Tη σταδιακή βελτίωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα σε συνδυασμό με καλύτερες προοπτικές περαιτέρω βελτίωσης της χρηματοδότησης της τράπεζας με αυξανόμενη συγκέντρωση καταθέσεων πελατών, ποιότητα περιουσιακών στοιχείων και κερδοφορία καταγράφει σε έκθεσή του ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, μετά την ολοκλήρωση της περιοδικής αναθεώρησης των αξιολογήσεων των ελληνικών τραπεζών. Ο οίκος σπεύδει να διευκρινίσει ότι αυτή η καταγραφή δεν αποτελεί μια εκ μέρους της αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας και δεν αποτελεί ένδειξη για το κατά πόσον είναι πιθανή η ανάληψη πιστοληπτικής ικανότητας στο εγγύς μέλλον.

Σύμφωνα με τις ειδικότερες παρατηρήσεις της έκθεσης, για την Εθνική Τράπεζα σημειώνεται ότι η αξιολόγηση Caa1 είναι ευθυγραμμισμένη με την Βασική Αξιολόγηση Πίστωσης (Baseline Credit Assessment) της τράπεζας και είναι πιθανό να οδηγήσει σε καλύτερες προοπτικές για βελτίωση της χρηματοδότησης της Εθνικής Τράπεζας μέσω των καταθέσεων, της ποιότητας ενεργητικού και της κερδοφορίας. Προσθέτει βέβαια ότι η άμεση πρόκληση για την τράπεζα είναι η μείωση του πολύ ψηλού ποσοστού των κόκκινων δανείων

Η κεφαλαιακή επάρκεια της τράπεζας λαμβάνεται επίσης υπόψη, καθώς τα κεφάλαια στηρίχθηκαν από την πρόσφατη έκδοση ομολόγου Tier 2, αν και το υψηλό επίπεδο αναβαλλόμενου φόρου κάνει τον οίκο να θεωρεί τα κεφάλαια ως «χαμηλής ποιότητας». Το πιστωτικό προφίλ της ΕΤΕ αντανακλά την πιθανότητα να επιστρέψει σε διατηρήσιμη κερδοφορία το 2019-20, η οποία θα στηριχθεί από την αυξανόμενη χρηματοδότηση και το μικρότερο κόστος από μη χρηματοδοτούμενων ανοιγμάτων της.

Στο κομμάτι που αφορά στη Eurobank η Moody’s σημειώνει ότι η αξιολόγηση Caa1 είναι ευθυγραμμισμένη με την Βασική Αξιολόγηση Πιστώσης (Baseline Credit Assessment) κι αντανακλά (παρατήρηση που σημειώνεται για όλες τις τράπεζες) τη σταδιακή βελτίωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα καθώς και την άμεση πρόκληση να μειώσει τα κόκκινα δάνεια. Η Eurobank έχει ανακοινώσει σχέδια μετασχηματισμού που αναμένεται να επιταχύνουν τη μείωση των NPEs και να τη βοηθήσουν να πετύχει τους στόχους της, δυο χρόνια νωρίτερα απ’ ότι αρχικά σχεδιάζονταν. Όπως και στην Εθνική, έτσι και στη η έκθεση σημειώνει την κεφαλαιακή επάρκεια του συγκρεκριμένου πιστωτικού ιδρύματος, τονίζει ωστόσο ότι το μεγάλο μέρος του αναβαλλόμενου φόρου, κάνει τη Moody’s να τα θεωρεί «χαμηλής ποιότητας».

Αναφερόμενη στην Alpha Bank η έκθεση της Moody’s παρατηρεί για μια ακόμα φορά ότι η αξιολόγηση Caa1 είναι ευθυγραμμισμένη με την Βασική Αξιολόγηση Πιστώσης (Baseline Credit Assessment) και αντανακλά γενικότερα τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα και ειδικότερα ότι είναι πιθανό να οδηγήσει σε καλύτερες προοπτικές για βελτίωση της χρηματοδότησης της τράπεζας μέσω των καταθέσεων, της ποιότητας ενεργητικού και της κερδοφορίας. Η Moody’s στέκεται στους σχετικά υψηλούς δείκτες ρυθμιστικών κεφαλαίων καθώς ο δείκτης CET 1 είναι ο υψηλότερος στην Ελλάδα. Ωστόσο και εδώ η υψηλή συμμετοχή του αναβαλλόμενου φόρου καθιστά το κεφάλαιο «χαμηλής ποιότητας».

Η Τράπεζα Πειραιώς αξιολογείται στην έκθεση με Caa2. Εδώ η Moody’s σημειώνει τα κεφαλαιακά επίπεδα είναι «άνετα» υψηλότερα από τα όρια που θέτουν οι ρυθμιστικές αρχές στηριγμένα στην έκδοση ομολόγου Tier 2, αν και εδώ ισχύουν οι παραπάνω παρατηρήσεις για τον αναβαλλόμενο φόρο.

Τέλος, με τη χαμηλότερη αξιολόγηση καταγράφεται η Attika Bank (Caa3). Όπως και οι συστημικές τράπεζες αναδεικνύεται το υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων, την ώρα που η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη τον στόχο της τράπεζας να επιστρέψει σε διατηρήσιμη κερδοφορία το 2019-20, τερματίζοντας έτσι την φάση «ανάλωσης κεφαλαίου».