«Φτερά» έκαναν την 6ετία 2009 – 2016 καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα, ύψους 100 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με σχετικό report της Eurobank, από τα 237,8 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο 2009 συρρικνώθηκαν στα 120,8 δισ. ευρώ τον Ιούλιο 2015, γεγονός που αποδίδεται στη μείωση της χρηματοδότησης, τη συρρίκνωση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας και την αβεβαιότητα που επανερχόταν σποραδικά στο προσκήνιο εκείνη την περίοδο αναφορικά με τη θέση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη (αποθησαυρισμός και μεταφορά κεφαλαίων στην αλλοδαπή).

Οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα ακολούθησαν στη συνέχεια, ένα μονοπάτι ανοδικής τάσης. Συγκεκριμένα, από τα 119,0 δισ. ευρώ τον Απρίλιο 2017 αυξήθηκαν στα 151,9 δισ. ευρώ τον Αύγουστο 2020 (+32,9 δισ. ευρώ ή +27,6%).

«Η προαναφερθείσα μεταβολή προήλθε κατά 20,7 δισ. ευρώ από τα νοικοκυριά και κατά 12,2 δισ. ευρώ από τις επιχειρήσεις. Η σταδιακή ανάκτηση της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εντός Ευρωζώνης και η αύξηση της χρήσης ηλεκτρονικών καρτών και του διαδικτύου για την πραγματοποίηση συναλλαγών (αρχικά λόγω της επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων) οδήγησαν στη μείωση των κινήτρων για αποθησαυρισμό και ως εκ τούτου στην ενίσχυση των καταθέσεων», επισημαίνει η τράπεζα και προσθέτει:

«Επιπρόσθετα, με δεδομένο ότι η ζήτηση χρήματος είναι θετική συνάρτηση του εισοδήματος της οικονομίας, η άνοδος του ονομαστικού ΑΕΠ από το 1ο τρίμηνο 2017 και έπειτα άσκησε θετική επίδραση στο υπόλοιπο των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα».

Με το ξέσπασμα της πανδημίας τους κορωνοϊού COVID-19, ο ρυθμός αύξησης των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα επιταχύνθηκε. Επί παραδείγματι, στο εξάμηνο Μαρτίου-Αυγούστου 2020 ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του υπολοίπου των καταθέσεων των επιχειρήσεων ανήλθε στο 21,3% από 7,2% το αμέσως προηγούμενο εξάμηνο (Σεπτεμβρίου-2019 – Φεβρουαρίου-2020). Σύμφωνα με την Eurobank, δύο παράγοντες δύνανται να ερμηνεύσουν αυτό το αποτέλεσμα:

1ον) Τα μέτρα που έλαβαν οι ασκούντες την οικονομική πολιτική για τη στήριξη των επιχειρήσεων οδήγησαν σε αύξηση της χρηματοδότησης. Η ετήσια μεταβολή της χρηματοδότησης των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών (μετά τις αναταξινομήσεις και μεταβιβάσεις δανείων/εταιρικών ομολόγων, τις διαγραφές και τις συναλλαγματικές διαφορές) από 1,1% τον Φεβρουάριο 2020 διαμορφώθηκε στο 7,2% τον Αύγουστο 2020. Η υψηλή αβεβαιότητα αναφορικά με την εξέλιξη της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και οι ευνοϊκοί όροι χρηματοδότησης ενίσχυσαν τα κίνητρα των επιχειρήσεων για αύξηση και διακράτηση ρευστών διαθεσίμων με σκοπό την ικανοποίηση πιθανών έκτακτων αναγκών στο μέλλον.

2ον) Τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, τα μέτρα στήριξης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και οι επικρατούσες συνθήκες αβεβαιότητας δημιούργησαν συνθήκες για ακούσια και εκούσια αποταμίευση (τον Μάρτιο και τον Απρίλιο 2020 οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά 1,3 και 1,6 δισ. ευρώ αντίστοιχα) από την πλευρά των νοικοκυριών.

«Στην περίπτωση που η τρέχουσα αβεβαιότητα, λόγω της υγειονομικής κρίσης, αρθεί σχετικά γρήγορα και σχηματιστούν προσδοκίες δυναμικής ανόδου του πραγματικού ΑΕΠ, τότε τα προαναφερθέντα ενισχυμένα κεφάλαια θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν ένα μέρος της πρώτης φάσης ανάκαμψης των δαπανών κατανάλωσης και επένδυσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων αντίστοιχα. Ωστόσο, η επιστροφή στο μονοπάτι της δημοσιονομικής πειθαρχίας/σταθερότητας, αναγκαία συνθήκη για την εύρωστη πορεία της οικονομίας μακροπρόθεσμα, αναμένεται να διαδραματίσει επιβραδυντικό ρόλο στην προαναφερθείσα διαδικασία», καταλήγει η τράπεζα.