«Επενδυτική βαθμίδα.». Το αποκλειστικό και μοναδικό θέμα των ημερών! Ο νέος πανεθνικός στόχος, ο οποίος αποσιωπά όλα τα άλλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και προβάλλει το νέο εθνικό μας ιδεώδες. Τη νέα εθνική μας Εδέμ!

Όλα αυτά μου φέρνουν στον νου τον στίχο του Εθνικού μας ποιητή: «Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει». Διότι απόλυτη σιγή πλέον επικρατεί για όλα τα άλλα μεγάλα ζητήματα, με πρώτο και κυριότερο το θέμα του τεραστίου δημοσίου χρέους της χώρας μας, το οποίον αντί να μειώνεται, δυστυχώς συνεχίζει να αυξάνεται, αλλά αυτό κανείς δεν το μνημονεύει διότι τώρα οι πάντες ονειρεύονται την επενδυτική βαθμίδα και μόνον!

Δια του λόγου το αληθές: «Αύξηση 4,4 δισ. εμφάνισε το Α’ εξάμηνο το χρέος της κεντρικής διοίκησης, με αποτέλεσμα το γενικό χρέος να διαμορφωθεί στα 404 δισ. από 400 δισ. στο τέλος του ‘22». Βέβαια, μπορεί ως ποσοστό του ΑΕΠ το χρέος να μειώνεται, όμως το γεγονός αυτό οφείλεται στην ανάπτυξη που καταγράφει η χώρα, η οποία ανάπτυξη -πέραν του πραγματικού αναπτυξιακού σκέλους της- ενσωματώνει και ένα ποσοστό πλασματικό. Ποσοστό το οποίον οφείλεται στον πληθωρισμό, και δεν συνιστά πραγματική αύξηση του εθνικού πλούτου, απλώς προκύπτει από την αύξηση των τιμών λόγω πληθωρισμού, ο οποίος ειδικά στα τρόφιμα είναι πολύ υψηλός!

Υπ’ όψιν ότι η αύξηση του ονομαστικού δημοσίου χρέους αποτελείται αποκλειστικά από βραχυπρόθεσμο χρέος το οποίον χρησιμοποιήθηκε για τη χορήγηση των πάσης φύσεως επιδομάτων που απλόχερα μοίρασε η κυβέρνηση προ των εκλογών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει ότι προκειμένου το ελληνικό δημόσιο χρέος να είναι βιώσιμο, επιβάλλεται η χώρα να υιοθετήσει ένα δημοσιονομικό πρόγραμμα το οποίον θα οδηγήσει στη συστηματική μείωση του ονομαστικού χρέους. Γι’ αυτό και χρειάζεται μια σειρά πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, τα οποία θα κατευθύνονται στη μείωση του χρέους. Ο Έλληνας Κεντρικός Τραπεζίτης είναι μάλλον ο μόνος που δείχνει να ανησυχεί και διαμηνύει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2024 πρέπει να ανέλθει στο 2,3% του ΑΕΠ προκειμένου να αρχίσει η καθοδική πορεία του δημοσίου χρέους. Το πράγμα όμως δεν δείχνει και τόσο εύκολο για την Κυβέρνηση, εφόσον για φέτος το πρωτογενές πλεόνασμα υπολογίζεται στο 0,7% του ΑΕΠ, άρα το πλεόνασμα θα πρέπει να τριπλασιασθεί για το 2024, γεγονός που προϋποθέτει σφιχτή πολιτική περιστολής δημοσίων δαπανών και κυρίως πλήρη αντιστροφή της φιλολαϊκής πολιτικής διανομής πάσης φύσεως επιδομάτων και ενισχύσεων.

Για μια στιγμή όμως!

Όλα αυτά είναι θεωρητικές προβλέψεις και συμπεράσματα τα οποία δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τις πρόσφατες κυβερνητικές δεσμεύσεις. Και εξηγούμαι: μετά τις φετινές πυρκαγιές ο Πρωθυπουργός δεσμεύθηκε ότι η Χώρα πρέπει να ανανεώσει τα πυροσβεστικά μέσα της και να προσλάβει πρόσθετο προσωπικό πυρόσβεσης.

Πριν από τις πυρκαγιές όμως, οι πάντες είχαν συμφωνήσει ότι πρέπει να ενισχυθεί το ΕΚΑΒ με νέο προσωπικό και ασθενοφόρα για να μπορεί να εξυπηρετεί επείγοντα περιστατικά σε σύντομο χρόνο. Αλλά και στις Εφορίες τα πράγματα θέλουν ενίσχυση. Όταν το 30% του ΑΕΠ φοροδιαφεύγει ακριβώς επειδή δεν επαρκεί ο φορολογικός μηχανισμός να το συλλάβει, δεν συνιστά επείγουσα ανάγκη η πρόσληψη επιπλέον ελεγκτών-εφοριακών και η ενίσχυση των φορολογικών ελέγχων;

Αν υπολογίσουμε τα εκατομμύρια που απαιτούνται για τις «έκτακτες» αυτές ανάγκες και πολλές άλλες που δεν ανέφερα, αθροίζονται μερικές δεκάδες δις. Και δεν αναφέραμε τίποτα για συντάξεις, αναδρομικά, νέα μισθολόγια του Δημοσίου, δαπάνες για Άμυνα κ.λπ. κ.λπ. Και βεβαίως ας μην ξεχνάμε ότι η Κυβέρνηση έχει δεσμευθεί για περαιτέρω μειώσεις της φορολογίας. Άρα τα πράγματα περιπλέκονται πολύ περισσότερο απ’ ό,τι κατ’ αρχάς προβλέπουν οι ειδικοί, μέσα από την ασφάλεια των γραφείων τους.

Η κατάσταση λοιπόν φαίνεται να ακροβατεί μεταξύ των κυβερνητικών εξαγγελιών και των προϋποθέσεων για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, αλλά και των προβλέψεων που θα περιλαμβάνει το υπό διαπραγμάτευση νέο Σύμφωνο Σταθερότητος, το οποίον θα διαδεχθεί το σήμερα ισχύον Σύμφωνο. Στο νέο Σύμφωνο που κυοφορείται οι κανόνες για την ονομαστική μείωση του χρέους θα είναι σκληρότεροι, καθώς επίσης και τα κριτήρια για τη συνέχιση των μέτρων στήριξης των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων.

Τώρα στην αρχή της νέας κυβερνητικής θητείας τα πράγματα δείχνουν λίγο πιο εύκολα για την κυβέρνηση. Όσο όμως θα πλησιάζουν οι επόμενες εκλογές, οι κοινωνικές πιέσεις για παροχές φυσικά θα αυξάνονται και η κυβέρνηση θα δοκιμάζεται. Και σήμερα μεν η κυβέρνηση είναι πολύ τυχερή διότι στην ουσία δεν έχει απέναντί της μία σοβαρή αντιπολίτευση. Αν όμως η αντιπολίτευση ανασυγκροτηθεί και αρχίσει να πιέζει -πράγμα αναμενόμενο- πώς θα αντιδράσει τότε η κυβέρνηση;

Κλείνω σημειώνοντας ότι οι προηγούμενες σκέψεις αφορούν το δημόσιο χρέος και τα θέματα που σχετίζονται με αυτό. Δεν έγινε καν λόγος για το ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα, το οποίον κινείται γύρω στα 260 δισ. και συνιστά από μόνο του ένα τεράστιο θέμα, του οποίου η διαχείριση είναι πολύ δυσκολότερη από τη διαχείριση του δημοσίου χρέους.

Αλλά επ’ αυτού, προσεχώς περισσότερα.