Είναι κάτι σαν ιστορικά αποδεδειγμένο ότι για μια κυβέρνηση η δεύτερη θητεία είναι πιο δύσκολη, ακόμη και να είχε (ή να έχει) καλύτερες επιδόσεις από την πρώτη
Γιατί η κόπωση της διακυβέρνησης επηρεάζει και τους ψηφοφόρους, αλλά και τα ίδια τα μέλη ενός μηχανισμού εξουσίας. Για την ακρίβεια, το κυβερνών κόμμα το «βρίσκουν» πάντα και φαινόμενα αλαζονείας, φθοράς και, τέλος πάντων, ό,τι άλλο φέρνει ο χρόνος σε μια τόσο έντονη πολιτική δραστηριότητα που αποτελεί συνέχεια από το 2019, δηλαδή για πέμπτη χρονιά πλέον.

Και κάτι ακόμα όμως: η έλλειψη σοβαρής αντιπολίτευσης σίγουρα δεν βοηθάει την ίδια την κυβέρνηση, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει ανταγωνισμός, το άγχος του αντιπάλου που ακολουθεί και απειλεί.

Ολα αυτά συμβαίνουν και σήμερα στο δικό μας πολιτικό σκηνικό, χωρίς βέβαια να διαφαίνεται σημαντική πολιτική φθορά στο κυβερνών κόμμα, αφού δεν συντρέχουν συγκλονιστικά γεγονότα που άλλαξαν τους συσχετισμούς τους τελευταίους οκτώ μήνες που κέρδισε τις εθνικές εκλογές. Η ακρίβεια πέρυσι τέτοια εποχή ήταν πιο άγρια ειδικά στην ενέργεια, ενώ το τραγικό γεγονός των Τεμπών -που κυριαρχεί σήμερα στην επικαιρότητα- είχε συμβεί μόλις πριν από λίγες ημέρες.

Επιπροσθέτως, τα δύο πιο σημαντικά κόμματα της αντιπολίτευσης βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ο ΣΥΡΙΖΑ ψάχνει τον δρόμο του εκτός Αριστεράς, με έναν αρχηγό που μόνο σε εκείνον τον ιδεολογικό χώρο δεν ανήκει. Πού ανήκει ακριβώς πολιτικά θα σας γελάσω, αλλά καταλαβαίνω ότι μάλλον μοιάζει με ένα «μεταπολιτικό φαινόμενο», πάντως ηγέτης Αριστεράς ή σοσιαλιστής δεν φαίνεται ο Κασσελάκης, γι’ αυτό και έφυγαν (και φεύγουν σταδιακά) όλοι οι πρωταγωνιστές της τελευταίας δεκαετίας του ΣΥΡΙΖΑ που κυβέρνησαν κιόλας (Τσίπρας, Τσακαλώτος, Αχτσιόγλου, Φίλης, Σκουρλέτης κ.λπ.).

Ομοίως, σε μια κρίση ταυτότητας βρίσκεται και το ΠΑΣΟΚ, όχι βεβαίως στον βαθμό και την έκταση που συμβαίνει στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πάντως με εμφανώς δυσμενή δημοσκοπικά αποτελέσματα. Μοιάζει εκεί στο ΠΑΣΟΚ να αντιμετωπίζουν ταυτοχρόνως μια κρίση ιδεολογικής ταυτότητας και κατεύθυνσης σε συνδυασμό με την προσωπική ατζέντα του αρχηγού του. Ισως θεωρούν ότι υπάρχει περισσότερος χώρος από τα αριστερά τους λόγω των οβιδιακών μεταμορφώσεων του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά δεν βγαίνει…

Παρά το γεγονός όμως ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης βρίσκονται πολύ χαμηλά και δεν παίρνουν ψήφους από την κυβέρνηση, παρά μόνο ελάχιστες, είναι απολύτως λογικό το κυβερνών κόμμα να υφίσταται φθορά, ακόμα και αν τρέχει σε μια κούρσα για έναν μαραθωνοδρόμο.

Η κοινή γνώμη με την τριβή της διακυβέρνησης, αλλά και την έλλειψη σοβαρού πολιτικού αντιπάλου απέναντι στον Μητσοτάκη είναι πιθανόν σήμερα, περίπου τρεις μήνες πριν από τις «αδιάφορες ευρωεκλογές», αφού δεν κρίνεται εκεί το ποιος θα κυβερνήσει, να ψηφίσει χαλαρά κάτι άλλο και κάποιον άλλον, γιατί απλούστατα πιστεύει πως δεν θα το βρει μπροστά της.

Τι θα πάθει, για παράδειγμα, αν ψηφίσει τον Κασσελάκη τώρα που εμφανίζεται πιο φιλικός ακόμα και στην Κατερίνα Καινούργιου; Ή την Αφροδίτη Λατινοπούλου, μια δυναμική και συμπαθή όμορφη νέα δεξιά Ελληνίδα που αντιγράφει το μοντέλο της Μελόνι, αλλά πριν γίνει πρωθυπουργός στην Ιταλία; Απ’ όλα έχει ο μπαξές, υπάρχει στον χώρο της Ακροδεξιάς και κάτι σε πιο σκληροπυρηνικό όπως ο Βελόπουλος, σε πιο θρησκευτικό όπως ο Νατσιός κ.λπ. κ.λπ.

Ιδιαιτέρως, μάλιστα, η μετακίνηση της Ν.Δ. και ειδικά του πρωθυπουργού προς το Κέντρο αφήνουν χώρο προς τα ακροδεξιά κόμματα, τάση που πλέον πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα διεθνές γεγονός τα τελευταία χρόνια (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Αυστρία κ.λπ.) και όχι ως ελληνικό φαινόμενο μόνο και μόνο λόγω της κυβερνητικής πολιτικής.

Σήμερα τα δημοσκοπικά ποσοστά της Ν.Δ., που εκτιμώνται από 32% έως 35%, εφόσον επαληθευτούν στις κάλπες του Ιουνίου, δεν θα αποτελέσουν πρόβλημα στη διακυβέρνηση της χώρας. Αλλωστε 33% είχε πάρει και στις ευρωεκλογές του 2019 (για να φτάσει έναν μήνα μετά στο 39%).

Ωστόσο, μια κυβέρνηση που θα χάσει έστω και στις ευρωεκλογές ένα σημαντικό ποσοστό σε σύγκριση με το αντίστοιχό του (ευρωεκλογές 2019), θα χάσει μαζί και τη φόρα της από τον πρώτο χρόνο της δεύτερης θητείας της. Και νομίζω ότι με παρρησία και δίχως υπερβολές αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό από τη Ν.Δ. σε όσους ψηφοφόρους θεωρούν ακόμη ότι αυτή η κυβέρνηση έχει δρόμο και δουλειά μπροστά της.