«Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει ένα άνευ προηγουμένου πρόβλημα των τελευταίων δεκαετιών. Ο τυφώνας βρίσκεται έξω εκεί στο δρόμο κι έρχεται καταπάνω μας και γι’ αυτό πρέπει να πάρουμε τα μέτρα μας». Η δήλωση αυτή δεν ανήκει σε κάποιο τυχαίο και της σειράς αναλυτή αλλά στον διευθύνοντα της μεγαλύτερης παγκοσμίως τράπεζας της JP Morgan κ. Τζέιμι Ντάιμον, οπότε η βαρύτητά της έχει πολύ μεγάλη σημασία για το τι έχουν να αναμένουν όχι μόνο οι επενδυτές, αλλά όλη η ανθρωπότητα.

Στην ίδια ομιλία του εκτίμησε πως για τα επόμενα χρόνια πρέπει να προετοιμαστούμε για υψηλό πληθωρισμό, ενεργειακή ακρίβεια, ύφεση, υψηλά επιτόκια, επισιτιστική κρίση και απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας παγκοσμίως. Μάλιστα, όχι μόνο δεν βλέπει να πέφτει τη τιμή του πετρελαίου, αλλά το βλέπει να κινείται από 150-175 δολάρια το βαρέλι.

Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν σύγκρυο κι αλίμονο αν επαληθευτούν, γιατί απλούστατα απλώνεται μπροστά μας ένα σενάριο οικονομικής βαρυχειμωνιάς που δεν θα είναι πρόσκαιρο, αλλά θα έχει διάρκεια χρόνων.

Και οι αιτίες αυτής της οικονομικής λαίλαπας που φαίνεται να εντείνεται, δεν είναι μόνο ο πόλεμος στην Ουκρανία ο οποίος ναι μεν ανέδειξε τα προβλήματα και τα μεγέθυνε, αλλά αυτά υπήρχαν από πριν. Η φούσκα στις αξίες από τα τεχνολογικά προϊόντα και υπηρεσίες μέχρι τα ακίνητα γιγαντώθηκε στην περίοδο της καραντίνας καθώς έπεσε η κατανάλωση και αυξήθηκε η ρευστότητα στην παγκόσμια οικονομία. Με τη λήξη του συναγερμού για την πανδημία η ζήτηση και η κατανάλωση βγήκαν από τη χειμερία νάρκη, η προσφορά δεν μπορούσε να καλύψει τη ζήτηση κι έτσι απλά οι τιμές όλων των εμπορευμάτων και αξιών μπήκαν σε ένα ανοδικό ρεύμα που διαρκώς φουσκώνει και είναι πλέον δύσκολο να σταματήσει.

Και φυσικά δεν είναι μόνο ο Ντάιμον που φοβάται για τα χειρότερα που έρχονται. Ελάχιστοι από τους γκουρού των οικονομικών και των αγορών διεθνώς, είναι που δεν έχουν εκφράσει ακόμα, ανάλογους φόβους και προβληματισμούς.

Με άλλα λόγια, οι προειδοποιήσεις είναι σαφείς κι αλίμονο στις κυβερνήσεις αλλά και τους πολίτες που δεν τα λαμβάνουν υπόψιν και νοιάζονται μόνο για το σήμερα, θεωρώντας πως το αύριο θα είναι ακόμα καλύτερο και θα μπορεί να καλύψει τις τωρινές αγορές και τοποθετήσεις σε μη απαραίτητη κατανάλωση.

Η κατάσταση, αν επαληθευτούν αυτά τα απαισιόδοξα σενάρια για τη χώρα μας και κυρίως για όλους εμάς θα είναι πολύ χειρότερη, δεδομένου ότι οι αντοχές της οικονομίας μας είναι πολύ περιορισμένες καθώς το χρέος μας αυξήθηκε περαιτέρω με τον δανεισμό για την αντιμετώπιση της πανδημίας και κινούμαστε ήδη οριακά και μόνο επειδή η ΕΚΤ συνεχίζει να εγγυάται για τα ομόλογά μας.

Η ενεργειακή ακρίβεια είναι πλέον δεδομένο ότι θα συνεχιστεί ακόμα κι αν σταματήσει ο πόλεμος και κατ΄ επέκτασιν θα τροφοδοτείται και η ακρίβεια στο ράφι. Η κυβέρνηση στο εξής δεν θα βρίσκει εύκολα δημοσιονομικά περιθώρια για να επιδοτεί τους πολίτες για το ρεύμα, το φυσικό αέριο και τα καύσιμα. Ούτε θα μπορεί να δανείζεται με την ίδια ευκολία από τις διεθνείς αγορές αφού ήδη η αύξηση των επιτοκίων και των spreads κάνουν απαγορευτικές τέτοιες επιλογές.

Το δε τραγικό είναι πως τόσο η ΕΚΤ όσο και οι κεντρικοτραπεζίτες μαζί με τους ηγέτες της ΕΕ υποτίμησαν (και τώρα το παραδέχονται) τη δυναμική του πληθωρισμού και μέχρι πριν από 1-2 μήνες μιλούσαν για ένα παροδικό φαινόμενο. Μόνο τώρα βλέπουν ότι είναι δύσκολο να αντιμετωπισθεί και μας λένε να μάθουμε να ζούμε με… την ακρίβεια και τον περιορισμό των αναγκών μας είτε αυτές είναι σε είδη πρώτης ανάγκης είτε σε ενεργειακά προϊόντα!

Και σ’ αυτή την παγκόσμια φουρτούνα που έρχεται αλίμονο αν βρεθούμε χωρίς καπετάνιο ή με κανέναν μαθητευόμενο μάγο, αποτέλεσμα κάποιας κυβέρνησης συνεργασίας και μικροπολιτικού ωφελιμισμού, καθώς μπήκαμε για τα καλά, αν δεν το έχετε καταλάβει, στην αντίστροφη μέτρηση για το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών!