Καταρχάς στα σχολεία, που ανοίγοντας – την προσεχή Δευτέρα- με τα νέα υγειονομικά πρωτόκολλα θα κάνουν τον πρώτο πενθήμερο απολογισμό, για το πως λειτούργησε το σχετικό «τεστ» στο σύνολο των σχολικών αιθουσών. Για το πώς «έτρεξε» την πρώτη εβδομάδα λειτουργίας των σχολείων, δηλαδή μεταξύ 10-15 Ιανουαρίου, η απόφαση για ένα επιπλέον self test, για συνολικά τρία δωρεάν self test αντί για δύο. Για το πως ξεκίνησε και εξελίχθηκε μέσα στην πρώτη εβδομάδα η επάνοδος στις σχολικές αίθουσες και πως αντιμετωπίστηκαν τα πρώτα κρούσματα με τους αναγκαίους και συστηματικούς ελέγχους- για εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους μαθητές και καθηγητές.

Σε 10 μέρες από σήμερα θα έχει γίνει και η πρώτη δοκιμή στις δημόσιες υπηρεσίες, από τις οποίες οι πολίτες περιμένουν ταχύτητα και αποτελεσματικότητα στο «γκισέ»- όταν αυτό επιβάλλεται και δεν λύνεται από τα σημαντικά ψηφιακά βήματα που έγιναν από τις πρώτες μέρες της πανδημίας. Πως θα λειτουργήσει για παράδειγμα η απρόσκοπτη λειτουργία του Δημόσιου τομέα, στη σκιά της ραγδαίας εξάπλωσης της παραλλαγής «Όμικρον» με την αναγκαία ρύθμιση για 50% τηλεργασία;

Σε 10 μέρες από σήμερα θα έχουν επικαιροποιηθεί εκ νέου τα επιδημιολογικά δεδομένα και θα υπάρχει σαφής εικόνα για τις πιέσεις που δέχεται το Δημόσιο Σύστημα Υγείας κατά τον πρώτο μήνα του 2022. Κυβερνητικά στελέχη ακούγοντας τους ειδικούς επιβεβαιώνουν τις προβλέψεις για αύξηση των κρουσμάτων με ό,τι αυτό συνεπάγεται και διαβεβαιώνουν ότι θα ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Η πανδημία έτσι κι αλλιώς θα είναι εδώ και σε 10  μέρες από σήμερα.

Είναι προφανές ότι ο φετινός Γενάρης κρύβει και πάλι πολλές «στροφές» και δεν διευκολύνει όλους όσοι θα ήθελαν να κάνουν μακροπρόθεσμους, έστω μεσοπρόθεσμους, σχεδιασμούς. Ως εκ τούτου ουδείς μπορεί εντός του φετινού Γενάρη να κάνει ασφαλείς προβλέψεις για τις πολιτικές εξελίξεις με το βλέμμα στις επόμενες κάλπες. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο φετινός Γενάρης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και προεκλογικός, αφού ακόμη και κυβερνητικοί βουλευτές -παρά τις διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού για εξάντληση της τετραετίας- δεν αποκλείουν κάλπες εντός του 2022 και προετοιμάζονται σχετικώς.

Θα αναζητηθεί «παράθυρο ευκαιρίας» για έναν εκλογικό αιφνιδιασμό εντός του 2022, πριν ή μετά το καλοκαίρι; Το σίγουρο είναι ότι το Μέγαρο Μαξίμου δεν μπορεί να βασίζεται σε ένα μόνο σενάριο, αλλά διατηρεί και εναλλακτικά στο συρτάρι του. Τουλάχιστον αυτό εκτιμούν, εντός και εκτός της κυβερνητικής παράταξης, θεωρώντας ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάθε λόγο να αξιοποιήσει  την κατάλληλη στιγμή για να διεκδικήσει με όρους αυτοδυναμίας μια δεύτερη θητεία. Αυτό πιστεύουν και δεν έχουν άδικο. Με το νέο εκλογικό νόμο δε, το σενάριο αυτοδυναμίας προϋποθέτει «ελεγχόμενη» κυβερνητική φθορά και διατήρηση της εικόνας κυριαρχίας της κυβερνητικής παράταξης και μέσα στους πολλούς επόμενους μήνες.

Ένα από τα «στοιχήματα» που αναμφίβολα απασχολεί το Μέγαρο Μαξίμου με αφετηρία τον φετινό Γενάρη αφορά στην διατήρηση της επιρροής της ΝΔ στο χώρο του κέντρου, όπου αναμένεται σκληρή μάχη, ειδικά μετά την αλλαγή ηγεσίας στο Κίνημα Αλλαγής. Η αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών που διεκδικεί το ΚΙΝΑΛ δια του Νίκου Ανδρουλάκη δεν είναι εύκολη υπόθεση- ούτε προβληματίζει μόνο την Κουμουνδούρου που επιχειρεί μέσω του Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ να διατηρήσει ισχυρά διψήφια ποσοστά στις διάφορες δεξαμενές του κεντροαριστερού χώρου.

Η εκλογική μάχη, όποτε και αν ξεκινήσει επισήμως, θα κριθεί σε πολλά επίπεδα. Η κυβέρνηση μέχρι τότε πρέπει να αποδείξει ότι έχει πειστικές απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα– που αυξάνονται στη συνθήκη της πανδημίας. Έχει υποσχεθεί μεταρρυθμίσεις, ψηφιακή συνέχεια, ανάκαμψη της οικονομίας μέσω επενδύσεων, ορθή αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, νέες θέσεις εργασίας, αξιόπιστο σύστημα Παιδείας για όλους και ένα δημόσιο σύστημα Υγείας που θα αντέχει στις πρωτόγνωρες συνθήκες. Οι πολίτες αναμένουν ένα ισχυρό σχέδιο για την επόμενη μέρα, δεν «παντρεύονται» τα κόμματα που είχαν ψηφίσει στο παρελθόν και συχνά οδηγούνται στις κάλπες με την λογική να καταψηφίσουν την εκάστοτε κυβέρνηση. Ίσχυε και θα ισχύει.

Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ – παρότι έχει ζητήσει εκλογές- δείχνει αδυναμία σε όλες τις δημοσκοπήσεις να πείσει ότι διαθέτει στιβαρό σχέδιο διακυβέρνησης, ενώ το Κίνημα Αλλαγής τώρα αρχίζει τη μάχη για την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών, «αίτημα» των 270 χιλιάδων ψηφοφόρων που προσήλθαν στις κάλπες  στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές. Η Χαριλάου Τρικούπη χρειάζεται χρόνο, ίσως και ο ΣΥΡΙΖΑ για να φτάσει όσο πιο κοντά γίνεται στον στόχο που έχει θέσει, υπολογίζοντας στην διεύρυνση της κυβερνητικής φθοράς. Γι’ αυτό και ο φετινός Γενάρης μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμος για μια σειρά αποφάσεων και κινήσεων στο πολιτικό σκηνικό κατά το (προ) εκλογικό 2022…