Κάθε χρόνο, στις 9 Μαΐου, η Ευρώπη γιορτάζει την ειρήνη, την ενότητα και τη συνεργασία των λαών της – αξίες που θεμελιώνουν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ημερομηνία σηματοδοτεί την επέτειο της Διακήρυξης Σουμάν το 1950, που έθεσε τις βάσεις για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Για την Ελλάδα, η Ημέρα της Ευρώπης δεν είναι απλώς μια τελετουργική εορτή: αποτελεί υπενθύμιση της σταθερής προσήλωσης της χώρας μας στις δημοκρατικές αξίες και την ευρωπαϊκή οικογένεια. Η Ελλάδα, ιστορικά κοιτίδα της δημοκρατίας, τιμώντας την 9η Μαΐου τιμά παράλληλα την επιλογή της να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια και να μοιραστεί ένα μέλλον ειρήνης και ανάπτυξης.
Τα οφέλη από τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία 42 χρόνια είναι χειροπιαστά και αδιαμφισβήτητα – την ίδια στιγμή που κάποιοι δίπλα μας θα ήθελαν να μην ήμασταν μέλος της. Οπου με χειροπιαστά στοιχεία, από το 1981 μέχρι σήμερα, η χώρα έχει ωφεληθεί καθοριστικά, τόσο οικονομικά, όσο και κοινωνικά. Η Πολιτική Συνοχής της ΕΕ –μέσω των διαρθρωτικών ταμείων και των προγραμμάτων ΕΣΠΑ– αποτέλεσε μοχλό εκσυγχρονισμού: η Ελλάδα αξιοποίησε κοινοτικούς πόρους για να αναβαθμίσει τις υποδομές, να ενισχύσει την κοινωνική συνοχή και να καταστήσει την οικονομία της πιο ανταγωνιστική. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι πολλά από τα μεγάλα έργα που άλλαξαν την όψη της χώρας χρηματοδοτήθηκαν από ευρωπαϊκά κονδύλια. Υπολογίζεται ότι περίπου 200 δισεκατομμύρια ευρώ εισέρρευσαν στην ελληνική οικονομία τις τελευταίες δεκαετίες μέσω της ΕΕ, ποσό που επέτρεψε την υλοποίηση έργων όπως το μετρό της Αθήνας, η γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου και οι σύγχρονοι αυτοκινητόδρομοι – έργα που χωρίς την ευρωπαϊκή στήριξη δεν θα είχαν γίνει πραγματικότητα. Τα κονδύλια αυτά στήριξαν τους αγρότες, τους ανέργους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, βοηθώντας τους όχι μόνο να σταθούν στα πόδια τους αλλά και να αναπτυχθούν. Θα έπρεπε να είχε γίνει καλύτερη διαχείριση αυτών των χρημάτων; Ας μη συζητάμε τα αυτονόητα…
Το δεδομένο είναι πως η ένταξή μας στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά έδωσε πρωτοφανή ώθηση στο εμπόριο και τις επενδύσεις. Σήμερα, πάνω από το 57% των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνεται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντανακλώντας τη σημασία της ενιαίας αγοράς για την ελληνική οικονομία. Οι ελληνικές επιχειρήσεις απέκτησαν πρόσβαση σε μια τεράστια αγορά χωρίς δασμούς, ενώ οι καταναλωτές απολαμβάνουν μεγαλύτερη ποικιλία αγαθών και υπηρεσιών σε ανταγωνιστικές τιμές. Επιπλέον, η ελεύθερη κυκλοφορία εντός ΕΕ έδωσε τη δυνατότητα σε χιλιάδες Έλληνες να σπουδάσουν, να εργαστούν και να διευρύνουν τους ορίζοντές τους σε ευρωπαϊκές χώρες, δημιουργώντας μια νέα, εξωστρεφή γενιά. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε και τα θεσμικά κέρδη: η συμμετοχή στην ΕΕ βοήθησε στη θωράκιση της Δημοκρατίας και των θεσμών μας μετά τη μεταπολίτευση, επιτρέποντας στη χώρα να εδραιωθεί ως κράτος δικαίου και σταθερότητας. Όπως επισημαίνεται, τα πρώτα 40 χρόνια ευρωπαϊκής πορείας βοήθησαν την Ελλάδα να θωρακίσει τη Δημοκρατία της και να κάνει ένα τεράστιο οικονομικό και αναπτυξιακό άλμα προς τα εμπρός. Το συνολικό ισοζύγιο αυτής της συμμετοχής είναι αδιαμφισβήτητα θετικό.
Στο οικονομικό πεδίο ειδικά, η Ελλάδα υπήρξε καθαρός ωφελούμενος του κοινοτικού προϋπολογισμού. Σε ετήσια βάση λαμβάνει περισσότερους πόρους από όσους συνεισφέρει – χαρακτηριστικά, το 2021 η Ελλάδα ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος καθαρός αποδέκτης στην ΕΕ, με καθαρή εισροή γύρω στα 4,7 δισ. ευρώ. Αυτή η αλληλεγγύη μεταφράζεται σε αναπτυξιακά έργα, αγροτικές επιδοτήσεις και κοινωνικές δράσεις που βελτιώνουν την καθημερινότητα των πολιτών. Και κοιτώντας μπροστά, η στήριξη συνεχίζεται: για την περίοδο 2021-2027, η χώρα μας εξασφάλισε ένα ευρωπαϊκό πακέτο χρηματοδότησης περίπου 70 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των πόρων του νέου ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (NextGenerationEU). Μάλιστα, από το Ταμείο Ανάκαμψης προβλέπεται να λάβουμε κι άλλα δισ. ευρώ, τα οποία ήδη δρομολογούνται σε επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις για τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη ανάπτυξη. Με απλά λόγια, η ΕΕ συνεχίζει να αποτελεί πυλώνα στήριξης και ευημερίας για την Ελλάδα.
Όμως, η πορεία της Ελλάδας στην ΕΕ δεν υπήρξε πάντοτε ανέφελη. Τη δυσκολότερη δοκιμασία αποτέλεσε αναμφίβολα η κρίση του 2015, όταν η χώρα βρέθηκε μια ανάσα από την έξοδο από την ευρωζώνη – το διαβόητο Grexit. Επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εκείνο το καλοκαίρι, η σκληρή σύγκρουση με τους Ευρωπαίους εταίρους και η ασφυξία ρευστότητας οδήγησαν σε κλείσιμο τραπεζών και έθεσαν εν αμφιβόλω τη θέση της Ελλάδας στο ευρώ. Τον Ιούνιο του 2015, όπως θυμάται και ο τότε επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ, η Ελλάδα βρέθηκε «πολύ κοντά στο χείλος του γκρεμού» – το Grexit ήταν πραγματική πιθανότητα και βρισκόταν πιο κοντά από ποτέ. Δεν πρόκειται για κινδυνολογία: ακόμη και οι εταίροι επεξεργάζονταν έκτακτα σχέδια εκείνες τις μέρες, ενώ η εμπιστοσύνη τους απέναντί μας κλονίστηκε σοβαρά.
Τελικά, με δραματικές πολιτικές αποφάσεις, έγινε το βήμα πίσω από την άβυσσο. Η ελληνική κυβέρνηση, πιεσμένη από τις συνθήκες, κατέληξε σε συμφωνία με τους δανειστές τον Αύγουστο του 2015, εξασφαλίζοντας ένα τρίτο πρόγραμμα στήριξης – ένα μνημόνιο. Η παρέμβαση των ευρωπαϊκών θεσμών –κυρίως μέσω του ESM– αποδείχθηκε σωτήρια, αποτρέποντας την άτακτη χρεοκοπία και κρατώντας την Ελλάδα στο ευρώ. Όπως τόνισε ο ίδιος ο Ρέγκλινγκ, «το κλειδί της επιτυχίας ήταν η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη», από την οποία ωφελήθηκαν όλοι οι Έλληνες πολίτες. Πράγματι, αν η Ελλάδα είχε εγκαταλείψει το ευρώ, οι συνέπειες θα ήταν ανυπολόγιστες: μια νέα δραχμή θα βυθιζόταν σε απότομη υποτίμηση, ο πληθωρισμός και η ανεργία θα εκτοξεύονταν, ενώ η γεωπολιτική θέση της χώρας θα αποδυναμωνόταν. Αντίθετα, η παραμονή στην ΕΕ και την ευρωζώνη εγγυήθηκε τη σταθερότητα και άνοιξε τον δρόμο για ανάκαμψη. Ήδη τα επόμενα χρόνια, με τις θυσίες του ελληνικού λαού και τη στήριξη των εταίρων, η οικονομία ανέκαμψε δυναμικά – ενδεικτικά, μετά την κρίση και την ύφεση της πανδημίας, η Ελλάδα κατέγραψε την υψηλότερη ετήσια ανάπτυξη ΑΕΠ σε ολόκληρη την ευρωζώνη το 2021. Η παραμονή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια λειτούργησε ως ασπίδα προστασίας σε μια κρίσιμη καμπή, προσφέροντας προοπτική εκεί όπου διαφαινόταν το χάος.
Σήμερα, η Ελλάδα στέκεται ξανά σε τροχιά ανάπτυξης και εμπεδωμένης σταθερότητας, σε μεγάλο βαθμό χάρη στη στήριξη και τις ευκαιρίες που παρείχε η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η φιλοευρωπαϊκή πορεία δεν είναι απλώς μια αφηρημένη ιδεολογία, αλλά μια στρατηγική επιλογή που απέδωσε καρπούς: από τις νέες δουλειές και τα έργα υποδομής έως την αναβάθμιση της διεθνούς εικόνας της χώρας. Μέσα στην ΕΕ, η Ελλάδα μπόρεσε να μεγιστοποιήσει τις δυνατότητές της, προστατεύτηκε από μεγάλους κλυδωνισμούς και βρήκε σύμμαχους στις δύσκολες στιγμές.
Η Ημέρα της Ευρώπης, λοιπόν, έχει για εμάς διττή σημασία. Αφενός, μας θυμίζει πόσο πολύτιμη είναι η ειρήνη, η δημοκρατία και η συνεργασία που θεωρούμε πλέον δεδομένες στη ζωή μας, χάρη στην ΕΕ. Αφετέρου, αποτελεί ευκαιρία απολογισμού των ωφελημάτων που αποκομίσαμε ως μέλος της Ένωσης και επιβεβαίωσης της βούλησής μας να συνεχίσουμε σε αυτόν τον δρόμο. Τιμώντας την 9η Μαΐου, η Ελλάδα τιμά την ίδια της την πρόοδο: τη μεταμόρφωσή της από μια χώρα στην περιφέρεια της Ευρώπης σε ένα ισότιμο μέλος μιας ισχυρής ένωσης 27 κρατών. Με καθαρά φιλοευρωπαϊκή θέση, οφείλουμε να αναγνωρίζουμε ότι η ευρωπαϊκή μας ταυτότητα υπήρξε και παραμένει θεμέλιο σταθερότητας, ευημερίας και προοπτικής για τις επόμενες γενιές. Και όπως δείχνει η εμπειρία, κάθε φορά που η Ελλάδα τίμησε και αξιοποίησε τον ρόλο της εντός της Ευρώπης, βγήκε πολλαπλά κερδισμένη. Ας είναι λοιπόν η φετινή Ημέρα της Ευρώπης μια ακόμη υπενθύμιση ότι πιο δυνατοί είμαστε πάντα μαζί – προχωρώντας ενωμένοι στο ευρωπαϊκό μας μέλλον. Και να μην ξεχνάμε…