Βροχή από deals έρχεται το αμέσως επόμενο διάστημα στις τράπεζες, οι οποίες μετά από μια μακρά περίοδο ανομβρίας ξαναγίνονται ελκυστικές για τους επενδυτές, γεγονός που οφείλεται τόσο στα εντυπωσιακά οικονομικά τους αποτελέσματα όσο και στο κλίμα ευφορίας που έφερε στη χώρα το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου.

Η πολιτική σταθερότητα, άλλωστε, που τύποις θα πιστοποιηθεί και στις δεύτερες κάλπες του Ιουνίου, αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ για τα funds που κοιτούν προς Ελλάδα, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την υλοποίηση ηχηρών συμφωνιών στον τραπεζικό κλάδο, με προεξάρχουσα την αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).

Τον χορό προς αυτή την κατεύθυνση, όπως όλα δείχνουν, θα ανοίξει πρώτη η Eurobank, στην οποία, άλλωστε, το Δημόσιο κατέχει και το μικρότερο ποσοστό (1,4% ή 52.080.673 κοινές μετοχές). Σύμφωνα με τα όσα αποκάλυψε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος Φωκίων Καραβίας, η τράπεζα έχει ήδη λάβει το πράσινο φως από τον SSM για την επαναγορά του επίμαχου ποσοστού, δαπανώντας γι’ αυτό τον σκοπό τα χρήματα που είχε προϋπολογίσει για τη διανομή μερίσματος από τα κέρδη του 2022. Τα στάδια έως την ολοκλήρωση του deal προβλέπουν αφενός την έγκριση της πρότασης αρχικά από το διοικητικό συμβούλιο της Eurobank και εν συνεχεία από τη γενική συνέλευση των μετόχων της, η οποία έχει οριστεί για τις 20 Ιουλίου. Τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου αναμένεται να υποβληθεί το επίσημο αίτημα προς το ΤΧΣ, το οποίο εκτιμάται ότι θα χρειαστεί περί τις έξι με οκτώ εβδομάδες προκειμένου να επικυρώσει τη διαδικασία. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, εφόσον δεν υπάρξουν τρομερές εκπλήξεις, η Eurobank θα είναι σε θέση να ανακοινώσει το deal το αργότερο έως τον προσεχή Νοέμβριο.

Στα χέρια ιδιωτών, βέβαια, θα επιστρέψουν και οι υπόλοιπες τράπεζες, με την κυβέρνηση να επαναλαμβάνει την πρόθεσή της για την πλήρη ιδιωτικοποίηση, μέσω, ωστόσο, της σταδιακής διάθεσης των μετοχών, ειδικά στις περιπτώσεις όπου η συμμετοχή του Δημοσίου είναι αυξημένη. Υπενθυμίζεται ότι το ΤΧΣ κατέχει το 40,3% της Εθνικής Τράπεζας, το 27% της Τράπεζας Πειραιώς και το 9% της Αlpha Bank. Οσον αφορά το ενδιαφέρον των επενδυτών, αυτό αναμένεται να αυξηθεί το αμέσως επόμενο διάστημα, ως απόρροια και του εκλογικού αποτελέσματος. Οπως δήλωσε προσφάτως ο διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου, Ηλίας Ξηρουχάκης, μεγάλο ρόλο στη διαδικασία επιλογής των επενδυτών θα παίξουν, πέραν της φύσης τους, η δυνατότητα και η δεδηλωμένη πρόθεσή τους για μελλοντική στήριξη της εκάστοτε τράπεζας -εκτός, δηλαδή, της αρχικής επένδυσης- σε δυνητικά δύσκολες συνθήκες αβεβαιότητας και μεταβλητότητας.

Ο 5ος τραπεζικός πόλος

Εξελίξεις, πάντως, αναμένονται και στο μέτωπο των μικρών τραπεζών που διεκδικούν ρόλο πρωταγωνιστή στη νέα φάση της τραπεζικής ανασυγκρότησης και τη δημιουργία του 5ου ισχυρότερου πόλου.

Από τη μία, η Attica Bank, έχοντας ολοκληρώσει επιτυχώς την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 490 εκατ. ευρώ, εισέρχεται σε τροχιά εξυγίανσης οδεύοντας σε συγχώνευση με την Παγκρήτια Τράπεζα σε περίπου ενάμιση χρόνο από σήμερα. Προηγουμένως, ωστόσο, θα έχει προηγηθεί τον Ιούλιο η απορρόφηση του ελληνικού βραχίονα της HSBC και εν συνεχεία της Συνεταιριστικής Τράπεζας Κεντρικής Μακεδονίας. Στόχος της Thrivest είναι μετά τη νέα ΑΜΚ, που οπωσδήποτε θα χρειαστεί η Τράπεζα Αττικής σε δεύτερο χρόνο και στην οποία θα συμμετάσχουν ισότιμα όλοι οι υφιστάμενοι μέτοχοί της, να ακολουθήσει η είσοδος της νέας τράπεζας στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Από την άλλη, η Optima Bank φιλοδοξεί να γίνει η πρώτη –μετά από 17 χρόνια– τράπεζα που θα εισαχθεί στο Χ.Α. Πιο αναλυτικά, το διοικητικό της συμβούλιο έλαβε το πράσινο φως προκειμένου να εκκινήσει τις διαδικασίες για την εισαγωγή των μετοχών της στην Κύρια Αγορά, η οποία είναι θέμα χρόνου να ολοκληρωθεί, δεδομένου και του κλίματος χρηματιστηριακής ευφορίας που κυριαρχεί μετά τη σαρωτική νίκη του κυβερνώντος κόμματος.

Σε κάθε περίπτωση, αμφότερες διεκδικούν με αξιώσεις τη θέση τους σε μια αγορά που μονοπωλείται σε ποσοστό 95% από τους συστημικούς ομίλους, με τον ανταγωνισμό να χτυπάει κόκκινο. Αξίζει να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, παρόλο που το ενδεχόμενο συγχωνεύσεων μεταξύ των μεγάλων τραπεζών στην Ελλάδα είναι μικρό, η ενίσχυση του ανταγωνισμού συνιστά σημαντική προτεραιότητα και ταυτόχρονα πρόκληση για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο. «Παρά τη συρρίκνωση της δραστηριοποίησης των ξένων τραπεζών στην Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια, δεν μπορεί να αποκλειστεί η αναθέρμανση του ενδιαφέροντος, καθώς αναμένεται η επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, ως αποτέλεσμα της διαρκούς βελτίωσης της ελληνικής οικονομίας το τελευταίο διάστημα. Χαρακτηριστικό είναι, άλλωστε, το παράδειγμα της πρόσφατης εισόδου της J.P. Morgan στην ελληνική αγορά μέσω της απόκτησης ειδικής συμμετοχής στον όμιλο της Viva Wallet», αναφέρεται στην Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και συνεχίζει: «Επιπλέον, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο συγχώνευσης/συνεργασίας μεταξύ μικρότερων τραπεζών, στο πλαίσιο και της εξυγίανσης των ισολογισμών τους, καθώς και αναδιάρθρωσης των δραστηριοτήτων των τραπεζών για την ενίσχυση της κερδοφορίας τους και τη μείωση του λειτουργικού τους κόστους».

Διαβάστε ακόμη

Τουρισμός: Υψηλές επιδόσεις με πληρότητα 80%-85% τον Ιούνιο (πίνακες + pic)

Ηλεκτρικό ρεύμα: Η πρόταση – έκπληξη από τους προμηθευτές για το νυχτερινό τιμολόγιο

Επενδυτική βαθμίδα: Πώς η κατάκτησή της θα επαναφέρει το Χρηματιστήριο Αθηνών στις «ανεπτυγμένες» αγορές και τι σημαίνει αυτό

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ