Ασφαλώς αυτήν την περίοδο λόγω των επικείμενων εκλογών προτάσσονται άλλες προτεραιότητες στην οικονομική πολιτική. Προέχει η διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και υπευθυνότητας, η αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων που έχουν οι αλλεπάλληλες κρίσεις, η τιθάσευση του πληθωρισμού κ.λπ. Ωστόσο, ένα θέμα που πρέπει να απασχολήσει σοβαρά τη νέα κυβέρνηση είναι η αντιμετώπιση του συσσωρευμένου ιδιωτικού χρέους.

Το ιδιωτικό χρέος, δηλαδή το σύνολο των οφειλών που έχουν νομικά και φυσικά πρόσωπα στη χώρα, υπερβαίνει τα 400 δισ. και συνεπώς κυμαίνεται σε επίπεδα υψηλότερα και από το δημόσιο χρέος. Από τα 400 δισ. τα 258 δισ. ευρώ είναι μη εξυπηρετούμενο χρέος βάσει των στοιχείων Ιουνίου 2022. Υπάρχει μια ελαφρά αποκλιμάκωση τα τελευταία χρόνια, αλλά όχι κάτι σημαντικό.

Υπάρχει ο αντίλογος ότι η Ελλάδα από πλευράς ιδιωτικού χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ είναι κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, η κατάσταση στην Ελλάδα σε σχέση με την ΕΕ δεν αποτελεί λόγο εφησυχασμού καθώς στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλό το ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος. Επιπλέον και παρά τις σοβαρές πράγματι προσπάθειες που έγιναν την τελευταία τριετία να εκλογικευτεί το φορολογικό σύστημα, οι απλήρωτοι φόροι (περίπου 113 δισ.) φαίνεται να αυξάνονται με ρυθμό σχεδόν 1 δισ. ευρώ τον μήνα.

Παράλληλα τα κόκκινα δάνεια, περίπου 90 δισ. ευρώ, μπορεί να βγήκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών και να πέρασαν στους servicers, αλλά παραμένουν στην οικονομία και η ρευστοποίησή τους αναπόφευκτα θα δημιουργεί κοινωνικές εντάσεις. Ταυτόχρονα οι τράπεζες έχουν ακόμη 10 δισ. μη εξυπηρετούμενα δάνεια στα χαρτοφυλάκιά τους, ενώ οι οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία ξεπερνούν τα 40 δισ. ευρώ.

Η Κυβέρνηση ανέλαβε διάφορες πρωτοβουλίες και υιοθετήθηκαν μέτρα όπως η απευθείας ρύθμιση σε πολλές δόσεις, ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρυθμίσεων, η 2η ευκαιρία για τις επιχειρήσεις που πτωχεύουν, η επιδότηση της δόσης των δανείων για τους ευάλωτους κ.ά.

Ωστόσο, τα μέτρα δεν αντικρίστηκαν σε αξιόλογη μείωση του ιδιωτικού χρέους, ενώ ο κίνδυνος να αυξηθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκε αρκετά λόγω της συρρίκνωσης των εισοδημάτων και της ακρίβειας. Το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπιστεί με ορθό και ιδιαίτερα προσεκτικό τρόπο ώστε να μη διαταραχθεί αφενός η πίστη και οι συναλλακτικές πρακτικές και αφετέρου να βοηθηθούν οι πολίτες που πραγματικά έχουν ανάγκη.