Ένοχη η μητέρα, αθώος ο βασικός κατηγορούμενος για τον βιασμό του παιδιού και έπιασαν δουλειά τα λαϊκά δικαστήρια που απαιτούν ακριβώς το αντίθετο.

Δεν ξέρω, κανείς δεν μπορεί να ξέρει, τι στοιχεία παρουσιάστηκαν στη δίκη και τι είπαν οι μάρτυρες, αλλά… κάτι τρέχει εδώ. Για ποιον λόγο μια γυναίκα εισαγγελέας να αποφάσισε ότι πρέπει να πάει κόντρα σε αυτό που ονομάζουμε «κοινό περί δικαίου αίσθημα»; Δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία ή έκανε λάθος στην αξιολόγησή τους; Προτίμησε να τιμωρήσει περισσότερο τη μητέρα για παραδειγματισμό, αλλά όχι τον βιαστή; Εχει βιωματική προκατάληψη με τις γυναίκες και «αθωώνει» τους άντρες;

Εκτελεί εντολές κάποιου αόρατου καθοδηγητή και εξαιτίας του πήρε ένα τόσο ανόητο ρίσκο; Είναι… εκτός τόπου και χρόνου, αλλά τότε πώς της επέτρεψαν να ασκεί αυτό το λειτούργημα και την όρισαν εισαγγελέα σε μία δίκη που συγκλονίζει εδώ και μήνες την κοινή γνώμη; Είναι ο κρίκος ενός διεφθαρμένου κυκλώματος που αποφάσισε να την «αυτοκτονήσει» επαγγελματικά και κοινωνικά για να σώσει έναν βιαστή παιδιών; Τίποτα από τα παραπάνω δεν μου φαίνεται λογικό, αλλά υπάρχει κανείς εδώ να μας απαντήσει; Πράγματι, αυτή η εισαγγελική λειτουργός παρέβη το καθήκον της και διατυπώνει προτάσεις με ελαφρά συνείδηση, χωρίς να υπολογίζει τους νόμους και τον όρκο που έδωσε;

Κατά τη γνώμη μου υπάρχει απάντηση και αυτή πρέπει και μπορεί να είναι μόνο η Δικαιοσύνη. Οχι προσαρμόζοντας τους χειρισμούς και τις αποφάσεις της στην κατεύθυνση που απαιτούν οι διαδηλωτές και τα ΜΜΕ, αλλά ερευνώντας πραγματικά την υπόθεση. Οπως επισημαίνει ο σπουδαίος καθηγητής Αστικού Δικαίου Απόστολος Γεωργιάδης, «το κοινό περί δικαίου αίσθημα δεν είναι ένα ετερόκλητο αμάλγαμα διαφορετικών πεποιθήσεων, παραστάσεων και προκαταλήψεων, που δεν μπορεί να αποτελέσει κατηγορία του δικαίου, αντιθέτως, η αναγόρευσή του σε κατηγορία του δικαίου μπορεί να αποβεί άκρως επικίνδυνη». Υποθέτω πως η ίδια η Δικαιοσύνη και οι λειτουργοί της σε όλες τις βαθμίδες, από τον ειρηνοδίκη μέχρι τους προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων, αποδέχονται αυτή την άποψη. Για να την υπερασπιστεί όμως αποτελεσματικά, πρέπει αφενός να έχει… ανοιχτά τα μάτια της όταν παίρνονται οι αποφάσεις και αφετέρου να δίνει πλήρεις και τεκμηριωμένες απαντήσεις σε κάθε αμφισβήτηση, όπως η συγκεκριμένη. Εχει και την οργάνωση και τις δυνατότητες να κάνει τους απαραίτητους ελέγχους και δεν μπορεί ούτε να κρύβεται, ούτε να σιωπά, ούτε να φοβάται εκείνους που φωνάζουν, αλλά ούτε να αθωώνει τους ενόχους.

Λίγες είναι οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης που δεν αμφισβητήθηκε η ορθότητά τους και τελευταία έχουμε πολλά παραδείγματα. Το πράγμα γίνεται επικίνδυνο. Σε όποιον δεν αρέσουν οι αποφάσεις για ιδιοτελείς λόγους, δεν εξυπηρετούνται οι πολιτικές ή οικονομικές του σκοπιμότητες, του φταίει η Δικαιοσύνη, η τρίτη εξουσία του Συντάγματος. Και η Δικαιοσύνη έχει μόνο έναν τρόπο να αυτοπροστατευθεί και ταυτόχρονα να προστατέψει την κοινωνία και την Πολιτεία. Να είναι δίκαιη και με αποφάσεις τεκμηριωμένες, χωρίς να υπολογίζει τις απαιτήσεις του όχλου ή των ισχυρών. Αν δεν το κάνει, αργά ή γρήγορα θα οδηγηθούμε μοιραία ξανά πίσω στα λαϊκά δικαστήρια. Το κράτος δικαίου θα έχει ηττηθεί και φαντάζομαι οι περισσότεροι δεν θα ήθελαν να συμβεί κάτι τέτοιο. Ας μη δικαιώσουμε τις θλιβερές μειοψηφίες.