Και, ξαφνικά, εγένετο Rimac. Μια κροατική εταιρεία παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων που όλες οι αυτοκινητοβιομηχανίες του κόσμου θα ήθελαν να κάνουν δική τους.

Μια εταιρεία που ενώ όλα τα αυτοκίνητα που έχει πουλήσει μέχρι τώρα κοστολογούνται στα 8,4 εκατ. ευρώ, η αξία της ξεπερνά το μισό δισεκατομμύριο ευρώ. Και για όλα αυτά «υπεύθυνος» είναι ο Mate Rimac, ο νεαρός Κροάτης που πιθανόν σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα να είναι η ευρωπαϊκή απάντηση στο φαινόμενο Έλον Μασκ.

Ηδη η εταιρεία του απασχολεί 600 εργαζομένους από 29 διαφορετικές εθνικότητες και συνεργάζεται με δεκαπέντε διαφορετικούς κατασκευαστές, μεταξύ των οποίων η Aston Martin, η Koenigsegg και η Pininfarina Automobili, ενώ τόσο ο όμιλος Hyundai όσο και η Porsche έσπευσαν να αγοράσουν σημαντικά ποσοστά μετοχών.

O Rimac είναι για τους Κροάτες ένα ίνδαλμα που μπορεί να συγκριθεί μόνο με αστέρες της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου. Κι όμως, ο 32χρονος Mate δεν έχει καμία σχέση με τους παραδοσιακούς, ολίγον σνομπ και απόμακρους επιχειρηματίες. Είναι λιτός στην ομιλία του, απαντά άμεσα και έξυπνα στις ερωτήσεις, είναι υπερκινητικός παρακολουθώντας τα πάντα με το βλέμμα του.

Ο Rimac γεννήθηκε στη Βοσνία. Σε ηλικία 14 ετών εγκαταστάθηκε στο Ζάγκρεμπ φοιτώντας σε τεχνικό λύκειο. Για να πάρει το απολυτήριο έπρεπε να παραδώσει την πτυχιακή του με θέμα να δημιουργήσει ένα αντικείμενο. Αυτό ήταν ένα «έξυπνο» γάντι με το οποίο ο χρήστης δεν είχε την ανάγκη πληκτρολογίου ή ποντικιού για να δουλέψει σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Χάρη σε αυτό ο Rimac κέρδισε αρκετά διεθνή βραβεία και απέκτησε τα πρώτα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, προτού καν συμπληρώσει τα 18.

Επιτυχία, κυριολεκτικά, με το γάντι

«Ζω για την τεχνολογία, αλλά πάνω απ’ όλα είμαι λάτρης του αυτοκινήτου. Τα υπόλοιπα έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Ποτέ όμως δεν νοσταλγώ το παρελθόν της αυτοκίνησης. Καθετί νέο αποτελεί εξέλιξη». Με τα χρήματα που είχε συγκεντρώσει από τα βραβεία και τις ελάχιστες πωλήσεις του iGlove, αγόρασε μια μεταχειρισμένη BMW Σειρά 3 (Ε30) με την οποία συμμετείχε σε αγώνες.

Οταν ο κινητήρας παρέδωσε πνεύμα, αντικαταστάθηκε με ένα ηλεκτρικό μοτέρ το οποίο το είχε φτιάξει ο ίδιος. Μετά από μια έντονη περίοδο ταξιδιών, γνωριμιών και αναζήτησης χρημάτων, ο Rimac βρήκε στο Άμπου Ντάμπι τους πολυπόθητους επενδυτές και ξεκίνησε τον σχεδιασμό του πρώτου μοντέλου, Concept One, που παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2011 στο Σαλόνι της Φρανκφούρτης. Το ηλεκτρικό supercar των 1.241 PS τράβηξε το ενδιαφέρον σημαντικών προμηθευτών και κατασκευαστών αυτοκινήτων, οι οποίοι ήθελαν να υλοποιήσουν στα δικά τους ηλεκτρικά μοντέλα υψηλών επιδόσεων μία ή και περισσότερες από τις 24 πατέντες που διέθετε.

«Για κάποιους το γεγονός ότι θα έπρεπε να συνεργαστούν με έναν 20χρονο Κροάτη, ιδιοκτήτη start-up εταιρείας, ήταν μεγάλο ρίσκο. Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να αλλάξω ήταν η εμφάνισή μου. Αποφάσισα, λοιπόν, να αφήσω γενειάδα για να μπορέσω να δείχνω μεγαλύτερης ηλικίας, άρα και πιο ώριμος, ώστε να πείσω τους εν δυνάμει συνεργάτες, επενδυτές και πελάτες. Και μάλλον τα κατάφερα».

Γιατί όμως εταιρείες όπως η Porsche και η Huyndai, που όχι απλώς αγόρασαν κάποια από τις πατέντες του Rimac, αλλά και μετοχές της εταιρείας του, δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν τη δική τους τεχνολογία επάνω στην ηλεκτροκίνηση; Την απάντηση δίνει άμεσα ο Mate: «Εμείς εστιάζουμε στην απόδοση. Τα ηλεκτρικά μοτέρ που κατασκευάζουμε διαθέτουν την υψηλότερη πυκνότητα ισχύος και ενέργειας. Οποιος επιθυμεί μεγάλη ισχύ σε κόμπακτ διαστάσεις απευθύνεται σε εμάς. Διαθέτουμε τεχνογνωσία για το πώς θα πρέπει να διαχειριστούμε την απόδοση μιας μπαταρίας, κυρίως μέσω της σωστής ψύξης, αλλά και στην κατασκευή υψηλής απόδοσης inverters. Ολοι αρχίζουν τώρα να μιλάνε για τις μπαταρίες 800V, τις οποίες εμείς χρησιμοποιούμε από το 2011».

Κι όμως, αυτή η ιλιγγιώδης επιτυχία δεν έχει αποπροσανατολίσει τον Mate: «Το ποσοστό του 43% που κατέχω στην εταιρεία κοστολογείται εκατοντάδες εκατομμύρια και εάν τα πράγματα συνεχίσουν να κινούνται θετικά, η αξία θα πολλαπλασιαστεί σε δισεκατομμύρια, αλλά αυτό δεν αποτελεί, τουλάχιστον για εμένα, το βασικό κίνητρο για να συνεχίζω να κάνω αυτό με το οποίο παθιάζομαι. Ο μισθός μου δεν είναι εξωπραγματικός, είναι σχεδόν τριπλάσιος από έναν ανειδίκευτο εργάτη. Στις ΗΠΑ ο μηνιαίος μισθός ενός διευθύνοντος συμβούλου μπορεί να είναι κατά 287 φορές υψηλότερος. Και αυτό είναι το μοναδικό εισόδημα που έχω. Στο παρελθόν είχα δεχτεί αρκετές προσφορές να πουλήσω το ποσοστό μου. Αλλά εάν είχα συμφωνήσει και στον προσωπικό μου λογαριασμό αυτή τη στιγμή είχα 100 εκατ. ευρώ, στην περίπτωση που η εταιρεία δεν μπορούσε να πετύχει τους στόχους της, ειλικρινά δεν θα αισθανόμουν ικανοποιημένος».

Σήμερα ο Mate Rimac καλείται να εξαργυρώσει την επιτυχία του κρατώντας κάμποσα καρπούζια κάτω από τις μασχάλες του. Μόλις πριν από μερικές εβδομάδες ανακοινώθηκε η συμμαχία μεταξύ των Rimac, Bugatti και Porsche, με τη νεοσύστατη εταιρεία να αναμένεται ξεκινήσει τις δραστηριότητές της στα τέλη του 2021. Κοινός στόχος των τριών εταιρειών είναι η δημιουργία ηλεκτρικών μοντέλων υψηλών επιδόσεων, τα οποία θα λανσαριστούν κάτω από μία κοινή ομπρέλα, αυτή της Bugatti Rimac LCC.

Κατά βάση η συμφωνία έγινε επειδή η Bugatti χρειαζόταν απεγνωσμένα τεχνογνωσία στην ηλεκτροκίνηση προκειμένου να επιβιώσει. Κάτι που ο αντιπρόεδρος της Porsche, που είναι ένας από τους βασικούς μετόχους τόσο στη Bugatti όσο και στη Rimac, Lutz Meschke, γνωρίζει πολύ καλά: «Το μέλλον της Bugatti έχει εξασφαλιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».

Η ανάγκη έγινε προφανώς φιλοτιμία, δεδομένου ότι το brand value της Bugatti εκτιμάται χαμηλότερα από το κόστος εξέλιξης ενός και μόνο μοντέλου της Rimac, όπως το Nevera. Η Rimac θα κατέχει το 55% των μετοχών της νέας εταιρείας, με το 45% να αναλογεί στην Porsche που ανήκει στο Volkswagen Group.

Ο Κροάτης κατασκευαστής θα λειτουργεί ξεχωριστά ως προμηθευτής ηλεκτρικών συστημάτων μετάδοσης, με την ονομασία Rimac Technology. Ο ιδρυτής της εταιρείας και CEO της νέας συμμαχίας, διατηρεί το 37% του Rimac Group, ενώ το 24% κατέχει η Porsche, χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου στο Δ.Σ., το 12% το Hyundai Motor Group και το υπόλοιπο 27% λοιποί επενδυτές.
Αλλά υπάρχει και ένα ακόμα σύμφωνο συνεργασίας ανάμεσα στη Rimac και τη Hyundai, που υπογράφηκε το 2019.

Σύμφωνα με αυτό, η Rimac εξελίσσει μια ηλεκτρική έκδοση της N division, που είναι το σπορ παρακλάδι της Hyundai, καθώς και ένα plug-in ηλεκτρικό όχημα κυψελών καυσίμου (FCEV). Στόχος του Rimac είναι στο μέλλον η εταιρεία του να μην επικεντρώνεται μονάχα στη δημιουργία supercars, αλλά να προχωρήσει και σε πιο mainstream μοντέλα.

Ο ίδιος πάντως ασπάζεται απολύτως το επιχειρηματικό δόγμα do or die: «Ολη μου η ζωή βρίσκεται στην εταιρεία. Δουλεύω μέρα-νύχτα και εάν πάει κάτι στραβά δεν υπάρχει plan B. Θεωρώ ότι ένας μάνατζερ για να θεωρηθεί επιτυχημένος δεν θα πρέπει η εταιρεία του να εξαρτάται αποκλειστικά από αυτόν και τις όποιες προσωπικές του ανάγκες. Αυτό που κάνουμε στη Rimac είναι τόσο ιδιαίτερο, που χρειάζεται απόλυτη δέσμευση και αφοσίωση».

Διαβάστε ακόμη:

Προϋπολογισμός: Πρωτογενές έλλειμμα 6,4 δισ. ευρώ στο οκτάμηνο 

Η πανδημία «πίκρανε» τον Τερκενλή

Γιώργος Πατέρας: €11 δισ. για την ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου με «πράσινα» πλοία