Αντιμέτωπες με μια πρωτοφανή εκλογική χρονιά αναμένεται να βρεθούν οι ΗΠΑ με τη νέα χρονιά.

Όπως φαίνεται θα επαναληφθεί το σκηνικό μιας προεκλογικής εκστρατείας ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν και τον Ντόναλντ Τραμπ. Ένας πολιτικός που πριν από τρία χρόνια προσπάθησε με τη χρήση βίας και καλώντας τους οπαδούς του να εισβάλουν στο Καπιτώλιο ώστε να παραμείνει στην εξουσία, οδήγησε τη χώρα σε πρωτοφανή συνταγματική κρίση. Το διακύβευμα είναι αντίστοιχα υψηλό.

Ο Τραμπ θα μπορούσε και πάλι να προσπαθήσει να αμφισβητήσει την εγκυρότητα των εκλογών, να κινητοποιήσει τη βάση του και να δημιουργήσει χάος στην εκλογική διαδικασία. Πάνω απ’ όλα όμως αντιμετωπίζει τέσσερις ποινικές δίκες κατά τη διάρκεια της εκλογικής χρονιάς, μεταξύ άλλων για τη στάση του κατά του αποτελέσματος των εκλογών του 2020. Κανένας άλλος πρόεδρος των ΗΠΑ και υποψήφιος δεν κλήθηκε να καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Και ανεξάρτητα από το αν ο Τραμπ καταδικαστεί τελικά ή αθωωθεί, και στις δύο περιπτώσεις θα τεθεί σε δοκιμασία το συνταγματικό σύστημα της χώρας με πρωτοφανή τρόπο. Οι προκλήσεις των δύο πολιτικών, σε περίπτωση που ο νυν πρόεδρος κατέβει τελικά στον προεκλογικό στίβο, είναι μεγάλες. Μία εξ αυτών είναι κοινή.

Ασταθής διεθνής κατάσταση και οικονομία

Καταρχάς ο Μπάιντεν έχει να αντιμετωπίσει σειρά διεθνών κρίσεων. Ο πόλεμος του Ισραήλ κατά της Χαμάς στη Γάζα θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μείζονα σύγκρουση στην περιοχή. Οι επιθέσεις από ομάδες που υποστηρίζονται από το Ιράν κατά των αμερικανικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή έχουν αυξηθεί. Ο Αμερικανός πρόεδρος θεωρείται πιθανό ότι θα κάνει ό,τι μπορεί για να αποτρέψει την χώρα του να συρθεί σε έναν πόλεμο. Λόγω του μεγάλου αριθμού θυμάτων μεταξύ των αμάχων Παλαιστινίων, η αμέριστη υποστήριξη του Μπάιντεν προς το Ισραήλ έχει επίσης επικριθεί ευρέως από τμήματα του αμερικανικού λαού. Αυτό θα μπορούσε να αποξενώσει τους ψηφοφόρους μακροπρόθεσμα. Ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας διχάζει επίσης τις ΗΠΑ και η υποστήριξη για την τεράστια αμερικανική βοήθεια που έχουν δώσει οι ΗΠΑ μέχρι σήμερα μειώνεται. Συνεπώς, ο Μπάιντεν αντιμετωπίζει δυσκολίες στην ίδια πορεία απεριόριστης υποστήριξης προς το Κίεβο, ιδίως μάλιστα που δεν διαφαίνεται κάποιος τέλος του πολέμου. Μια άλλη παράμετρος είναι η οικονομία.

Με το τέλος της πανδημίας και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι τιμές αυξήθηκαν στις ΗΠΑ. Το καλοκαίρι του 2022, ο πληθωρισμός στην ισχυρότερη οικονομία του κόσμου, έφτασε σε υψηλό 40 ετών, ξεπερνώντας το 9%. Έκτοτε ο πληθωρισμός έχει μειωθεί σημαντικά αν και οι ήδη υψηλές τιμές συνεχίζουν παρόλα αυτά να αυξάνονται, ωστόσο πιο συγκρατημένα. Ο Μπάιντεν βέβαια ευθύνεται περιορισμένα για τις υψηλές τιμές καταναλωτή. Παράλληλα, τα πράγματα εξελίσσονται καλά στην αγορά εργασίας, όμως όταν οι άνθρωποι στις ΗΠΑ μπορούν να κάνουν όλο και λιγότερα πράγματα με τα χρήματά τους, κατηγορούν γενικά τον σημερινό πρόεδρο. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί η μάχη της Fed κατά του πληθωρισμού με τη δραστική αύξηση του βασικού επιτοκίου με αποτέλεσμα τα επιτόκια των δανείων να έχουν εκτοξευθεί στα ύψη.

Διαβάστε τη συνέχει στη DW