Την καλύτερη σχέση ρίσκου- απόδοσης εμφανίζει διεθνώς το ελληνικό χρηματιστήριο, σύμφωνα με ξένους επενδυτές, αν και την τελευταία εβδομάδα παραμένοντας στις 600 μονάδες ή και χαμηλότερα δεν αποτιμά τίποτε, ούτε καν το ισχυρό rebound μετά τις προβλέψεις για εφιαλτική ύφεση.

Εαν όμως οι επενδυτές  θα έπρεπε να επιλέξουν μια αγορά στις αναδυόμενες χώρες, αυτή είναι η Ελλάδα, διότι παραμένει φθηνή με βάση τους πολλαπλασιαστές μεγεθών του 2021, άρα έχει υψηλότερα περιθώρια απόδοσης. Σύμφωνα με την Wood Capital, οι τραπεζικές μετοχές για το 2021 θα διαπραγματεύονται 12 – 25 φορές την λογιστική τους αξία, αριθμοί που είναι οι χαμηλότεροι  στην Ευρώπη – ενώ οι τράπεζες δε χρειάζονται αναγκαστικές αυξήσεις κεφαλαίου.

Εξάλλου, στα χρηματιστήρια  οι επενδύσεις γίνονται στις χαμηλότερες τιμές με αδύναμες οικονομίες και όχι στις υψηλότερες τιμές με ισχυρότερες οικονομίες. Η ελληνική αγορά, όπως θα δούμε, αναζητά τον καταλύτη που θα την διαφοροποιήσει κι αυτός δεν είναι άλλος από την εξυγίανση των  κόκκινων δανείων, η οποία και πριν την κρίση ήταν το δέλεαρ για τους ξένους επενδυτές.

Η ύφεση του ιού έχει μοναδικό προφίλ, όπως ορθώς, επισημαίνει η Goldman Sachs σε έκθεση της ( Το άνοιγμα της οικονομίας και τα ρίσκα). Οι οικονομολόγοι αναμένουν βαθιά, αλλά βραχυπρόθεσμη ύφεση, και μετά θα ακολουθήσει σημαντικό rebound. Οι αγορές συνήθως αποτιμούν (discount ) δυο χρόνια μακροοικονομικής απόδοσης, έτσι οι επενδυτές θα πρέπει να σκεφθούν όχι μόνο την πτώση, αλλά και το rebound τον επόμενο χρόνο”.

Η τελευταία αυτή προεξόφληση του rebound δεν συμβαίνει στην ελληνική αγορά καθώς μετά την άνοδο του ΧΑ κατά 16% την προηγούμενη περίοδο, η ελληνική αγορά δείχνει ότι δεν αποτιμά τίποτε καθώς παραμένει στις 600 -595 μονάδες διακινώντας χαμηλούς τζίρους.

Κατά την άποψη ξένων χαρτοφυλακίων που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά για λογαριασμό Αμερικανικών funds τρία είναι τα ερωτήματα που πρέπει να να απαντηθούν απο τους επενδυτές, σχετικά με το ρίσκο που αναλαμβάνουν. Πρώτον, υπάρχει πιθανότητα να χρεοκοπήσει η Ελλάδα στο χρέος της ; Οχι, είναι η απάντηση διότι κατά 80% το ελληνικό χρέος είναι διευθετημένο. Δεύτερον, υπάρχει πιθανότητα ανεπάρκειας κεφαλαίων για τις ελληνικές Τράπεζες ; Η απάντηση είναι πάλι αρνητική – καθώς υπάρχει η ευελιξία που παρέχει ο Ευρωπαίος επόπτης, όπως εκτιμούν και ξένοι οίκοι. Τρίτο ερώτημα είναι εαν οι ελληνικές τράπεζες θα αποκτήσουν μαζικά ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ( πλειστηριασμοί ) μετά την ύφεση ; Και στο τρίτο ερώτημα η απάντηση είναι πάλι αρνητική.

Το επόμενο ερώτημα, λοιπόν, είναι γιατί η ελληνική αγορά δεν προεξοφλεί την σημαντική άνοδο που αναμένεται μετά την ύφεση του 2020 ; Oι εφιαλτικές προβλέψεις για την Ελλάδα απο το ΔΝΤ, την Moody’s, την ΕΕ απώθησαν, προς το παρόν τους επενδυτές, έτσι “η Ελλάδα χρειάζεται να πείσει ξανά τους επενδυτές ότι, θα εφαρμόσει την οικονομική πολιτική που είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση”, όπως τονίζει ξένος επενδυτής.

Το ελληνικό χρηματιστήριο πριν απο την κρίση του ιου με την άνοδο του 2019 (50% ) προεξοφλούσε την αναμενόμενη ανάπτυξη, και ήδη είχε συγκεντρώσει το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών για τις τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων.  Η διαδικασία σταμάτησε και αναμένεται να ξεκινήσει εντός του Μαϊου ( Eurobank ) ενω στο δεύτερο εξάμηνο θα ακολουθήσει και η Alpha bank, αλλά και οι υπόλοιπες τράπεζες. Επιπλέον, στην εξίσωση έχει προστεθεί και η λύση της κακής τράπεζας που θα “απελευθέρωνε” κεφάλαια για τις τ ελληνικές τράπεζες.

Τέλος, ένα αρνητικό στοιχείο είναι ότι παρά το γεγονός ότι, η ΕΚΤ δήλωσε ότι, θα κάνει ότι είναι δυνατόν για τις αγορές ευρωπαίκών ομολόγων, το Γερμανικό Δικαστήριο αμφισβήτησε την δυνατότητα της να αγοράζει ομόλογα (QE). Ξένοι οίκοι, όπως η Goldman Sachs, θεωρούν ότι, η ΕΚΤ το επόμενο διάστημα. θα προχωρήσει τελικά σε μεγαλύτερες συναλλαγές, αφού πρώτα χειροτερέψουν τα ευρωπαϊκά spreads δανεισμού.