Σε πολύ υψηλά επίπεδα βρέθηκαν αυτή την εβδομάδα οι αγορές ομολόγων της ευρωζώνης καθώς οι επενδυτές συνωστίζονται να δανείσουν στις κυβερνήσεις, στοιχηματίζοντας ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα για μεγάλο διάστημα.

Η Ισπανία συγκέντρωσε 53 δισ. ευρώ από προσφορές για το 10ετές ομόλογο την Τρίτη, ύψους 10 δισ. ευρώ – πρόκειται για τις περισσότερες προσφορές σε σύγκριση με οποιοδήποτε ομόλογο της ευρωζώνης .

Η Ιταλία κόντεψε να σπάσει αυτό το ρεκόρ με προσφορές 74 δισ. ευρώ για το νέο 30ετές ομόλογο ύψους 7 δισ. ευρώ, ενώ Βέλγιο, Κύπρος και Ιρλανδία δέχτηκαν τις περισσότερες προσφορές τις τελευταίες ημέρες.

Οι διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων συνωστίζονται στα ομόλογα με χαμηλές αποδόσεις, υπολογίζοντας ότι η Κριστίν Λαγκάρντ, επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα ακολουθήσει πολιτικές τόνωσης, συμπεριλαμβανομένων των αρνητικών επιτοκίων και τις μηνιαίες αγορές ομολόγων ύψους 20 δισ. ευρώ, που εισήγαγε ο προκάτοχός της Μάριο Ντράγκι.

«Φαίνεται πιθανό ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν για πολύ καιρό σε αυτά τα επίπεδα», αναφέρει ο Μαρκ Ντόουντινγκ της BlueBay Asset Management. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο οποίος προτιμά τα ιταλικά και τα ελληνικά ομόλογα με υψηλότερες αποδόσεις, οι επενδυτές έπρεπε να πληρώσουν  αρνητικά επιτόκια για να κρατήσουν τα κεφάλαια τους σε τράπεζες στη ζώνη του ευρώ. «Δεν θέλουμε καταθέσεις σε ρευστό, άρα πρέπει να βρούμε τρόπους να κερδίσουμε κάπως από τις αποδόσεις», αναφέρει.

Όπως αναφέρουν οι Financial Times, παρά τις πολλές δημοπρασίες ομολόγων τον Ιανουάριο, που είναι παραδοσιακά ο πιο πολυάσχολος μήνας σε αυτόν τον τομέα, το 2020 συνολικά δεν θα γίνουν πολλές εκδόσεις νέων ομολόγων στην ευρωζώνη.

«Αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι έχουμε δει καλύτερη ζήτηση από το 2019, η οποία ήταν ήδη εξαιρετική τον Ιανουάριο», αναφέρει ο Πιέρ Μπλαντίν, της Crédit Agricole.

Οι διαχειριστές δημόσιου χρέους επιθυμούν να επωφεληθούν από τις καλές συνθήκες της αγοράς.
«Θεωρούν ότι στην παρούσα υπάρχει ευκαιρία για να κλειδώσουν τα επιτόκια για ένα μεγάλο ποσό χρέους», αναφέρει ο Μάριτς Ποστ, διευθυντής του οργανισμού χρέους του Βελγίου.

Ωστόσο, οι αγοραστές ήταν πολύ λιγότερο ενθουσιασμένοι με τις πολύ χαμηλές αποδόσεις.

Δύο πρόσφατες δημοπρασίες γερμανικών ομολόγων, οι οποίες χρησιμεύουν ως σημείο αναφοράς για ολόκληρη την ευρωζώνη και ως επί το πλείστον διαπραγματεύονται σε αρνητικές αποδόσεις, αντιμετώπισαν αδύναμη ζήτηση, καθώς η χαλάρωση των εντάσεων στη Μέση Ανατολή οδήγησε τους επενδυτές να αποφύγουν τα πολύ ασφαλή περιουσιακά στοιχεία.

Οι επενδυτές στοιχηματίζουν αντίθετα ότι τα σταθερά επιτόκια θα τους επιτρέψουν να αποκομίσουν κέρδη αγοράζοντας ομόλογα που προσφέρουν κάποια επιπλέον απόδοση.

«Όλα όσα έχουν κάποιο επιπλέον spread σε σύγκριση με το Bund θα αγοραστούν», εκτιμά ο Ποστ.

Αυτό που δεν περιμένουν οι επενδυτές είναι μια επανάληψη του 2019 όταν η μείωση των αμερικανικών επιτοκίων και των επιτοκίων της ευρωζώνης σήμαναν κέρδη για τους κατόχους ασφαλών και μη ασφαλών ομολόγων

«Πιθανότατα είναι μια χρονιά που δεν θα συμβούν πολλά από τις κεντρικές τράπεζες», αναφέρει ο Αντριου Γουίλσον της Goldman Sachs «κι αυτό είναι καλό για τα σπρεντ».