Την πρώτη τετραετία την κέρδισε με άνεση ο Μητσοτάκης από την οικονομία, γιατί αντελήφθη εξαρχής ότι μετά από μια δεκαετία στέρησης, υπανάπτυξης και οικονομικής δυσπραγίας και ταλαιπωρίας εκατομμυρίων Ελλήνων λόγω των μνημονίων -κυρίως της μεσαίας τάξης- έπρεπε με τις πολιτικές του να βελτιώσει το εισόδημά τους αλλά και τις προοπτικές τους για να μπορούν να ονειρεύονται ένα καλύτερο μέλλον. Εν μέρει το έκανε και γι’ αυτό και πέτυχε τους στόχους του, σε συνδυασμό με την πολιτική ανυπαρξία του αντιπάλου του.

Συνέβαλαν φυσικά και άλλες πολιτικές, όπως εκείνες της Εθνικής Αμυνας, του Μεταναστευτικού, της ψηφιοποίησης του Δημοσίου.

Υπάρχουν όμως και τομείς που η χώρα έμεινε πίσω, ούτως ή άλλως ήταν πίσω σε πολλά, αλλά αυτό που πονάει περισσότερο είναι η Υγεία. Να ξεκαθαρίσουμε ένα πράγμα, το ΕΣΥ δεν ήταν καλύτερο σε καμία περίπτωση στο παρελθόν, σήμερα εξαιτίας της πανδημίας έχει περισσότερους γιατρούς και νοσηλευτές, διπλάσιες κλίνες Εντατικής και εν γένει δαπανήθηκαν υπερδιπλάσια κονδύλια από την κυβέρνηση, αλλά ακόμα είμαστε πάρα πολύ μακριά από μια στοιχειωδώς ευπρεπή περίθαλψη του ασφαλισμένου στα δημόσια νοσοκομεία. Και, δυστυχώς, ο λόγος δεν είναι ούτε η ελλιπής χρηματοδότηση του Δημοσίου, ούτε η χαμηλή συμμετοχή των ασφαλισμένων στον ΕΟΠΥΥ και άλλα Ταμεία, αλλά οι στρεβλώσεις του ΕΣΥ εδώ και 40 χρόνια.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης που κέρδισε, λοιπόν, την πρώτη τετραετία ακριβώς γιατί έχει αυξημένη αξιοπιστία ως πρωθυπουργός ακόμα και σε ανθρώπους που δεν τον ψηφίζουν, πρέπει να βάλει πάνω-πάνω στην ατζέντα της νέας κυβέρνησης το θέμα της Υγείας, όπως φυσικά και εκείνα της Δικαιοσύνης, της Προστασίας του Πολίτη και φυσικά εν γένει τον εκσυγχρονισμό του Δημοσίου. Άλλωστε η Υγεία είναι και το θέμα που απασχολεί περισσότερο απ’ οτιδήποτε -στις έρευνες κοινής γνώμης- τους Έλληνες, αν εξαιρέσει κανείς την ακρίβεια που λύνεται σχεδόν αποκλειστικά από τη μείωση των τιμών της ενέργειας διεθνώς.

Δεν είναι διόλου εύκολο φυσικά να λυθεί και αυτό αποδεικνύεται γιατί σήμερα αν κοιτάξει κανείς τα εθνικά συστήματα Υγείας θα συναντήσει μεγάλα προβλήματα σε όλη την Ευρώπη, στη Βρετανία, στην Ιταλία, στη Γαλλία, σχεδόν παντού. Η κυβέρνηση, όμως, και ο ίδιος, έχει αυτή την ώρα την πολιτική νομιμοποίηση, εφόσον εκλεγεί αυτοδύναμα, να κάνει ουσιαστική δουλειά, να κάνει τομές, να αγνοήσει το λεγόμενο πολιτικό κόστος, γιατί απλούστατα το πολιτικό κόστος υφίσταται σήμερα με την εικόνα που έχει το ΕΣΥ. Δεν μιλώ για τις ηλίθιες δηλώσεις ενός υποψήφιου βουλευτή που, προφανώς, δεν έχουν ουσία, αλλά δημιουργούν λανθασμένες εντυπώσεις (Πνευματικός), ούτε για το ΕΚΑΒ που δεν πήγε στην ώρα του μία φορά ή περισσότερες. Αυτά είναι το… δέντρο, το δάσος είναι το ίδιο το ΕΣΥ.

Ας επιλέξει, λοιπόν, ο Μητσοτάκης, που έχει αποδείξει ότι η προσωπική του ενασχόληση και η επιμονή του σε ένα θέμα φέρνουν πάντα το μέγιστο αποτέλεσμα (διαπραγμάτευση Ταμείου Ανάκαμψης, διακρατική συμφωνία με τον πρόεδρο Μακρόν για τα Rafale και τις Belharra, επαρκέστατη οργάνωση εμβολιαστικού σχεδίου, ενίσχυση των πολιτών έναντι του κύματος ακρίβειας στους λογαριασμούς της ενέργειας), ένα μοντέλο του νέου ΕΣΥ με βάση τις διεθνείς εμπειρίες. Ας το αναθέσει σε ένα ικανό πολιτικό πρόσωπο δίχως αστερίσκους και ας το θέσει ως έναν από τους τρεις κεντρικούς στόχους της νέας κυβέρνησής του.

Προσωπικά δεν γνωρίζω ποιο θα είναι το μοντέλο που θα επιλέξει και δεν με ενδιαφέρει καθόλου τι θα λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού από εκεί ξεστομίζουν μόνο γενικόλογες μπούρδες. Βασικά κανείς δεν τους πιστεύει, ούτε και τους εμπιστεύεται πια ακόμα και κάτι σωστό να πουν, αφού δυο-τρεις σοβαροί άνθρωποι που υπάρχουν εκεί χάνονται στην ανυποληψία εκατοντάδων άλλων. Ξέρω, όμως, ότι χώρες όπως η Γαλλία, με ένα από τα πιο ισχυρά δημόσια συστήματα Υγείας, λογαριάζουν το κόστος σε πολλές ιατρικές εξετάσεις και αν βγαίνει φτηνότερα και πιο γρήγορα το κόστος και η εξυπηρέτηση των ασθενών, το δίνουν σε ιδιώτες.

Θεωρώ ότι σε αυτές τις εκλογές οι πολίτες έσπασαν πολλά ταμπού της Μεταπολίτευσης και αυτό που ενδιαφέρει είναι οι κόποι τους, δηλαδή οι εισφορές που έδωσαν και δίνουν στα ασφαλιστικά ταμεία του Δημοσίου μια ολόκληρη ζωή, να πιάνουν τόπο όταν χρειάζεται και να μπορούν να πάνε σε ένα νοσοκομείο. Απαιτούν, λοιπόν, να έχουν μια καλή περίθαλψη, ασχέτως αν αυτή θα γίνει σε δημόσιο ή ιδιωτικό νοσοκομείο, αφού τα λεφτά τα έχουν πληρώσει και με το παραπάνω.