή υποδομή της Αθήνας είναι σχεδόν πλήρως δεσμευμένη. Παράλληλα, απουσιάζουν κατάλληλοι χώροι για κοινωνικές εκδηλώσεις μεγάλου αριθμού συμμετεχόντων, κάτι που είναι κρίσιμο στοιχείο για διεθνή συνέδρια και εταιρικές εκδηλώσεις», επισημαίνει η κυρία Αλεξάνδρου. «Σε αυτά προστίθενται γενικότερα θέματα, όπως το μη φιλικό φορολογικό περιβάλλον, το οποίο λειτουργεί αποτρεπτικά για διεθνείς συνεργασίες, καθώς και η έλλειψη στοχευμένης και επαγγελματικής στρατηγικής προβολής της χώρας στις διεθνείς εκθέσεις του κλάδου. Η απουσία συνεκτικού branding και εθνικού σχεδιασμού μάς στερεί δυναμικές ευκαιρίες διεκδίκησης σε ανταγωνιστικό επίπεδο».

Μείζον είναι το θέμα της έλλειψης ενός μεγάλου μητροπολιτικού συνεδριακού κέντρου που στερεί σημαντικά έσοδα:

«Η απουσία ενός μεγάλου, σύγχρονου, με προδιαγραφές βιωσιμότητας, ευέλικτου συνεδριακού κέντρου στην Αθήνα αποτελεί διαχρονικό αίτημα του κλάδου και βασικό εμπόδιο για την περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου των συνεδρίων και εταιρικών εκδηλώσεων».

Κάθε χρόνο, η πόλη χάνει περίπου 20-25 μεγάλα διεθνή συνέδρια, μεγέθους 2.000-3.000 συμμετεχόντων, τα οποία καταλήγουν σε άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς με πληρέστερες υποδομές και διαθεσιμότητα. Οι απώλειες από αυτή τη «διαρροή» εκτιμώνται σε πάνω από 1,5 εκατ. ευρώ ανά συνέδριο σε άμεσο οικονομικό αντίκτυπο, χωρίς να υπολογίζονται οι πολλαπλασιαστικές ωφέλειες για τον τουρισμό, τη φιλοξενία και την τοπική οικονομία.

Ακόμα μεγαλύτερες είναι οι απώλειες συνεδρίων πολύ μεγάλης κλίμακας (άνω των 8.000 συμμετεχόντων), καθώς η πόλη αδυνατεί να τα φιλοξενήσει λόγω έλλειψης κατάλληλων εγκαταστάσεων. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον τρεις-τέσσερις τέτοιες διοργανώσεις θα μπορούσαν να φιλοξενούνται στη χώρα μας κάθε χρόνο, με άμεσες οικονομικές απώλειες που υπερβαίνουν τα 5-10 εκατ. ευρώ σε άμεσο τζίρο ανά συνέδριο. Αν συνυπολογίσουμε και τον έμμεσο κύκλο εργασιών της αγοράς, καθώς και τις εταιρικές εκδηλώσεις και ταξίδια κινήτρων (incentives) που χάνονται ετησίως (τουλάχιστον 100) το συνολικό οικονομικό κόστος πολλαπλασιάζεται κατακόρυφα. Η ανάγκη για ένα νέο μητροπολιτικό συνεδριακό κέντρο, με εύκολη πρόσβαση και δυνατότητα φιλοξενίας μεγάλων διοργανώσεων, είναι επιτακτική, δηλώνουν οι άνθρωποι του κλάδου, ενώ παράλληλα απαιτείται αναβάθμιση της προσβασιμότητας και σύνδεση με το δίκτυο του μετρό για υφιστάμενους χώρους που αποκλείονται από τον χάρτη λόγω δυσκολίας στην πρόσβαση.

«Πρόσφατα, η Περιφέρεια Αττικής ανακοίνωσε ότι η προώθηση του έργου αποτελεί προτεραιότητα, γεγονός θετικό. Ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμη σαφές χρονοδιάγραμμα, ούτε πλήρης εικόνα για τον σχεδιασμό ή τη χρηματοδότηση. Από την πλευρά μας, έχουμε καταθέσει προτάσεις και δηλώνουμε διαθέσιμοι να συμμετέχουμε σε συμβουλευτικό επίπεδο, αξιοποιώντας την εμπειρία και τη γνώση του κλάδου ώστε ο σχεδιασμός να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες. Η υλοποίηση του έργου προϋποθέτει συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Αθήνας στον τομέα των συνεδρίων», δηλώνει η κυρία Αλεξάνδρου.

Ο HAPCO & DES προτάσσει στα βασικά ζητήματα για τον κλάδο την έλλειψη μεγάλων, σύγχρονων και ευέλικτων συνεδριακών υποδομών όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά και στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας, «που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως σημαντικοί συνεδριακοί προορισμοί, καθώς διαθέτουν επιστημονικό ανθρώπινο δυναμικό διεθνούς κύρους. Παράλληλα, η περιορισμένη προσβασιμότητα εντός των πόλεων, η έλλειψη χώρων για κοινωνικές εκδηλώσεις, το πολύπλοκο φορολογικό σύστημα -ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την απαλλαγή ή επιστροφή ΦΠΑ σε διεθνείς οργανώσεις-, η δυσκολία ευθυγράμμισης με τις απαιτήσεις αειφορίας και η ανάγκη για στρατηγικό branding και δυναμική παρουσία σε διεθνείς εκθέσεις του κλάδου μας αποτελούν σημαντικές προκλήσεις. Ωστόσο, η πρόοδος που έχει σημειωθεί χάρη στη διεθνή φήμη της χώρας, στην επαγγελματική δουλειά των ανθρώπων του χώρου και τη στοχευμένη εξωστρέφεια δείχνει ότι υπάρχουν δυνατότητες για περαιτέρω ανάπτυξη», καταλήγει η κυρία Aλεξάνδρου.

Διαβάστε ακόμη

Συνάντηση Τραμπ – Πούτιν: H ρωσική αγορά ευελπιστεί σε επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας

Πρωτιά για το Χρηματιστήριο Αθηνών – Καταγράφει πλέον την καλύτερη επίδοση στον κόσμο το 2025 (πίνακας)

Από το γάλα στο ράφι: το τυροκομικό «οικοσύστημα» της οικογένειας Παντελιάδη ανεβάζει στροφές

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα