Οι άσχημες σκέψεις που κάνουμε αρκετές φορές είναι πολύ κατώτερες από αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. Το ίδιο ισχύει και με το Ελληνικό Χρηματιστήριο, το οποίο διόρθωσε 13%-14% μετά από ένα έντονο μετεκλογικό ράλι, που έφερε την αγορά να εμφανίζει την καλύτερη επίδοση πανευρωπαϊκά με 45% από τις αρχές του χρόνου.

Η διόρθωση μέσα σε δέκα συνεχείς συνεδριάσεις εξανέμισε τα κέρδη όλου του εξαμήνου και ενέσπειρε αμφιβολίες σε Ελληνες και ξένους επενδυτές για το αν μπορεί η νέα κυβέρνηση να υλοποιήσει τα όσα υποσχέθηκε προεκλογικά.

Επί της ουσίας, οι πωλήσεις αφορούσαν τους επενδυτές που τοποθετήθηκαν στην Ελλάδα λόγω των εκλογών (Μητσοτάκης trade) και τώρα αναμένονται νέοι.

Ομως, η Ελλάδα έχει μια ειδοποιό διαφορά σε σχέση με τις διεθνείς αγορές: επί δέκα χρόνια οι αξίες έχουν υποστεί καθίζηση και ύστερα από έντεκα συναπτά χρόνια ανόδου των αγορών η ελληνική οικονομία δεν επωφελήθηκε από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης.

Το Χρηματιστήριο, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις σε μετοχές, βρίσκεται ακόμα στη ζώνη των 830-840 μονάδων. Οι ξένοι διαχειριστές που τοποθετούν κεφάλαια στις αγορές περισσότερο φοβούνται την αντίδραση των χρηματιστηρίων απέναντι στις μειώσεις επιτοκίων και τα γιγαντιαία προγράμματα χαλάρωσης παρά την αδύναμη και ρηχή ελληνική αγορά, η οποία με λίγα κεφάλαια παίρνει ανοδική ή καθοδική πορεία.

Οι ξένοι επενδυτές έχουν στρέψει τα βλέμματα στον Dow Jones και δεν φοβούνται τόσο την Αθήνα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η ελληνική αγορά δεν θα διορθώσει εφόσον αντιδράσουν οι αγορές.

Το ρίσκο που αναλαμβάνουν οι ξένοι επενδυτές στην Ελλάδα είναι συγκεκριμένο και υπαγορεύεται από την κοινή λογική: ένας διαχειριστής επιμένει στις διεθνείς αγορές που έχουν σημειώσει αλλεπάλληλα ιστορικά ρεκόρ δεικτών ή προτιμά μια αγορά στην οποία όλοι οι βασικοί δείκτες αρχίζουν να υποδεικνύουν έξοδο από τη συνεχή συμπίεση; H ερώτηση καθίσταται ρητορική, διότι οποιοσδήποτε διαχειριστής έχασε το χρηματιστηριακό ράλι της Ελλάδας και των ομολόγων δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί στους ανωτέρους του.

Η αντίδραση των αγορών σε Fed – ΕΚΤ

Οποιοι έχουν επενδύσει κάτω από τις 800 μονάδες και έχουν αξιολογήσει σωστά τις εταιρείες που έχουν επιλέξει δεν έχουν να φοβούνται μια πιθανή κατάρρευση των διεθνών αγορών και ένα συνεπακόλουθο γκρέμισμα της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς. Είναι διαφορετικό να αγοράζεις μετοχές στις 26.000 μονάδες του Dow και στις 11.000 του DAX και εντελώς διαφορετικό να έχεις αγοράσει ελληνικές μετοχές κάτω από τις 800 μονάδες. Από την άλλη πλευρά, όπως τονίζει ξένος διαχειριστής στην Αθήνα, «σε 2-3 μήνες η χρονιά τελειώνει και οι ξένοι επενδυτές δεν θα διακινδυνεύσουν τα κέρδη τους. Υπάρχουν αβεβαιότητες στις αγορές, όπως η μακρόσυρτη συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας που συνεχίζεται επί έναν χρόνο. Θα έχει μεγάλη σημασία λοιπόν πώς θα αντιδράσουν οι αγορές απέναντι στη Fed και την ΕΚΤ». Ηδη, όπως δήλωσε ο πρόεδρος της Fed την περασμένη εβδομάδα, η τράπεζα θα πράξει όπως αρμόζει προκειμένου να διατηρήσει την ανάπτυξη.

Επενδυτικό καταφύγιο

Υπό τον όρο της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων η Αθήνα αποτελεί επενδυτικό καταφύγιο το επόμενο χρονικό διάστημα – εν όψει της νέας μείωσης επιτοκίων από τη Fed, αλλά και του νέου προγράμματος της ΕΚΤ στις αρχές του Σεπτεμβρίου.

Με αφορμή τα χαμηλά επιτόκια και την αναταραχή η ελληνική αγορά διόρθωσε και θα διορθώσει, ωστόσο η διαφορά είναι ότι στα δέκα χρόνια της κρίσης η ελληνική αγορά είχε σημαντική υποχώρηση αξιών.
Τα τελευταία χρόνια ο Γενικός Δείκτης βρίσκεται κολλημένος στις 800 μονάδες, ενώ αντίθετα οι διεθνείς αγορές σημείωναν άνοδο επί έντεκα χρόνια μετά την κρίση του 2008.

Τα κεφάλαια στις διεθνείς αγορές λοιπόν θα αναζητήσουν διέξοδο και καταφύγιο, όπως συνέβη πριν από τις εκλογές, όταν η ελληνική έφτασε να καταγράφεται ως η καλύτερη ευρωπαϊκή αγορά.
Η επαναφορά της με άνοδο 4,58%, στις 830 μονάδες, μετά από μια διόρθωση της χρηματιστηριακής κεφαλαιοποίησης κατά 5,5 δισ. ευρώ συνολικά και 2,5 δισ. ευρώ στις τράπεζες, εκπορεύτηκε από τα ξένα χαρτοφυλάκια που είχαν οδηγήσει το ράλι της αγοράς από τα μέσα του περασμένου Ιανουαρίου.

Τα ελληνικά χαρτοφυλάκια είναι εξ ορισμού αδύνατον να αντιδράσουν με αυτό τον τρόπο όταν σε κάθε γύρισμα της αγοράς βρίσκονται αντιμέτωπα με τον κίνδυνο της πώλησης των μετοχών ή των συμβολαίων τους λόγω της υπέρβασης των περιθωρίων τους (margin).

Η πτώση της χρηματιστηριακής αγοράς περίπου κατά 14% συνολικά και κατά 30% στις τράπεζες εξανέμισε τα κέρδη των ιδιωτών, αλλά και αρκετές από τις υπεραξίες των ξένων επενδυτών.

Τα αμερικανικά funds που έχουν τοποθετήσει κεφάλαια στην ελληνική αγορά δεν είχαν στόχο απλώς το ράλι πριν από τις εκλογές, αλλά επιδιώκουν να αποκομίσουν κέρδη μέχρι η ελληνική οικονομία να πάρει την επενδυτική αναβάθμιση, δηλαδή το investment grade, η οποία θα φέρει νέα και ισχυρότερα κεφάλαια. Η διαδικασία αυτή θα χρειαστεί 12-14 μήνες και θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα της πορείας της ελληνικής οικονομίας. Υπό αυτά τα δεδομένα, ο στόχος των ξένων στο δεύτερο ανοδικό κύμα είναι οι 1.000 μονάδες και άνω, εφόσον βεβαίως η ελληνική κυβέρνηση αρχίσει να πραγματοποιεί τα όσα έλεγε προεκλογικά.