Η αμερικανική πολιτεία ξοδεύει τόσα πολλά που το ευρωπαϊκό χρέος θα γίνει πιο ελκυστικό στους επενδυτές, εκτιμά ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg που μίλησε σήμερα στο CNBC.

Τα αμερικανικά ομόλογα – το χρέος δηλαδή που εκδίδει το αμερικανικό ΥΠΟΙΚ για να χρηματοδοτεί τις δραστηριότητες της κυβέρνησης – θεωρούνται παραδοσιακά ως ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο.

Αυτό σημαίνει ότι όσοι αγοράζουν αμερικανικά ομόλογα θα έχουν σταθερές αποδόσεις στο μέλλον – ακόμα κι αν αυτές δεν είναι πολύ υψηλές – και ότι οι επενδυτές έχουν εμπιστοσύνη ότι η αμερικανική κυβέρνηση θα αποπληρώσει αυτό το χρέος.

Ωστόσο, αυτό μπορεί να σταματήσει να ισχύει όταν τελειώσει η πανδημία του κορωνοϊού.

«Το αμερικανικό χρέος, το δημόσιο χρέος, ανεβαίνει πολύ και μάλιστα πολύ περισσότερο από οπουδήποτε στην Ευρώπη, άρα η σύγκριση μεταξύ της αγοράς ενός ευρωπαϊκού ομολόγου ή ενός αμερικανικού θα φαίνεται πολύ πιο ευνοϊκή στο μέλλον», ανέφερε ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg.

Το γραφείο Προϋπολογισμού του αμερικανικού Κογκρέσου ανέφερε ότι τον Σεπτέμβριο ότι το δημόσιο χρέος αναμένεται να αυξηθεί κατακόρυφα στο 98% του ΑΕΠ το 2020, από 79% στα τέλη του 2019».

Αναμένεται επίσης ότι το 2021 το αμερικανικό χρέος θα ξεπεράσει το 100% το 2021 και θα φτάσει στο 109% του ΑΕΠ μέχρι το 2030.

Τα υψηλότερα ποσοστά δημόσιου χρέους μπορεί να κάνουν λιγότερο ελκυστικά τα αμερικανικά ομόλογα στους επενδυτές δεδομένου ότι υπάρχει αυξημένο ρίσκο ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε σε κάποιο σημείο να δυσκολευτεί να αποπληρώσει ένα μέρος του. Οι επενδυτές ψάχνουν για assets σχετικά απαλλαγμένα από ρίσκο και θα μπορούσαν θεωρητικά να γυρίσουν την πλάτη τους στα αμερικανικά ομόλογα.

Και οι ευρωπαϊκές χώρες ξοδεύουν πολλά για να αντιμετωπίσουν το οικονομικό σοκ του κορωνοϊού. Η ΕΚΤ προειδοποίησε τον περασμένο Μάιο ότι το αυξανόμενο δημόσιο χρέος στις χώρες της Ευρώπης με ήδη υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, μπορεί να αναζωπυρώσει τις ανησυχίες της αγοράς.

Ωστόσο, από τότε, τα 27 κράτη της ΕΕ εργάστηκαν από κοινού για να εγκρίνουν τον κοινό δανεισμό μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που είναι ο εκτελεστικός βραχίονας της ΕΕ.

Το σχέδιο αυτό αύξησε την εμπιστοσύνη των αγορών ότι η ΕΕ μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα το σοκ στην οικονομία και ως εκ τούτου να αυξήσει την όρεξη των επενδυτών για ευρωπαϊκά ομόλογα.

«Επιπλέον, έχουμε και την ΕΚΤ που κρατά ουσιαστικά μεγάλο μέρος της αύξησης του χρέους και το οποίο για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν θα πουλήσει, οπότε τουλάχιστον για το προβλέψιμο μέλλον, δηλ. τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια, υπάρχει πολύ μικρός κίνδυνος κρίσης χρέους στην Ευρώπη αρκεί να μην υπάρξει κάποιο πολιτικό γεγονός στην Ιταλία», αναφέρει ο Σμίντινγκ.

Ο οικονομολόγος είναι της άποψης ότι η Ιταλία είναι η πιο επικίνδυνη χώρα στην ΕΕ (από πλευράς ξεσπάσματος μιας κρίσης χρέους), παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο χρέος στην ΕΕ κι αυτό γιατί η κυβέρνηση συνασπισμού της Ρώμης είναι εύθραυστη και μια κατάρρευσή της μπορεί να προκαλέσει πρόωρες εκλογές.