Όποτε κι αν γίνουν: την άνοιξη του 2022, όπως προβλέπει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, ή αργότερα, όπως επιμένει να λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναδεικνύοντας τα εκλογικά διλήμματα για τη λήξη της τετραετίας.

Σε κάθε περίπτωση η φετινή ΔΕΘ ήταν καθοριστικής σημασίας στιγμή για την πορεία της Κουμουνδούρου σε μια οιονεί προεκλογική περίοδο. Είναι πολλά άλλωστε τα στελέχη των κομμάτων που προεξοφλούν κλίμα έντασης και πόλωσης στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό και σφοδρές αντιπαραθέσεις μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, από τώρα και για τους επόμενους μήνες.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είχε ως εκ τούτου κάθε λόγο να ποντάρει στο «βήμα» της ΔΕΘ, προκειμένου να προβάρει τα συνθήματα σε έναν από τους «σταθμούς» της τελικής ευθείας. Στην αφετηρία της, επιχείρησε την επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ, βάζοντας στην άκρη τα δημοσκοπικά φορτία και τα ευρήματα που δείχνουν ότι το κόμμα του δεν καταφέρνει να κερδίσει από την κυβερνητικά φθορά, που εκείνος εκτιμά ότι θα είναι ραγδαία. Τόσο με την ομιλία του το βράδυ του Σαββάτου, όσο και με τις απαντήσεις που έδωσε στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου της ΔΕΘ, προσπάθησε να συνδέσει ξανά το κόμμα του με την προοπτική της διακυβέρνησης της χώρας. Μίλησε χαρακτηριστικά για νέο προοδευτικό μοντέλο διακυβέρνησης και για μια κυβέρνηση που δεν θα είναι η κυβέρνηση ενός κόμματος και που στις καίριες θέσεις της θα τοποθετηθούν και εκπρόσωποι των κοινωνικών ομάδων που κρατούν όρθια την οικονομία και τη χώρα: «της μεσαίας τάξης, των εργαζομένων, των νέων, προσωπικότητες που δεν ανήκουν κατ’ ανάγκη στο κόμμα, αλλά τις έχει καταξιώσει η κοινωνική συμμετοχή και δράση, η συμβολή τους στην επιστήμη, την τέχνη, την οικονομική σκέψη και πράξη». Στο σχέδιό του συμπεριέλαβε, όπως ισχυρίστηκε, την απόφαση να κόψει τον ομφάλιο λώρο ανάμεσα στο κόμμα και στο κράτος, αναβαθμίζοντας τη δημόσια διοίκηση και οικοδομώντας θεσμούς διαφάνειας και αξιοκρατίας.

Προφανής του στόχος; Να προσεγγίσει με ταχύτητα τη μεσαία τάξη– την κρίσιμη δεξαμενή των ψηφοφόρων, που γύρισε την πλάτη στον ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές- «την τσακίσαμε την μεσαία τάξη», είχαν άλλωστε παραδεχθεί ακόμη και υπουργοί του στις κομματικές συνεδριάσεις που ακολούθησαν, μετά την ήττα τους τον Ιούλη του 2019. Θα πείσει τώρα τη μεσαία τάξη ότι άλλαξε τροπάριο, έχει σαφές σχέδιο και πλάνο για την υποστήριξή της; Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα. Η κυβερνητική παράταξη εξακολουθεί να διατηρεί ισχυρές δυνάμεις σε όλα τα τελευταία γκάλοπ, παρότι τα ποιοτικά στοιχεία δεν μπορεί παρά να προκαλούν ανησυχία και προβληματισμό στο επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, την ίδια ώρα, δεν καταφέρνει να εισπράξει από τη φθορά, παραμένει σε χαμηλές πτήσεις σε σχέση με το εκλογικό ποσοστό του και συχνά εγκλωβίζεται στις ασύμβατες τροχιές που χαράζουν στο εσωτερικό του προβεβλημένα στελέχη.

Στην προσπάθειά του λοιπόν να υπερβεί τον εαυτό του, κοπιάρει ΠΑΣΟΚ, ρίχνει μπόλικο πράσινο στο φόντο του (ποιος δεν παρατήρησε την έντονη πράσινη απόχρωση του σκηνικού στη ΔΕΘ) και γέφυρες στους πασοκογενείς ψηφοφόρους, σκαλίζοντας μνήμες με το «να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα». Ποια λέξη δε, «ξέχασε» ο κ. Τσίπρας κατά την διήμερη παρουσία του στη ΔΕΘ; Ποια λέξη δεν ακούστηκε -και όχι τυχαία από τα χείλη του- ούτε μία φορά; Ναι, μίλησε και αναφέρθηκε ουκ ολίγες φορές στο προοδευτικό μοντέλο διακυβέρνησης, στους προοδευτικούς πολίτες και την προοδευτική πολιτική. Ναι, προσπάθησε, καταγγέλλοντας την κυβέρνηση για καταστροφική πολιτική στην οικονομία και αλλού, να προσεγγίσει και να πείσει ότι έχει ισχυρή εναλλακτική πρόταση, άρωμα εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας και πλάνο εκπροσώπησης της ευρύτερης κεντροαριστεράς, αλλά απέφυγε να αναφερθεί στην Αριστερά. Κάτι που έκανε λίγες ώρες αργότερα από την παρουσία Τσίπρα στη ΔΕΘ, ο πρώην υπουργός και κορυφαίο στέλεχος της Κουμουνδούρου, Ευκλείδης Τσακαλώτος, δηλώνοντας (και επίσης όχι τυχαία): «Δεν έχω επενδύσει ποτέ στη καταστροφή, ούτε θεωρώ ότι η Αριστερά θα πάει καλά όταν τα πράγματα πάνε χειρότερα. Αντιθέτως πιστεύω ότι η Αριστερά μπορεί να πάει καλύτερα και όταν θα υπάρχει ανάκαμψη»… Καλά ξεμπερδέματα…