Το θέμα, αναμφίβολα, προσφέρεται για κάθε είδους συζητήσεις, συγκεκριμένες ή και υπαρξιακές: Έλληνας γεννιέσαι, ή γίνεσαι; Είμαστε πράγματι απόγονοι των Αρχαίων εμείς οι σύγχρονοι, ή μήπως είχε τα δίκια του ο συχωρεμένος ο Φαλμεράϊερ; Είμαστε με τις διδαχές του Πλάτωνα ή με τις άλλες του Αριστοτέλη; Κέφι να ‘χουμε, να συζητάμε…

Αυτά τα θέματα, όμως, δεν έχουν μια απάντηση αποδεκτή από όλους. Αλλιώς, θα είχαν πάψει να είναι θέματα. Το ότι έρχονται και ξανάρχονται, σημαίνει ότι προσφέρονται για συζητήσεις, όχι για εξεύρεση λύσεων.

Αντίθετα, τα θέματα που ΟΝΤΩΣ μπορεί να λυθούν, εάν υπάρχει πολιτική βούληση και μίνιμουμ συναίνεση, εξαντλούνται σε παραπολιτικές βολές: Η είδηση ότι τα παιδιά στη σημερινή Ελλάδα δυσκολεύονται στην ανάγνωση, δηλαδή στην πρώτη πρόσληψη του τι διαβάζουν, πριν φτάσουμε στα πιο σύνθετα (αξιολόγηση των εννοιών, κρίση επί των εννοιών, σύγκριση επιχειρημάτων υπέρ και κατά, αντίληψη της λογοτεχνικής αξίας ενός κειμένου κλπ κλπ κλπ) αντιμετωπίζεται όπως κάθε παρόμοια είδηση. “Για κοίτα…”, “τι κρίμα”, “πρέπει να διορθωθεί” κι άλλα παρόμοια, ευχολογικά.

Οι λεγόμενοι “φορείς της εκπαίδευσης”, κυρίως οι συνδικαλιστές, σε μια θαυμαστή αρμονία, εξαντλούνται στις ίδιες κοινοτοπίες κάθε φορά: Να διοριστούν μόνιμοι όλοι οι εκπαιδευτικοί, να καλυφθούν τα κενά στα σχολεία, να βελτιωθούν οι όροι διδασκαλίας. Θεμιτά είναι αυτά τα αιτήματα, αλλά προφανώς δευτερεύοντα σε σχέση με το ότι τα παιδιά μας ΔΕΝ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, ούτε καν μπορούν με ευχέρεια να τα αναγνώσουν…

Κι αυτή η αποστροφή, υπερβολική είναι. Τι θα πει “δεν μαθαίνουν γράμματα”; Χιλιάδες Ελληνόπουλα συνεχίζουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό, πολλά εξ αυτών σε εξαιρετικά ανταγωνιστικά Πανεπιστήμια, διακρίνονται, γίνονται επιστήμονες, πολλές φορές ηγετικές φυσιογνωμίες στο επιστημονικό τους πεδίο. Άλλα αρχίζουν το γράψιμο από νωρίς, κάποια ξεχωρίζουν, γίνονται λογοτέχνες που ξεπερνούν τα σύνορα του τόπου μας, άξιοι απόγονοι όχι μόνο των δυο κορυφαίων ποιητών που τιμήθηκαν με βραβείο Νόμπελ, αλλά και εκατοντάδων άλλων που κόσμησαν την ελληνική Γραμματεία.

Τότε;

Πού είναι το πρόβλημα;

Το πρόβλημα είναι ότι ειδικά στην Ελλάδα, η έννοια της Παιδείας δεν μπορεί να είναι υπόθεση των ολίγων. Έγνοια της Πολιτείας -ειδικά στην Ελλάδα, με ό,τι αυτή η λέξη διαχρονικά σημαίνει- ΔΕΝ μπορεί να είναι πώς οι 10 εξαίρετοι επιστήμονες θα γίνουν 20. Αυτό θα έλθει μόνο του, εάν θεραπεύσουμε την αδυναμία των πολλών να διαβάσουν, να κατανοήσουν, να μορφωθούν. Μορφωμένο λαό χρειαζόμαστε, όχι απλώς μερικά μορφωμένα άτομα.

Είναι ανάγκη να βρεθεί κάποια πολιτική δύναμη, ένα πρόσωπο ή μια ομάδα προσώπων, που να ξεκινήσουν αυτή την υπέροχη Σταυροφορία: Πολιτική συναίνεση γύρω από τη μετατροπή του Σχολείου σε κέντρο Προσωπικής Καλλιέργειας, όχι αποστήθισης και αγγαρείας. Να είναι η μόρφωση, ένα παιχνίδι για τα παιδιά μας. Να είναι το διάβασμα έρωτας. Να είναι η κατανόηση, απόδειξη προσωπικής εξέλιξης και βελτίωσης. Να γίνουμε πραγματικοί απόγονοι του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, όχι μόνο κατ’ όνομα.

Η μόρφωση (μορφωμένος: ο έχων μορφή) δεν μπορεί να είναι μέρος της μάζας. Κάθε Ελληνόπουλο που ξεφεύγει από τη μάζα, κάθε Ελληνόπουλο που όχι μόνο μπορεί με άνεση να διαβάσει, αλλά καταφέρνει συν τω χρόνω να κατανοεί τι υπάρχει πίσω από τις λέξεις, ανακαλύπτει καινούργιους κόσμους, ανεξερεύνητους, μοναδικά φτιαγμένους για εκείνον -γιατί καθένας μας είναι διαφορετικός από τους άλλους, άρα αποκρυπτογραφεί τον κόσμο διαφορετικά από όλους τους άλλους- να ανακαλύπτει κόσμους μαγικούς.

Κι αργότερα, ας λύσουμε και το θέμα των αναπληρωτών, των κτιριακών εγκαταστάσεων, των αμοιβών. Προέχει να λύσουμε το μείζον, το θέμα της παιδείας ως μόρφωση, ως προσωπική καλλιέργεια.

Εκεί, υστερούμε, όπως τα παιδιά μας υστερούν στη δυνατότητα ανάγνωσης…