Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, τόσο οι πολιτικές όσο και οι οικονομικές, αντιμετωπίζουν σήμερα μια πρωτοφανή για την εποχή μας κατάσταση.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο πρώτος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που διεξάγεται στην ευρωπαϊκή γειτονιά. Ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 8%, επίπεδο πρωτοφανές για την Ευρώπη που τα τελευταία 30 χρόνια ζει σε περιβάλλον σταθερότητας τιμών και οικονομικής ανάπτυξης. Ενδεικτικά, το υψηλότερο επίπεδο πληθωρισμού ήταν περίπου στο 4,5% το 1992. Το αυξανόμενο κόστος της ενέργειας προκαλεί πολύ σημαντικά προβλήματα στους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις. Την ίδια στιγμή κλιμακώνεται η επισιτιστική κρίση στην Αφρική, στην Ασία και τη Μέση Ανατολή, που ενδέχεται να προκαλέσει κύματα προσφύγων προς την Ευρώπη και εστίες πολέμων σε διάφορες περιοχές. Ολα αυτά είναι πρωτοφανή για τους Ευρωπαίους και απειλούν άμεσα το επίπεδο διαβίωσής μας.

Οι δε ηγεσίες μας, λόγω ηλικίας, δεν έχουν αντιμετωπίσει ξανά τέτοιες συνθήκες.

Η πραγματικότητα βεβαίως τελικά προσγειώνει τους πάντες και θα προσγειώσει και εμάς σε μια νέα κατάσταση, διαφορετική απ’ ό,τι γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.

Το πρόβλημα είναι -και διαπιστώνεται από την αδυναμία λήψης γρήγορων αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο- ότι όλες οι ηγεσίες γαλουχήθηκαν με τις πολιτικές και τους οικονομικούς στόχους μιας τριακονταετούς ευημερίας. Ο ευρωπαϊκός στόχος για τον πληθωρισμό ήταν να διατηρείται στο 2%. Αυτό μεταφραζόταν σε πολύ χαμηλά επιτόκια και ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης. Σήμερα απέχουμε πάρα πολύ από αυτό, όμως το είχαμε πετύχει για δεκαετίες. Επειδή το είχαμε πετύχει, οι επιχειρήσεις μας, που έχουν σχεδόν αποκλειστικό στόχο τη διαρκή μεγέθυνση της κερδοφορίας τους, είχαν μάθει να λειτουργούν σε συνθήκες σταθερότητας τιμών και να ανταγωνίζονται σε συνθήκες ανάπτυξης μέσω της μείωσης των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών τους.

Σήμερα δεν μπορούν να συνεχίσουν έτσι. Το ενεργειακό κόστος, οι αυξήσεις των τιμών των πρώτων υλών, οι ελλείψεις υλικών και εξαρτημάτων, η διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας, τις αναγκάζουν να ανεβάζουν τις τιμές τους κάθε τόσο για να διατηρήσουν τον τζίρο και την κερδοφορία τους. Παράλληλα αντιμετωπίζουν ένα διαρκώς αυξανόμενο χρηματοοικονομικό πρόβλημα λόγω της πίεσης του πληθωρισμού στα επιτόκια. Η αύξηση των επιτοκίων των δανείων των επιχειρήσεων ανατρέπει πλήρως την εικόνα των ισολογισμών τους και μπορεί σύντομα να οδηγήσει σε κύμα πτωχεύσεων και κλείσιμο επιχειρήσεων σε όλες τις χώρες. Αυτό θα προκαλέσει ραγδαία αύξηση της ανεργίας και φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του ευρωπαϊκού πληθυσμού.

Τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά όσο συνεχίζεται αυτός ο πόλεμος που δεν φαίνεται να πλησιάζει στο τέλος του. Το πότε θα τελειώσει ουδείς μπορεί να το γνωρίζει, δεν προαναγγέλλεται. Θα τελειώσει ξαφνικά με μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, όταν και τα δύο μέρη θα μπορούν να πουν ότι κέρδισαν, αλλά αυτό δεν διαφαίνεται αυτή τη στιγμή.

Μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες θα πρέπει να λάβουν μέτρα στήριξης των κοινωνιών και ενίσχυσης κατά το δυνατόν του κοινωνικού κράτους. Πρέπει να ακολουθήσουν πολιτικές που είχαν εγκαταλειφθεί τις δεκαετίες της ευημερίας και να ξεφύγουν από τις σκληρές πολιτικές που απαιτούν πλεονασματικούς κρατικούς προϋπολογισμούς και διαρκώς αυξανόμενες κερδοφορίες στις επιχειρήσεις. Με λίγα λόγια, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές δεν μπορούν να διατηρηθούν όταν οι κοινωνίες κλονίζονται.

Αυτό σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις θα αρχίσουν να μοιράζουν χρήμα μέσω αυξήσεων των μισθών για να στηρίξουν τους πολίτες, τα ελλείμματα και τα χρέη θα αυξηθούν, τα κέρδη των επιχειρήσεων θα μειωθούν, ο πληθωρισμός δεν θα αποκλιμακώνεται εύκολα.

Διότι ακόμη και αν λήξει αυτός ο πόλεμος, οι επιπτώσεις του θα μείνουν. Οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών δεν θα υποχωρήσουν γρήγορα, ούτε οι ζημιές στις επιχειρήσεις θα αντιμετωπιστούν εύκολα. Αυτό που βλέπουν σήμερα οι επιχειρηματίες είναι ότι ενώ διατηρούν τον τζίρο τους μέσω της αύξησης των τιμών, ο όγκος των πωλήσεών τους μειώνεται, καθώς οι καταναλωτές δεν μπορούν να αγοράσουν τις ίδιες ποσότητες προϊόντων που αγόραζαν πριν. Συνηθισμένος ο επιχειρηματικός κόσμος στη διαρκή αύξηση των κερδών και στα χαμηλά επιτόκια, βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με την ανάγκη αλλαγών. Πρέπει να προσαρμοστεί σε χαμηλότερα επίπεδα απαιτήσεων, στην πραγματικότητα πρέπει απλώς να φροντίσουν όλοι για την επιβίωση της επιχείρησής τους.

Η αλλαγή νοοτροπίας τόσο στους επιχειρηματίες όσο και στους πολιτικούς, η εγκατάλειψη εδραιωμένων πεποιθήσεων, η εγκατάλειψη στόχων που μοιάζουν ουτοπικοί ενώ μέχρι πέρυσι ήταν εφικτοί δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Και όλα ξεκινούν από την κορυφή, δηλαδή από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, οι οποίες χρειάζεται να βρουν τρόπο να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό, ενώ παράλληλα θα στηρίζουν τα αδύναμα οικονομικά στρώματα και ταυτόχρονα να αποφύγουν την ύφεση και τη συνακόλουθη ανεργία που οδηγεί στη φτώχεια.

Και όπως είναι λογικό, το πολιτικό κόστος αυτών των δύσκολων συνθηκών δεν θα αφήσει αλώβητη καμία από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ολα, λοιπόν, θα είναι αλλιώτικα από δω και πέρα και για πολύ καιρό, απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας και σχεδιασμών από όλους, πολιτικές ηγεσίες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά.