Όπως εξελίσσεται η προεκλογική εκστρατεία, δυστυχώς δεν διαφαίνεται καμία θετική προοπτική για την οικονομία, ούτε για τη χώρα. Τα κόμματα, ενώ έχουν μπροστά τους μια εκλογή με απλή αναλογική, δεν προετοιμάζονται για να διαμορφώσουν κυβέρνηση συνεργασίας, αντίθετα οξύνουν το κλίμα για να πολώσουν τους ψηφοφόρους. Ύβρεις, fake news, λάσπη στον ανεμιστήρα, όλα χρησιμοποιούνται σε αυτή την προεκλογική περίοδο, αποδεικνύοντας για μία ακόμη φορά το πολύ χαμηλό επίπεδο του πολιτικού κόσμου.

Φυσικά, αν χρειαστεί, κάποια στιγμή ίσως συμφωνήσουν κάποιοι σε μια κυβερνητική συνεργασία, που όμως δεν θα γίνει σε προγραμματικό επίπεδο, δηλαδή για να εφαρμόσει μια πολιτική κοινώς αποδεκτή, αλλά για να προστεθούν τα «κουκιά» και να «μοιραστεί η πίτα της εξουσίας». Μια μορφή συνεργασίας πραγματικά ενοχλητική για τους πολίτες και προφανώς καθόλου χρήσιμη, αν όχι και επιζήμια, για τον τόπο.

Δεν θέλουν τα κόμματα να αντιληφθούν ότι οι πολίτες που αντιδρούν και δεν ψηφίζουν -περίπου οι μισοί απ’ όσους έχουν δικαίωμα ψήφου- όπως και αυτοί που ψηφίζουν ακραία κόμματα ή ακόμη και γελοία υποκείμενα απλώς δείχνουν την πολύ έντονη αγανάκτησή τους και την απέχθειά τους για τον πολιτικό κόσμο. Γιατί;

Επειδή οι Έλληνες πολιτικοί δεν φρόντισαν και δεν φροντίζουν να αλλάξουν τα πολλά και πολύ κακώς κείμενα.

Για να αλλάξουν τα πράγματα στην Ελλάδα και να ξεπεράσουμε το μίζερο παρελθόν μας, πρέπει να υπάρξουν πολιτικές συναινέσεις. Συναινέσεις σε προγραμματική βάση, δηλαδή συμφωνίες των κομμάτων ότι θα συγκυβερνήσουν για να κάνουν συγκεκριμένα πράγματα, δηλαδή συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις. Τέτοιες, που ένα κόμμα, όσο ισχυρό κι αν είναι, δεν μπορεί να κάνει αν όλα τα άλλα κόμματα που βρίσκονται στην αντιπολίτευση αντιδρούν. Μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, στην παιδεία, στην υγεία, στην ασφάλεια του πολίτη, στη Δικαιοσύνη, ακόμη και σε βασικούς τομείς της οικονομίας, δεν μπορούν να γίνουν από κανένα κόμμα.

Και γι’ αυτό δεν έχουν γίνει μέχρι σήμερα. Χρειάζεται συναίνεση όλων για να υπάρξουν αληθινές τομές που θα καθορίσουν τη μελλοντική πορεία της χώρας προς την ανάπτυξη. Όμως τα κόμματα συνεχίζουν να μάχονται μεταξύ τους στο μεταπολιτευτικό μοντέλο και προτιμούν να αθροίζουν όλα μαζί μια μειοψηφία του εκλογικού σώματος, αρκεί να διατηρήσουν τους ψηφοφόρους τους στο «μαντρί» για να νέμονται οι ταγοί τους τα οφέλη της εξουσίας.

Ο καθηγητής Γιώργος Γεραπετρίτης -που ουσιαστικά συνδιοικεί τη χώρα με τον πρωθυπουργό τα τελευταία τέσσερα χρόνια- δήλωσε, ως προσκεκλημένος του Κύκλου Ιδεών του Ευάγγελου Βενιζέλου, ότι θεωρεί την απλή αναλογική επιζήμια για τη χώρα. Η παράδοξη αυτή δήλωση έχει τη βάση της στην πεποίθηση του κ. Γεραπετρίτη ότι τα κόμματα δεν συνεργάζονται σε προγραμματική βάση. Και υπό αυτό το πρίσμα, όταν δηλαδή τα κόμματα αρνούνται να προσδιορίσουν κοινούς εθνικούς στόχους και να συνεργαστούν για την επίτευξή τους, πράγματι δεν έχει νόημα η απλή αναλογική. Το δίκαιο αυτό εκλογικό σύστημα έχει νόημα μόνο όταν υπάρχει διάθεση συνεργασίας των κομμάτων για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων προς όφελος της χώρας.

Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να σχηματίζονται ετερόκλητες κυβερνήσεις συνεργασίας στο πλαίσιο των οποίων το ένα κόμμα εκβιάζει το άλλο και όλα μαζί ενδιαφέρονται για τη νομή της εξουσίας και τη μεταξύ τους διανομή των κερδών της. Ακόμη γελοιωδέστερο δε είναι το αποτέλεσμα του σχηματισμού κυβερνήσεων με προσωπικότητες (δικαστές ή καθηγητές) που τοποθετούνται στη θέση του πρωθυπουργού, αντί να υπάρχει συνεργασία μεταξύ των πολιτικών αρχηγών και των επιτελείων των κομμάτων. Και όχι μόνο δύο κομμάτων, αλλά όσο το δυνατόν περισσότερων. Μια τέτοια κυβέρνηση πραγματικής συνεργασίας -που υπάρχει μόνο στη διάσταση της φαντασίας- ενδεχομένως να άλλαζε τα πράγματα.

Δυστυχώς, όπως διαμορφώνεται η κατάσταση, θα πάμε σε δεύτερες εκλογές -και δεν αποκλείονται και οι τρίτες- ανάλογα με τη διαμόρφωση των εκλογικών αποτελεσμάτων.

Το αποτέλεσμα θα είναι τελικά είτε μια αδύναμη αυτοδύναμη κυβέρνηση που δεν θα μπορεί να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις, ή κυβερνήσεις συνεργασίας χωρίς προγραμματικές συμφωνίες, ευάλωτες, χωρίς σχέδιο, χωρίς προοπτική.

Αυτό φυσικά δεν είναι καθόλου καλό ούτε για την οικονομία, ούτε για την ανάπτυξη, ούτε για την ασφάλεια της χώρας. Σε ό,τι αφορά την πολυπόθητη απονομή της επενδυτικής βαθμίδας, υπό συνθήκες πολιτικής αβεβαιότητας και αστάθειας μάλλον θα πρέπει να την ξεχάσουμε για φέτος.

Το πολιτικό μέλλον μας δεν διαφαίνεται σταθερό, συνεπώς οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται σε ένα πλήθος τομέων, όπως η Δικαιοσύνη, η παιδεία, η γραφειοκρατία, η προστασία του πολίτη, αλλά και οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις που θα διαμόρφωναν ένα περιβάλλον αύξησης της ανταγωνιστικότητάς μας διεθνώς, ένα πιο φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον και πραγματικές επενδύσεις από εγχώριους, πρωτίστως, και ξένους, δευτερευόντως, επιχειρηματίες που θα εξασφάλιζαν αύξηση των μόνιμων θέσεων εργασίας και διαρκή ροή εισοδήματος δεν θα γίνουν τα επόμενα χρόνια.

Η χώρα θα συνεχίσει να βολοδέρνει εξαιτίας των πολιτικών κομμάτων που αρνούνται να εκσυγχρονιστούν και να συνεργαστούν προς όφελος της χώρας.