Είναι χιλιοειπωμένη η ρήση πως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και με αυτή την πραγματικότητα πορευόμαστε δεκαετίες τώρα. Όμως, οι συνθήκες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό έχουν αλλάξει άρδην εδώ και χρόνια και το δικό μας μοντέλο με τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους αυταποσχολούμενους, πρέπει να το παραδεχθούμε, δεν έχει και πολλές πιθανότητες επιβίωσης στο μέλλον.

Πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα τάση συγχωνεύσεων και απορροφήσεων ομοειδών επιχειρήσεων, αφού το μέγεθος μετράει τόσο στον εκσυγχρονισμό όσο και στις οικονομίες κλίμακος, αλλά και τον τραπεζικό δανεισμό για επενδύσεις και επεκτάσεις.

Η πολιτεία, αντιλαμβανόμενη τον οξύτατο διεθνή ανταγωνισμό και τις ασφυκτικές πιέσεις επιβίωσης που αντιμετωπίζουν οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις, έχει δημιουργήσει μια σειρά κινήτρων για συγχωνεύσεις και απορροφήσεις, προσφέροντας τις ευκαιρίες για μεγέθυνση αυτών των επιχειρήσεων. Κατά πόσο οι επιχειρήσεις αυτές θα εκμεταλλευτούν αυτές τις ευκαιρίες και θα κάνουν το αποφασιστικό βήμα προς το μέλλον είναι το μεγάλο ζητούμενο.

Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε να υπάρχει τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, μια τεράστια ρευστότητα και τις τράπεζες μετά τις περιπέτειες των κόκκινων δανείων, να εξυγιαίνονται σε ένα βαθμό και να επιστρέφουν και πάλι στο βασικό τους αντικείμενο που είναι η παροχή δανείων, κάτι που είχε περιοριστεί σημαντικά στα χρόνια των μνημονίων.

Διαφημίζουν και προσφέρουν πολλά δανειοδοτικά προγράμματα προς τις επιχειρήσεις, πλην όμως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν τα αγγίζουν. Οι διευκολύνσεις που ζητούν είναι μόνο για κεφάλαια κίνησης και όχι για επενδύσεις και επεκτάσεις των δραστηριοτήτων τους. Ακόμα κι αυτές που ενδιαφέρονται για επενδυτικά δάνεια, οι περισσότερες δεν κρίνονται αξιόχρεες από τις τράπεζες είτε λόγω μεγέθους είτε γιατί έχουν πολλούς σκελετούς στις ντουλάπες τους από το παρελθόν.

Από τώρα και για τα επόμενα χρόνια όμως, αναμένεται ένα πραγματικό επενδυτικό πάρτι στην ελληνική οικονομία με τα κεφάλαια που εισρέουν από τα Ταμείο Ανάκαμψης και τα προγράμματα του ΕΣΠΑ. Ένας χορός δισεκατομμυρίων που θα πέσει στην ελληνική αγορά σχεδόν σε όλους τους τομείς της επιχειρηματικότητας κι αυτά θα είναι κρίμα να αφορούν μόνο τις μεγάλες και τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.

Η αναθέρμανση της οικονομίας πρέπει να αφορά τους πάντες και όχι μόνο τους λίγους έτσι ώστε η ανάπτυξη να διατρέξει όλους τους πολίτες.

Λένε πως οι μικρές επιχειρήσεις, δεν έχουν κουλτούρα συνεργασιών και συνεργειών και γι’ αυτό παρατηρείται μια διστακτικότητα στις συγχωνεύσεις. Η παρωχημένη αντίληψη του «θέλω να είμαι αφεντικό στη δουλειά μου, χωρίς κάποιον άλλον πάνω από το κεφάλι μου» οδηγεί μαθηματικά στην προβληματικότητα των μικρών επιχειρήσεων καταδικάζοντας τες να μικρύνουν κι άλλο ή ακόμα ακόμα να σβήσουν. Και τούτο γιατί ο ανταγωνισμός τόσο εσωτερικά όσο και διεθνώς συνεχώς θα εντείνεται εις ό,τι αφορά το κόστος παραγωγής είτε αυτό αφορά σε προϊόντα είτε σε υπηρεσίες. Οι νέες τεχνολογίες και η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή απαιτούν νέες αντιλήψεις και προσαρμοστικότητα στα νέα δεδομένα και όσοι δεν το αντιληφθούν εγκαίρως, είναι χαμένοι από χέρι.

Οι λεγόμενες μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις και οικοτεχνίες πρέπει να το αντιληφθούν ότι με τις συνενώσεις αποκτούν μεγαλύτερη ισχύ, περισσότερες ιδέες και ευκολότερες λύσεις στα προβλήματα.

Ενδεχομένως να πρέπει να ενεργοποιηθούν και οι τράπεζες ώστε να τις φέρουν κοντά για να αρχίσουν να μιλούν μεταξύ τους οι ομοειδείς επιχειρήσεις και να πεισθούν για τα οφέλη των συγχωνεύσεων. Γιατί μπορεί να ακούγεται εντυπωσιακό το γεγονός πως μέσα στην ΕΕ έχουμε την πρωτιά αναλογικά με τον πληθυσμό σε αριθμό πολύ μικρών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολουμένων επαγγελματιών, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο πως αυτό είναι καλό.

Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά σε κάποιους κλάδους όπως η ένδυση, η υπόδηση, τα μπακάλικα της γειτονιάς κ.ά. πώς εξαφανίστηκαν γιατί δεν άντεξαν τον ανταγωνισμό στα τελευταία 20-30 χρόνια και έμειναν στην αγορά μόνο όσοι είχαν την πρόνοια να μεγαλώσουν ως επιχειρήσεις και να γίνουν ανταγωνιστικές.