Δεν ξέρω πόσοι είχαν την υπομονή και τον χρόνο να παρακολουθήσουν τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή για τις φετινές καταστροφικές πυρκαγιές και πόσο σοφότεροι έγιναν από αυτούς τους ιδιότυπους μονολόγους των αρχηγών για το τι τελικά έφταιξε φέτος γι’ αυτό το τεράστιο μέγεθος καμένων εκτάσεων και περιουσιών που αγγίζει τα όρια μιας εθνικής καταστροφής.

Προσωπικά πάντως, ένιωσα πολλές φορές πως ακούω τα ίδια και τα ίδια που έχω ακούσει τα τελευταία 40 χρόνια από διαφορετικά χείλη, έπειτα από κάθε φυσική καταστροφή. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης να κατηγορούν την κυβέρνηση για ανικανότητα, έλλειψη μέσων και συντονισμού, έλλειψη σχεδίων, για συγκάλυψη ευθυνών και την εκάστοτε κυβέρνηση να δικαιολογείται για την κατάσταση που παρέλαβε μαζί με υποσχέσεις για αποκατάσταση των ζημιών και γρήγορες αποζημιώσεις στους πληγέντες.

Επιπρόσθετα, πάντα ακούμε και για κάποιους εμπρηστές που έχουν συλληφθεί αλλά ποτέ δεν μαθαίνουμε τη συνέχεια, αν δηλαδή δικάστηκαν κι αν τους έχουν επιβληθεί ποινές και πόσες.

Και μετά ταύτα, η ζωή συνεχίζεται, με εμπλουτισμό των στατιστικών στοιχείων με τα καμένα στρέμματα δασών, μέχρι την επόμενη καταστροφή που πάντα έρχεται. Δεν χωρεί αμφιβολία πως και τούτες οι καταστροφές μετά από λίγο θα ξεχαστούν, εκτός από τους παθόντες που θα μετρούν για χρόνια τις πληγές τους και θα τις ξαναθυμηθούμε με τις πρώτες πλημμύρες που είναι και πάλι βέβαιο ότι θα δούμε αργότερα.

Στο κοινοβούλιο όμως και στον δημόσιο διάλογο πάντα θα γίνεται σπέκουλα και προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης του πόνου και της οργής των ανθρώπων που υπόκεινται αυτές τις φυσικές καταστροφές. Και λέω προσπάθεια, γιατί αν κοιτάξουμε αναδρομικά, αν κάποιο κόμμα κέρδισε ποτέ πολιτικά από τις οξείες καταγγελίες και την κατακεραύνωση της κυβέρνησης για τα λάθη και τις ολιγωρίες, σ’ αυτά τα καταστροφικά φαινόμενα, θα δούμε ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ. Καμιά κυβέρνηση δεν έπεσε από πυρκαγιές και πλημμύρες. Αρκεί να θυμηθούμε τις πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007 με τους δεκάδες νεκρούς και τη νίκη του Κ. Καραμανλή στις εκλογές που ακολούθησαν λίγους μήνες αργότερα.

Κατά συνέπεια, το ζητούμενο από την κοινωνία δεν είναι να δουν τα κόμματα να κονταραχτυπιούνται πάνω στις στάχτες και να το παίζουν όλοι μετά Χριστόν προφήτες αλλά να δούμε κάποια στιγμή, όλες αυτές τις φυσικές καταστροφές ως αφορμή να καθίσουν σ’ ένα τραπέζι και να καταθέσουν όλοι, συγκεκριμένες δημιουργικές και εφικτές προτάσεις για να ελαχιστοποιήσουμε τις συνέπειες από τις επόμενες.

Να παραμερίσουν τις πολιτικές και προσωπικές τους διαφορές και να δουλέψουν όλοι μαζί πάνω σε ένα εθνικό σχέδιο υψίστης προτεραιότητας για την προστασία της χώρας και των περιουσιών των πολιτών από τέτοια φαινόμενα που επαναλαμβάνω πάντα συνέβαιναν και θα συμβαίνουν, με εντονότερο τρόπο εφεξής με την κλιματική κρίση.
Με ευφυολογήματα, με προσωπικές επιθέσεις και χαρακτηρισμούς, με “ξερωλισμούς” και χάιδεμα αυτιών του κομματικού ακροατηρίου, δεν παράγεται πρακτικά κάποιο αποτέλεσμα.

Είναι άραγε κι αυτό τόσο δύσκολο; Να υπάρξει μια διακομματική συναίνεση στη θωράκιση της χώρας απέναντι στις φωτιές και τις πλημμύρες και συμφωνία να δοθούν όσα κονδύλια χρειάζονται για τη λήψη όλων εκείνων των μέτρων που θα περιορίζουν αυτά τα φαινόμενα.

Γιατί να πρέπει να ξοδεύονται αυτά τα τεράστια ποσά κατόπιν καταστροφής, για την αποκατάσταση και τις αποζημιώσεις, όταν με σαφώς πολύ λιγότερα για την πρόληψη θα γλιτώναμε τη διαφορά;

Είναι προτιμότερο τώρα που θα πρέπει να καλυφθούν οικονομικά για χρόνια αυτές οι χιλιάδες των ανθρώπων που έχασαν τις δουλειές τους και το βιός τους από το να απασχοληθούν τον Χειμώνα και την Άνοιξη κάποιες εκατοντάδες για να κάνουν αποψιλώσεις σε επικίνδυνες περιοχές;

Τι ρωτάω, θα μου πείτε. Αυτοί δεν μπορούν να συμφωνήσουν αν είναι μέρα ή νύχτα, θα συμφωνήσουν για το τι είναι εθνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά επωφελές;