Κάθε ημέρα που έρχομαι στο newmoney, περνάω έξω από το εμβολιαστικό κέντρο «Προμηθέας» και παρά το γεγονός ότι εμφανίζονται μικρές κυκλοφοριακές ανασχέσεις, καθόλου δεν με ενοχλεί – το αντίθετο. Αυτή η εικόνα με γεμίζει χαρά και αισιοδοξία, αφού ο δρόμος προς την ελευθερία και τη νίκη κατά του κορωνοϊού και του θανάτου που ξερνοβολά, περνά πάνω από σύριγγες και εμβόλια. Δυστυχώς, όμως, δεν έχουν όλοι την ίδια άποψη με εμένα.

Τα στοιχεία από το υπουργείο Υγείας δείχνουν ότι ένα σημαντικό -αλλά όχι ικανοποιητικό- ποσοστό εργαζομένων έχει κάνει το εμβόλιο για την covid-19, με αποκλίσεις, ανάλογα με τους κλάδους. Συγκεκριμένα, μέχρι τώρα, έχει εμβολιαστεί το 82% των γιατρών του ΕΣΥ και το 88% του ιδιωτικού τομέα, το 63% του νοσηλευτικού προσωπικού στο ΕΣΥ και το 62% του ιδιωτικού τομέα. Περίπου στα ίδια ποσοστά κυμαίνεται ο εμβολιασμός για το λοιπό προσωπικό σε ΕΣΥ και ιδιωτικές δομές – 60% και 63%, αντίστοιχα. Φυσικά και πρόκειται για ένα ποσοστό υψηλό, το οποίο βοηθά ουσιαστικά στην οικοδόμηση τείχους ανοσίας στις δομές υγείας, αλλά τι γίνεται με τους υπόλοιπους που δεν θέλουν, για διάφορους λόγους, να εμβολιαστούν;

Η ΕΜΑΚ του Πυροσβεστικού Σώματος είναι η πρώτη υπηρεσία στο ελληνικό Δημόσιο στην οποία καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός για τον κορωνοϊό στη χώρα μας. Όπως γίνεται κατανοητό, από τη στιγμή κατά την οποία έγινε η αρχή, δεν αποκλείεται να ακολουθήσουν κι άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Το οποίο σημαίνει πως κάποια εργασιακά μπαϊράκια αρχίζουν ήδη να ξεδιπλώνονται. Μιλάμε, όμως, για τσάμπα συνδικαλισμό ή σε όλο αυτό υπάρχει λογική;

Είναι αλήθεια πως η απόφαση της ιταλικής κυβέρνησης, τον περασμένο Μάρτιο -να θεσπίσει την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού για τους επαγγελματίες υγείας, συμπεριλαμβανομένων και των φαρμακοποιών- λειτούργησε καταλυτικά. Αντίστοιχα, στη χώρα μας, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, άνοιξε το θέμα -με συνέντευξη που είχε δώσει σε τηλεοπτικό σταθμό, στις αρχές του περασμένου Απριλίου- λέγοντας πως, από τον Σεπτέμβριο, ενδέχεται να τεθεί θέμα υποχρεωτικότητας εμβολιασμού στους υγειονομικούς – όπως έγινε στην Ιταλία. «Πρέπει να καταστήσουμε απόλυτα σαφές ότι δεν μπορείς να είσαι υγειονομικός, να έχεις την ιερή αποστολή να φροντίζεις συμπολίτες μας, οι οποίοι είναι άρρωστοι και εσύ ο ίδιος να μην προστατεύεσαι», είχε πει τότε.

Μπορεί να διαφωνείς για χίλια δυο ζητήματα με τον κ. Μητσοτάκη, αλλά εδώ δεν μπορείς να παραγνωρίσεις πως δεν ισχυρίζεται κάτι παράλογο. Ταυτόχρονα, επιστήμονες του Εργαστηρίου Μελέτης Ιατρικού Δικαίου και Βιοηθικής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, γνωμοδότησαν πως το ιταλικό μοντέλο μπορεί να εφαρμοστεί και στη χώρα μας. «Κατά τον παρόντα χρόνο και όσο διαρκεί η πανδημία του Covid-19, το υπουργείο Υγείας μπορεί να ορίσει ως υποχρεωτικό τον εμβολιασμό όλων των γιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού, καθώς και όλων όσοι στελεχώνουν δομές υγείας (δημόσιου και ιδιωτικού τομέα) ή δομές περίθαλψης ευπαθών ομάδων (ηλικιωμένων, ατόμων με χρόνιες παθήσεις, ή ατόμων με ειδικές ανάγκες), ορίζοντας ταυτόχρονα ως άμεση συνέπεια της άρνησης εμβολιασμού τους την απομάκρυνσή τους από τον χώρο εργασίας τους χωρίς καμία οικονομική απαίτηση», όπως αναφέρεται στη σχετική γνωμοδότηση.

Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και πρώην υπουργός, Αντώνης Μανιτάκης, δήλωσε πως η απόφαση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των στελεχών της ΕΜΑΚ είναι «απολύτως σύμφωνη με τους νόμους και το Σύνταγμα της χώρας».

Εάν θέλουμε να ακολουθήσουμε αποκλειστικά το γράμμα του νόμου, η απόφαση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό στην ΕΜΑΚ είναι απολύτως σύμφωνη με τη νομοθετική πρόβλεψη η οποία υπάρχει ήδη από τον Απρίλιο του 2020. Βάσει αυτής, επιτρέπεται σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες να επιβάλουν ορισμένες υποχρεώσεις -μεταξύ των οποίων  και ο εμβολιασμός- προκειμένου να προστατεύσουν τη ζωή των ανθρώπων και την υγεία τους από την πανδημία. Αυτό σημαίνει πως σε ορισμένες κατηγορίες προσώπων -υγειονομικό προσωπικό ή δάσκαλοι- είναι δυνατόν να προβλεφθεί ο εξαναγκαστικός ή ο πειθαναγκαστικός εμβολιασμός. Και αυτή η «υποχρεωτικότητα» του εμβολιασμού έχει συνταγματικά ερείσματα, για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας.

Οπότε, το λήξαμε το θέμα; Όλοι θα εμβολιαστούν, με το ζόρι; Φυσικά και όχι. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι προβάλλουν βάσιμους λόγους υγείας ή λόγους συνειδησιακούς -όπως συμβαίνει με τους αντιρρησίες συνείδησης- και δεν θέλουν να κάνουν το εμβόλιο. Αυτούς, τι τους κάνεις; Τους απολύεις; Φυσικά και όχι, επίσης. Οφείλουμε να σεβαστούμε και να δεχτούμε την αιτιολογημένη άρνησή τους, αλλά θα πρέπει να συνεχίσουν να υπηρετούν τη δημόσια θέση τους από άλλο πόστο, από το οποίο δεν θα κινδυνεύουν ούτε οι ίδιοι να προσβληθούν ούτε να διασπείρουν σε άλλους τον ιό. Για παράδειγμα, για ποιον λόγο θα πρέπει να συνεχίσει να διδάσκει κάποιος δάσκαλος ο οποίος δεν θέλει να εμβολιαστεί; Το σημειώνω ξανά. Κανείς δεν πρέπει να απολυθεί, ουδείς πρέπει να έχει δυσμενείς εργασιακές συνέπειες, αλλά πρέπει να πάμε παρακάτω τις ζωές μας, με ασφάλεια, βασιζόμενοι στην ηθική και στη λογική.

Ο Χέρμπερτ Σπένσερ είναι ο πατέρας της φράσης “surviving of the fittest” (η επιβίωση του ισχυρότερου) την οποία εμπνεύσθηκε από τον Δαρβίνο. Όπως ήρθαν τα πράγματα, με την άρνηση στον εμβολιασμό ή με την κατάφαση που δηλώνεται με το σήκωμα του μανικιού της μπλούζας για να μπει το εμβόλιο μέσα σου, δημιουργούνται δύο κατηγορίες πολιτών: εκείνοι που θα μπορούν να κινούνται με την επίδειξη του πιστοποιητικού εμβολιασμού και εκείνοι που θα παραμένουν σε καραντίνα – πάσης φύσεως. Οι ισχυρότεροι, βάσει εξέλιξης, θα είναι εκείνοι οι οποίοι θα έχουν αποκτήσει αντισώματα μετά το τρύπημα στο μπράτσο.

Ο ίδιος Βρετανός φιλόσοφος που ανέφερα στην προηγούμενη παράγραφο, είχε γράψει πως «η διατήρηση της υγείας είναι καθήκον. Λίγοι φαίνεται να συνειδητοποιούν ότι υπάρχει και κάτι που θα μπορούσαμε να το πούμε φυσική ηθική». Υπάρχουν άλλοι τόσοι, επίσης, οι οποίοι -εάν δεν μιλάμε για λόγους υγείας- έχουν πάρει διαζύγιο με την κοινή λογική και ασχολούνται με το εάν μετά το εμβόλιο έχεις μπόλικα τσιπάκια του Μπιλ Γκέιτς μέσα σου ή έχεις απευθείας σύνδεση με το 5G. Αν αυτοί υπηρετούν στο Δημόσιο, ας πάνε στα πίσω γραφεία. Να μην κολλήσουν τους άλλους, να μην κολλήσουν οι ίδιοι και, βασικά, για να μην τους ακούμε…