Πριν από καμιά δεκαριά χρόνια είχα γράψει ένα άρθρο για την 28η Οκτωβρίου και «οι πατριώτες» έπεσαν να με φάνε -χωρίς εισαγωγικά- γράφοντας στα σχόλια πως δεν είμαι βαθιά Έλληνας, πως δεν αγαπώ τη χώρα μου, ενώ κάποιοι σχολίασαν πως με προδίδει το επίθετό μου, ότι έχω «ξενική καταγωγή».

Τόσα χρόνια μετά, δεν αλλάζω ούτε κόμμα από εκείνα που είχα γράψει τότε, αφού πάντα τέτοιες μέρες, τις ημέρες της εθνικής επετείου για την 28η Οκτωβρίου, αισθάνομαι «μοναξιά». Το μυαλό μου επιστρέφει στα παλιά τα χρόνια, πίσω, επιστροφή στα θρανία. Εκεί, στα χρόνια της μεταπολίτευσης, μετά στην εποχή της «Αλλαγής» – δεκαετία του ’80, πια. Γιορτές στο σχολείο, πρόβες της χορωδίας, οι «παίζοντες κάποιο όργανο» πάντα χάναμε ώρες απ’ τη Φυσική και τη Χημεία. «Οι διαβαστεροί» θα παίρναμε και έπαινο αριστεύσεως, αν και «φυτά» δεν ήμασταν, εντάξει; Μετά την παρέλαση, καφεδάκι στην πλατεία και λάθρα τσιγάρο. Μέχρι εκεί, όμως, ήταν και οι γιορτές για τις εθνικές επετείους για την παρέα μου. Επειδή, κατά τ’ άλλα, οι γιορτές συνοψίζονταν σε ανούσιους δεκάρικους λόγους, με μπόλικη ορθοστασία, με κάποιους καθηγητές συντηρητικούς κι ανέραστους που στα μάτια τους έβλεπες να συνοψίζεται όλο το μίσος για τα νιάτα, για το νέο, για το καινούριο, το δίχως «σκόνες». Και να, «πετιέται η πατρίδα», «το φρόνημα ημών», οι εθνικές εορτές «προς τιμήν της αρετής των Eλλήνων», σημαίες ηρωικές και πένθιμες.

Γυμνασιάρχες με πανεθνική αρτηριοσκλήρωση, «οι Stones είναι αλητήριοι», YENEΔ, «ήτο μια σεμνή τελετή», το κιτς των παρελάσεων με καμένα ηχεία στην πλατεία, εμβατήρια και τσάμικα, «όλη η δόξα, όλη η χάρη, άγια μέρα ξημερώνει», «άσπρο πουκάμισο, λευκό παντελόνι, για να θυμίζει τη σημαία μας» και τα εθνικο-σωβινιστικά «πρέπει» της εφηβείας μας. Και σήμερα, 28η Οκτωβρίου 2022, στα κανάλια και στα ραδιόφωνα θα βλέπεις και θα ακούς, από φωνές υστερικές, ότι «υπάρχουν ξενόφερτοι που θέλουν να καταστρέψουν τον ιστορικό λαό μας, να μας αφελληνίσουν, να σοδομίσουν στον ελληνισμό μας, να μας αποδομήσουν, πάρτε τώρα, μόνο με 69 ευρώ, 12 τόμους ιστορίας της πατρίδας μας – η κάμερα σε μένα» – και αύριο μπορεί να γίνουν και υπουργοί, γιατί όχι. Εθνικοφροσύνη σε «τιμή-προσφορά», τσάμπα, πίστη και θρησκεία σε τιμές-έκπληξη, αρκεί να αντισταθούμε, «για να μην είμαστε η τελευταία γενιά Eλ-λήνων, επί Γης». Επί γης και πατρίς, αφού τα λήμματα «Έλληνες», «πατρίδα», πάντα πουλάνε. Και έτσι, η «συστράτευση» συνεχίζεται, τώρα παρελαύνουν οι ακροδεξιοί, κάποιοι μητροπολίτες, να μερικοί απόστρατοι στα Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης. Όλοι τους είναι πατριώτες και κλαίνε από συγκίνηση για «την αδούλωτη ψυχή του έθνους». Αυτομάτως, όμως, όλοι οι υπόλοιποι, κατατάσσονται σε αυτούς που δεν αγαπούν την πατρίδα τους, λες και είσαι πατριώτης μόνο αν κάνεις ανάρτηση της ελληνικής σημαίας στο μπαλκόνι σου, μόνο αν βλέπεις τον Πρέκα σε ρόλο επετειακής ταινίας και δακρύζεις.

Μετά, ερωτήσεις ουσίας πέφτουν στα τηλεοπτικά πάνελ: «Πρέπει ένας ξένος να κρατήσει την ελληνική σημαία;». Και γιατί να θέλει, έτσι όπως τους φέρεστε; Όμως, ένα μαύρο ράσο, από τηλεοράσεως, μου απαντά και μου θυμίζει – με τρόπο γλαφυρό και χέρια υψωμένα – ότι «ο Έλληνας δεν δανείζει το αυτοκίνητο, τη γυναίκα και τη σημαία του». Αυτή είναι η σειρά. Πρωτίστως, λοιπόν, δεν δανείζεις το τζιπ σου, μετά τη γυναίκα σου – που «λιώνει» στην τηλεόραση παρακολουθώντας ριάλιτι – και, τελικά, τη σημαία, άλλωστε πού να την κατεβάζεις απ’ το μπαλκόνι; Ισχυρές, καθημερινές δόσεις βλακείας, σκληροπυρηνικής συντήρησης και επιθετικότητας, δια στόματος ανθρώπων που είναι στα όρια ή έχουν περάσει στον φασισμό, που έχουν το αδιαμφισβήτητο copyright της πατρίδας, της θρησκείας, του ελληνισμού, της σημαίας, των ιερών, των οσίων.

Το δυσάρεστο είναι ότι, δυστυχώς, αυτοί και οι όμοιοί τους ποτέ δεν θα καταλάβουν πως έχουν μια λάθος εικόνα περί πατρίδας, περί συνόρων, περί ελληνικότητας. Δεν θα κατανοήσουν ποτέ ότι πατριώτης, για παράδειγμα, είσαι στην περίπτωση που δεν λαδώνεις τον εφοριακό, δεν πετάς σκουπίδια, δεν χτίζεις αυθαίρετα, δεν θες να βγεις πρώτος στο φανάρι κ.λπ. Πατριώτης δεν είσαι αν ξεχνάς ή αγνοείς, επιδεικτικά, τις Τέχνες, τα Γράμματα, τον Πολιτισμό της χώρας σου. Πατριώτης δεν γίνεσαι, από την άλλη, όσο και να μαχαιρώνεις μετανάστες.

Αλλά, τι λέω; Όσοι αντιστέκονται πραγματικά, είναι πάντα λίγοι, πάντα ήταν. Όσοι βρίσκονται αντίθετοι στα λάθος – αλλά στα λεγόμενα και «κυρίαρχα» – ιδεολογήματα που έχουν ξεφτίσει, φευ, είναι μόνοι. Όσοι δε, τολμάνε να αμφισβητήσουν τα «βαθιά ριζωμένα εθνικά στερεότυπα», είναι λίγοι, ελάχιστοι, κι ακόμα πιο «μόνοι». Μόνοι, με εισαγωγικά, σε κάθε επέτειο και αν πουν την άποψή τους βρίζονται χυδαία και τους κατηγορούν ότι δεν είναι Έλληνες, αφού το όνομά τους είναι Σεραφείμ και όχι Παπαδόπουλος…