Ο Δανέζικος Συμβιβασμός (Danish Compromise) είναι ο βασικός λόγος που ενίσχυσε την τάση εξαγορών ασφαλιστικών εταιριών και όχι μόνον από τις τράπεζες όπως αναφέρει ανάλυση της Beta Securities. Ο συγκεκριμένος θεσμός επιτρέπει μικρότερη απομείωση κεφαλαίων στις τράπεζες στοιχείο το οποίο αποτελεί σοβαρό κίνητρο για παρόμοιες κινήσεις.
Σε κάθε περίπτωση το θέμα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ελληνικές τράπεζες που προχώρησαν σε απόκτηση παρόμοιων περιουσιακών στοιχείων.
Η Oliver Wyman επισημαίνει ότι οι ανακοινωθείσες συμφωνίες συγχωνεύσεων και εξαγορών στον τραπεζικό τομέα έφτασαν στο ρεκόρ των 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τους πρώτους μήνες του 2025, σχεδόν διπλάσιες από τον όγκο της ίδιας περιόδου του 2024
Ο Δανέζικος Συμβιβασμός λειτουργεί ως «έκπτωση» κεφαλαίου που επιτρέπει στις τράπεζες να επεκταθούν στον τομέα των ασφαλειών (και της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων) χωρίς την βαριά ποινή CET1 που σχετίζεται με τέτοιες συναλλαγές.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στον κίνδυνο επιτοκίων και, μετά τις διαδοχικές μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ από το 2024 έως την πιο πρόσφατη κίνηση τον Σεπτέμβριο του 2025, δίνουν προτεραιότητα στις βελτιώσεις στην ποιότητα των κερδών υπέρ ενός πιο σταθερού, επαναλαμβανόμενου εισοδήματος από προμήθειες. Οι συγχωνεύσεις και εξαγορές (M&A) είναι η κύρια οδός που χρησιμοποιούν πολλά ιδρύματα για να επιτύχουν αυτή τη μετατόπιση
Τα τραπεζικά ιδρύματα επεκτείνονται μέσω ασφαλιστικών ενσωματώσεων, εξαγορών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και διασυνοριακών συγχωνεύσεων και εξαγορών τραπεζών σε μια προσπάθεια να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας και να ενισχύσουν την ανταγωνιστική τους θέση έναντι των αμερικανικών τραπεζικών γιγάντων.
Η ικανότητά τους να το κάνουν αυτό πηγάζει από την αποκατεστημένη κερδοφορία και τα πλεονάζοντα κεφαλαιακά αποθέματα .
Οι προσδοκίες για τις ελληνικές τράπεζες.
Οι ελληνικές τράπεζες προσπαθούν να φτάσουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες έχοντας ξεκινήσει μια σειρά εξαγορών που πυροδοτούνται από τα ισχυρά κεφαλαιακά τους αποθέματα, τα χαμηλά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) και την ισχυρή κερδοφορία τους.
Το 2025, η Alpha Bank έκανε μια κίνηση προς την Axia και την Astrobank, η Eurobank στόχευσε την Κύπρο με την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας και τώρα της Eurolife, η Πειραιώς ανακοίνωσε την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής και ενώ η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος δεν έχει αποκαλύψει επίσημα κάποια στρατηγική κίνηση, υπάρχουν συζητήσεις γύρω από μια νέα σχέση με την NN και την Allianz.
Η Τράπεζα Πειραιώς και η Eurobank έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους να επιλέξουν τον Δανέζικο Συμβιβασμό για τις εξαγορές της Εθνικής Ασφαλιστικής (600 εκατ. ευρώ σε μετρητά από την CVC) και της Eurolife (813 εκατ. ευρώ σε μετρητά από την FFH για το υπόλοιπο 80% του μεριδίου) αντίστοιχα.
Και οι δύο τράπεζες επεξεργάζονται αυτές τις συναλλαγές, οι οποίες πρόκειται να οριστικοποιηθούν μέχρι το τέλος του έτους για την Πειραιώς και μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2026 για την Eurobank.
Μετά την ολοκλήρωση, η κλίμακα και η στρατηγική σημασία των ασφαλιστικών εργασιών θα αυξηθούν σημαντικά , φτάνοντας σε επίπεδο που δικαιολογεί την αίτηση για την ιδιότητα FICO. Η βαθμολογία FICO είναι μια συγκεκριμένη κατηγορία πιστωτικού δείκτη που καταγράφει για τις τράπεζες υψηλό βαθμό φερεγγυότητάς τους δηλαδή κατά πόσον τα κεφάλαιά τους είναι διασφαλισμένα.
Δεδομένου ότι και οι δύο τράπεζες λειτουργούν επί του παρόντος με δείκτη σταθμισμένου ενεργητικού RWA περίπου 40-50%, βρίσκονται σε καλή θέση για να απορροφήσουν μια σταδιακή αύξηση του δείκτη που τυχόν προκύπτει από τις συμφωνίες τους χωρίς να ασκούν ουσιαστική πίεση στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Και τα δύο ιδρύματα έχουν ξεκινήσει προκαταρκτικές εργασίες για την απόκτηση της ιδιότητας FICO αν και δεν έχει ακόμη υποβληθεί επίσημη αίτηση αναφέρει η έκθεση.
Η διαδικασία αναμένεται να προχωρήσει τα επόμενα τρίμηνα Η ρυθμιστική αρχή θα πρέπει να παρακολουθεί κάθε τράπεζα για σχεδόν ένα χρόνο πριν από την απονομή της ιδιότητας. Έτσι, η Δανέζικη Συμφωνία, εάν εφαρμοστεί, θα γίνει στα τέλη του 2026 ή ακόμα και κατά τη διάρκεια του 2027. Και για τις δύο τράπεζες, ο αντίκτυπος στο κεφάλαιο από τις εξαγορές είναι περίπου 150 μονάδες βάσης στο CET1 χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο δανέζικος συμβιβασμός. Εάν επιτευχθεί ο συμβιβασμός οι δείκτες CET1 αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 50 μονάδες βάσης και στις δύο περιπτώσεις, γεγονός που μεταφράζεται σε κεφαλαιακό όφελος 300 εκατ. ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς και 450 εκατ. ευρώ για την Eurobank. Αυτή η κεφαλαιακή ελάφρυνση παρέχει ευελιξία για οργανική ανάπτυξη, υψηλότερες μελλοντικές πληρωμές και πρόσθετες στρατηγικές πρωτοβουλίες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι τρέχουσες συναλλαγές μεταξύ της Τράπεζας Πειραιώς και της Eurobank καταδεικνύουν ότι αυτές οι συμφωνίες είναι θεμελιωδώς αυξητικές ως προς την αξία τους — αναμένεται να ενισχύσουν τα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες, τα κέρδη ανά μετοχή και την αξία των ιδίων κεφαλαίων (RoTBV) — με το πιθανό κεφαλαιακό όφελος να χρησιμεύει για ενίσχυση της αποδοτικότητας και όχι ως εξάρτηση.
Κοιτώντας μπροστά, ο ελληνικός τραπεζικός τομέας φαίνεται έτοιμος για μια νέα φάση στρατηγικής εξέλιξης. Ο Δανέζικος Συμβιβασμός αναμένεται να διαδραματίσει ενισχυτικό ρόλο στη διαμόρφωση της κατανομής κεφαλαίου και της διάρθρωσης των συμφωνιών. Πρόσθετη δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών —τόσο στον ασφαλιστικό τομέα όσο και στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων— είναι πιθανή, καθώς οι τράπεζες επιδιώκουν να διαφοροποιήσουν περαιτέρω τα έσοδα και να απελευθερώσουν ροές κερδών που βασίζονται σε αμοιβές για να προστατευθούν από τις ασταθείς τιμές των επιτοκίων. Σε αυτό το πλαίσιο, ο όρος «Δανικός Συμβιβασμός» θα εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο, σηματοδοτώντας το επόμενο κεφάλαιο της ιστορίας του τραπεζικού μετασχηματισμού της Ελλάδας, μετά το τέλος της εποχής της αναδιάρθρωσης και του καθαρισμού των NPE.
Με την ανακούφιση των κεφαλαιακών τριβών που παραδοσιακά συνδέονται με τις τραπεζοασφαλιστικές και τις εξαγορές στον τομέα της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, ο κανονισμός παρέχει μια πρόσθετη στρατηγική.
Η μόνιμη υιοθέτηση του Δανέζικου Συμβιβασμού θα συνεχίσει να ενισχύει την τραπεζοασφάλιση. Επιτρέποντας στις επιλέξιμες οντότητες να εφαρμόζουν στάθμιση κινδύνου αντί για πλήρεις εκπτώσεις CET1, ενισχύει την κεφαλαιακή αποδοτικότητα και διευκολύνει την ευρύτερη διαφοροποίηση.
Αναμένεται ότι το 2026-2027 θα σηματοδοτήσει μια κρίσιμη περίοδο για τις στρατηγικές ολοκλήρωσης ασφαλίσεων των ελληνικών τραπεζών, καθώς ωριμάζει η εποπτική σαφήνεια σχετικά με το καθεστώς αυτό . Η επιτυχής εφαρμογή του Δανέζικου Συμβιβασμού θα μπορούσε να απελευθερώσει ουσιαστική κεφαλαιακή αποδοτικότητα—φέρνοντας τις ελληνικές τράπεζες πιο κοντά στους ευρωπαίους ομολόγους τους τόσο στο μείγμα κερδοφορίας όσο και στις μετρήσεις αποτίμησης.
Γεγονότα από την Ευρώπη και βασικές τάσεις
Μια αναβίωση των συγχωνεύσεων και εξαγορών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών έχει παρατηρηθεί σε όλη την Ευρώπη, μετά από μια δεκαετία υποτονικής δραστηριότητας συναλλαγών υπήρξαν 717 συναλλαγές χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην Ευρώπη το 2024, αύξηση 20% σε σύγκριση με το 2023 και το υψηλότερο επίπεδο
Αν και δεν λειτουργεί ως ο μοναδικός μοχλός αυτής της δραστηριότητας συγχωνεύσεων και εξαγορών ο Δανέζικος Συμβιβασμός δημιουργεί ένα πιο ευνοϊκό περιβάλλον για τις τράπεζες ώστε να κλιμακωθούν, να διαφοροποιήσουν τα έσοδα και να ανταγωνιστούν πιο αποτελεσματικά. Η ευνοϊκή μεταχείριση εξαιτίας του θεσμού έχει ήδη επηρεάσει σημαντικές συναλλαγές. Η εξαγορά της AXA Investment Managers από την BNP Paribas το 2025 είχε ως αποτέλεσμα μόνο 25 μονάδες βάσης επίπτωση στον δείκτη CET1, η οποία μεταφράστηκε σε όφελος 40 μονάδων βάσης δηλαδή 3 δις. ευρώ.
Η εξαγορά της AXA Investment Managers από την BNP Paribas το 2025 είχε ως αποτέλεσμα μόνο 25 μονάδες βάσης επίπτωση CET1, η οποία μεταφράστηκε σε όφελος 40 μονάδων βάσης (3 δισ. ευρώ σε κεφάλαιο) σε σύγκριση με την τυπική προσέγγιση. Η αίτηση της Banco BPM για τη συναλλαγή με την Anima Holding θα είχε ως αποτέλεσμα όφελος CET1 210 μονάδων βάσης εάν δεν είχε απορριφθεί. Μια απόφαση που σηματοδότησε ότι η εποπτική έγκριση παραμένει επιλεκτική και αυστηρή όσον αφορά τη συστημική σταθερότητα. Ένα άλλο αξιοσημείωτο παράδειγμα της ενισχυμένης δραστηριότητας συγχωνεύσεων και εξαγορών περιλαμβάνει την εσωτερίκευση από την UniCredit του 51% της CNP Assurances και του 50% της Allianz στις κοινοπραξίες τραπεζοασφαλίσεων CNP UniCredit Vita S.p.A. και UniCredit Allianz Vita S.p.A., αντίστοιχα.
Η συνεισφορά στον ισολογισμό των οντοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα εντός του ομίλου θα πρέπει να υπερβαίνει το 40%. Επιπλέον, κάθε χρηματοπιστωτικός τομέας εντός του ομίλου πρέπει να αντιπροσωπεύει μεμονωμένα πάνω από 10% τόσο (α) του ισολογισμού του ομίλου που βασίζεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα όσο και (β) των συνολικών απαιτήσεων φερεγγυότητας των χρηματοπιστωτικών του οντοτήτων.
Διαβάστε ακόμη
Unilever: «Παγώνει» το spinoff της Magnum Ice Cream λόγω shutdown στις ΗΠΑ
Μαρίνα Αγίου Κοσμά: Σηματοδοτεί τη νέα εποχή του θαλάσσιου τουρισμού
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.