Από το κακό στο χειρότερο κινούνται οι εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού, με την προοπτική του στασιμοπληθωρισμού να ενισχύεται διαρκώς και να «τρομάζει» τις αγορές.

Την περασμένη εβδομάδα οι δύο βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες στις ΗΠΑ, o S&P500 των blue chip και ο Nasdaq της τεχνολογίας, υποχώρησαν κατά 4,8% και 5,4% αντίστοιχα, με τις χειρότερες εβδομαδιαίες απώλειες από τα μέσα Ιουνίου, όταν οι αγορές είχαν και πάλι θορυβηθεί από την αλλαγή στάσης της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ (FED) και την απόφασή της να προχωρήσει σε επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων.

Τα επιτόκια της FED έχουν πλέον διαμορφωθεί στο 2,25% – 2,50% και αναμένεται την Τετάρτη νέα αύξηση, το ύψος της οποίας είχε προεξοφληθεί σε 0,75 της μονάδας, όπως και οι δύο προηγούμενες. Όμως την περασμένη εβδομάδα, ύστερα από τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Αυγούστου στις ΗΠΑ, που αυξήθηκε σε μηνιαία βάση κατά 0,1% παρά τη μείωση της τιμής των καυσίμων και σε αντίθεση με τις προβλέψεις για μείωση κατά 0,1%.

Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν τους φόβους ότι ο πληθωρισμός πλέον έχει εδραιωθεί και έχει επεκταθεί ανεξάρτητα από τα καύσιμα και επομένως δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο με μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων, οι οποίες θα προκαλέσουν ύφεση στην οικονομία.

Η άποψη αυτή επικρατεί πλέον και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες να κινηθεί πιο επιθετικά με μεγαλύτερες αυξήσεις επιτοκίων και εκείνη. H αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ αναγκάζει την ευρωζώνη να ακολουθεί και από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και εάν η FED ανεβάσει τον «πήχυ» στο 4-5% θα αναγκαστεί και η ΕΚΤ να ανεβάσει και εκείνη το δικό της «πήχυ».

Οι εκτιμήσεις για το λεγόμενο «ουδέτερο» επιτόκιο της ΕΚΤ, εκείνο δηλαδή που καταπολεμά τις πληθωριστικές πιέσεις χωρίς να προκαλεί οικονομική ύφεση, ήταν μέχρι τώρα ότι κυμαίνεται μεταξύ 1,5 και 2%.

Η ΕΚΤ, ύστερα από δύο διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, έχει διαμορφώσει το επιτόκιο, με το οποίο δέχεται καταθέσεις από τις εμπορικές τράπεζες στο 0,75%.

Μόλις χθες ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, δήλωσε ότι η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια κάθε μήνα μέχρι το τέλος του χρόνου, πιθανώς δε και το 2023, ενώ είπε ότι οι αυξήσεις αυτές είναι αναγκαίες, αλλά αναπόφευκτα θα προκαλέσουν «πόνο» στην οικονομία.

Ο κ. Λέιν μέχρι προ ολίγων μηνών υποστήριζε ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη οφειλόταν στις αυξημένες τιμές της ενέργειας, αλλά πλέον έχει αλλάξει στάση και χθες είπε ότι η ζήτηση είναι πλέον πηγή πληθωριστικών πιέσεων, ενώ δεν ήταν πριν έξι ή εννέα μήνες.

Οι προσδοκίες στις αγορές άλλαξαν προς το χειρότερο -κάτι που συμβαίνει διαρκώς τους τελευταίους μήνες- και είναι ενδεικτικό ότι σε έρευνα που πραγματοποίησαν οι Financial Times, η πλειονότης (το 70%) των 44 οικονομολόγων που συμμετείχαν προέβλεψαν ότι η FED θα αναγκαστεί να αυξήσει τα επιτόκια σε ένα επίπεδο μεταξύ 4% και 5%, ενώ ένα 20% προέβλεψε ότι τα επιτόκια θα φτάσουν ακόμα ψηλότερα. Το ⅓ των οικονομολόγων δε εκτίμησε ότι εάν τα επιτόκια δεν φτάσουν στο 4% μέχρι το τέλος του χρόνου, ο πληθωρισμός δεν θα υποχωρήσει.

Ίσως ακόμα χειρότερη είναι η πρόβλεψη της πλειονότητας των οικονομολόγων ότι τόσο η αμερικανική οικονομία, όσο και η ευρωπαϊκή θα πέσουν σε οικονομική ύφεση -οι ΗΠΑ το 2023 και η Ευρώπη ήδη από το τελευταίο τρίμηνο φέτος.

Διαβάστε ακόμη

Fintech: Η δυναμική επιστροφή των… δόσεων στην αγορά

Financial Times: Προβλέψεις για δύσκολο χειμώνα, αλλά με ήπιες τιμές στο φυσικό αέριο

Throo: Η νέα ελληνική startup που φιλοδοξεί να κάνει «disrupt» το ευρωπαϊκό τοπίο πληρωμών