Το ζήτημα της στέγης, όπως παραδέχονται και τα κυβερνητικά στελέχη, είναι ιδιαίτερα κρίσιμο καθώς ένας στους τρεις Έλληνες ξοδεύει περισσότερο από 40% του εισοδήματός του για την κάλυψη των σχετικών εξόδων. Η Κυβέρνηση -για να αντιμετωπίσει την κατάσταση- επεξεργάζεται και προωθεί διάφορα σχέδια, για τη στήριξη νέων, ανέργων, φοιτητών, για κοινωνική κατοικία κ.ά.

Περισσότερο από έναν χρόνο τώρα, σχεδιάζεται μια νέα στεγαστική πολιτική, με τις πληροφορίες να είναι πως θα τεθεί σε εφαρμογή στις αρχές του 2024. Σχεδιάζονται φορολογικά και άλλα κίνητρα για ιδιοκτήτες κλειστών ακινήτων ώστε να τα ανακαινίσουν και να τα νοικιάσουν, σπίτια τα οποία θα δοθούν για μακροχρόνια μίσθωση σε νέα ζευγάρια και άλλα ανάλογα μέτρα που ασφαλώς έχουν θετικό πρόσημο και κανείς καλοπροαίρετος δεν μπορεί να διαφωνήσει.

Παρά τις καλές προθέσεις όμως, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν αυτά τα μέτρα θα έχουν και την προσδοκώμενη αποτελεσματικότητα. Τα ακίνητα αποτέλεσαν βασική επενδυτική επιλογή για τους Έλληνες στα χρόνια της δραχμής. Για αυτό και στην πτώχευση του 2010 οι δανειστές επέβαλαν εξοντωτικές φορολογίες στην ακίνητη περιουσία, αφενός επειδή έκριναν ότι θα έφερναν έσοδα για τα ταμεία και αφετέρου ήταν ένα πεδίο που θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να τιμωρήσουν όλους τους Έλληνες ως φοροφυγάδες.

Επιβλήθηκε λοιπόν φόρος κατοχής, το σημερινό ΕΝΦΙΑ που εξακολουθεί να συνυπάρχει ταυτόχρονα με όλους τους άλλους φόρους που καλούνται να πληρώνουν οι ιδιοκτήτες. Φόροι όπως, για παράδειγμα, ο συμπληρωματικός φόρος επί του συνόλου της αστικής περιουσίας άνω των 250.000 ευρώ, το ετήσιο τέλος ακίνητης περιουσίας (ΤΑΠ), η αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης και ένα σωρό άλλοι, οι οποίοι κατά το παρατηρητήριο φορολογίας των ακινήτων της ΠΟΜΙΔΑ ανέρχονται σε 25!

Είναι γεγονός ότι η Κυβέρνηση προσπάθησε να εξορθολογίσει τη φορολογική αφαίμαξη μέσω των ακινήτων, και μείωσε τον ΕΝΦΙΑ, ενώ αύξησε το αφορολόγητο όριο για τις γονικές παροχές. Ωστόσο, οι αναγκαίες αυτές παρεμβάσεις δεν επαρκούν για να αλλάξουν την εικόνα, καθώς -για παράδειγμα- η φορολόγηση των ενοικίων στην Ελλάδα είναι επιπέδου Νορβηγίας, καθώς η σκανδιναβική – πετρελαιοπαραγωγός χώρα εφαρμόζει παρόμοιους συντελεστές. Το εισόδημα από ενοίκια σήμερα φορολογείται από το πρώτο ευρώ και για εισόδημα έως 12.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 15%. Για εισόδημα από 12.001 έως 35.000 ευρώ ο συντελεστής φορολόγησης είναι 35% και για εισόδημα πάνω από 35.001 ευρώ ο συντελεστής αυξάνεται στο 45%. Η Ελλάδα είναι πάνω από τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ε.Ε. και η Κυβέρνηση εξετάζει τώρα πώς μπορεί να εξομαλύνει τη φορολόγηση των εισοδημάτων από ενοίκια.

Τέτοιες προσαρμογές που συγκλίνουν στην εκλογίκευση της φορολόγησης μπορεί να αποδειχθούν απείρως αποτελεσματικότερες από φιλόδοξες πρωτοβουλίες και σύνθετους σχεδιασμούς για την αντιμετώπιση της οικιστικής κρίσης. Αν το φορολογικό πλαίσιο δεν τοποθετεί την εφορία σε ρόλο άτυπου συνεταίρου του ιδιοκτήτη ακινήτων, μπορεί ευκολότερα περισσότερα διαθέσιμα για ενοικίαση σπίτια να βγουν στην αγορά και ενδεχομένως με λογικά μισθώματα.