Οι καθοδικοί κίνδυνοι από τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής είναι υψηλότεροι σε σχέση με την πρόσφατη ιστορία, εξηγεί η Barclays. “Ο πόνος έχει μέχρι στιγμής εντοπιστεί σε μετοχές υψηλής αποτίμησης, αλλά τα σημάδια μιας ευρύτερης διάθεσης για μείωση του κινδύνου στα χαρτοφυλάκια είναι εμφανής (risk-off)».

Συνολικά η Barclays εμφανίζεται πολύ πιο επιφυλακτική καθώς εκτιμά ότι οι κίνδυνοι για τις αμερικανικές μετοχές στρέφονται προς τα κάτω βραχυπρόθεσμα. «Χρησιμοποιώντας τις αποτιμήσεις πριν από την πανδημία ως μέγεθος σύγκρισης, υπάρχει ακόμη 8% περίπου περιθώριο πτώσης για τον δείκτη S&P 500 με περισσότερο πόνο για υψηλότερες αποτιμήσεις», εκτιμά η τράπεζα. Το επόμενο επίπεδο πτώσης, που θα οδηγήσει τη Fed να παρέμβει, πιθανότατα θα ενεργοποιηθεί μόνο μετά από μία πτώση της τάξεως του 20%, βάσει της εμπειρίας του 2001 και του 2018.

Από τη θετική πλευρά, ένα rebound είναι εφικτό καθώς τα κέρδη και μια ισχυρότερη πολιτική αντίδραση από την Κίνα θα μπορούσαν να αποτελέσουν πιθανούς καταλύτες, αν και η βασική υπόθεση της Barclays είναι ότι αυτά δεν θα κάνουν τη διαφορά.

Η πολιτική της Fed

Η στροφή της Fed για πιο πολλές και μεγαλύτερες αυξήσεις στα επιτόκια (hawkish) αποτελεί μια νέα πηγή άγχους στην αγορά των μετοχών και αυτή τη φορά θα μπορούσε οι συνθήκες για τις μετοχές να είναι διαφορετικές, εκτιμά η Barclays. Η Fed αναμένεται φέτος να ξεκινήσει το taper, να αυξήσει τα επιτόκια και να ξεκινήσει την ποσοτική σύσφιξη (Quantitative Tightening – QT).

Ιστορικά, η έναρξη του κύκλου αύξησης της Fed δεν εκτροχιάζει το ράλι των μετοχών, με τις θετικές αποδόσεις μετά την αύξηση να υποστηρίζονται από τη συνεχή ενίσχυση των κερδών, καθώς οι αποτιμήσεις μειώνονταν.

Πρώτον, οι τρέχουσες αποτιμήσεις εξακολουθούν να είναι αυξημένες σε σχέση με τα επίπεδα προ πανδημίας. Δεύτερον, η εξαιρετική αύξηση των κερδών μετά την πανδημία οφείλεται στα δημοσιονομικά κίνητρα που τροφοδοτήθηκαν από την καταναλωτική έξαρση. H Fed αντιμετωπίζει μια δύσκολη ισορροπία μεταξύ του να μην μείνει πίσω από την καμπύλη στην συγκράτησης του πληθωρισμού και ενός πιθανού αναπτυξιακού προβλήματος λόγω της Omicron, ιδίως καθώς η Κίνα συνεχίζει να ακολουθεί πολιτική μηδενικής ανοχής εν μέσω μιας πιστωτικής επιβράδυνσης.

Η αρχική φάση του πτώσης των αμερικανικών μετοχών ήταν ένα τοπικό «ξεφούσκωμα της φούσκας» σε ορισμένες υψηλές αποτιμήσεις και σε άλλα κερδοσκοπικά περιουσιακά στοιχεία με μικρή ευρύτερη πίεση. Αν και η δημοφιλής άποψη είναι ότι η αύξηση των εξαιτίας των πραγματικών επιτοκίων επηρέασε μόνο τις μετοχές υψηλής ανάπτυξης, η Barclays βλέπει ότι ακόμη και οι μετοχές χαμηλής ανάπτυξης αλλά και οι μετοχές υψηλής αποτίμησης έχουν πληγεί.

Τέλος, και στο θετικό πόλο, οι ροές των χρημάτων των επενδυτών επί των διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων ETF και των αμοιβαίων κεφαλαίων παρέμειναν θετικές, ωστόσο, την περασμένη εβδομάδα εμφανίστηκαν αρχικές ενδείξεις ευρύτερης μετάδοσης της πτώσης. Καθώς οι μετοχές συνέχισαν την πτωτική τους πορεία, τα ομόλογα και το δολάριο ανέκαμψαν, αλλά ο πρωταρχικός παράγοντας που οδήγησε τις αποδόσεις στις μετοχές είναι η επιστροφή της μεταβλητότητας. Η αγορά συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης του VIX πέρασε τελικά σε αντιστροφή και backwardation, που σημαίνει ότι η τρέχουσα τιμή ενός υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου είναι υψηλότερη από τις μελλοντικές τιμές διαπραγμάτευσης.

Διαβάστε ακόμα:

Πώς θα δοθούν τα bonus στο Δημόσιο – Το σύστημα κινήτρων και επιβραβεύσεων

Axia: To ελληνικό στόρυ παραμένει ισχυρό – Τα top picks του 2022

Ραφαέλ Ναδάλ: Ο «θησαυρός» των 127,1 εκατ. από τα έπαθλα, τα μεγάλα deals και οι business στην Ελλάδα