Την εβδομάδα που πέρασε η πολιτική αντιπαράθεση μετατοπίστηκε θεαματικά από το δίπολο κυβέρνηση – ΣΥΡΙΖΑ στο τρίγωνο κυβέρνηση – ΣΥΡΙΖΑ – ΚΙΝ.ΑΛ. Και αυτό δεν είναι καλό σημάδι για τον Αλέξη Τσίπρα.

Αν με την πρόταση μομφής φιλοδοξούσε, όπως ευρέως εκτιμάται, να αναδείξει στη Βουλή την απουσία του αρχηγού του ΚΙΝ.ΑΛ. (γιατί ασφαλώς δεν πίστευε ότι θα ρίξει την κυβέρνηση), τότε μάλλον θα το μετάνιωσε. Σε αυτή τη φάση ο Ανδρουλάκης δεν κρίνεται αν είναι καλός ή κακός, ικανός στα οργανωτικά ή μέτριος ομιλητής, αν είναι παρών ή απών από τη Βουλή, ούτε καλά-καλά για τις πολιτικές του θέσεις.

Προς το παρόν, είναι το «νέο που έρχεται», ανέπτυξε δυναμική, η ευρωπαϊκή συγκυρία βοηθάει και κυρίως ο πολιτικός χώρος της Κεντροαριστεράς είχε την ανάγκη μιας νέας έκφρασης και τη βρήκε στο πρόσωπό του.

Πολλοί είναι εκείνοι που εκτιμούν πως από εδώ και πέρα είναι θέμα χρόνου πότε ο Ανδρουλάκης θα «προσπεράσει» τον Τσίπρα. Θα συμβεί προτού στηθούν οι κάλπες; Ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις ή αμέσως μετά; Αυτό εξαρτάται κυρίως από το αν ο τέως πρωθυπουργός θα μπορέσει να αναστρέψει τη φθίνουσα πορεία του κόμματός του. Περιμένουμε να δούμε και τον επόμενο κύκλο των δημοσκοπήσεων.

Αν κι αυτή τη φορά δεν καταφέρει να ξεκολλήσει από τις παρυφές του 20%, τότε δεν θα το επιτύχει ποτέ. Τα λάθη της στην αντιμετώπιση της κακοκαιρίας, η ολοένα και παρατεινόμενη υγειονομική κρίση με πολλά θύματα καθημερινά και το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα της ενεργειακής ακρίβειας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της και σχεδόν τρία χρόνια μετά τις εκλογές τού προσφέρει μια πολιτική ευκαιρία. Και σε αυτή τη φάση ο Τσίπρας έβαλε το πιο θυμωμένο ύφος του, χρησιμοποίησε την πιο αυστηρή γλώσσα, έριξε όσα όπλα είχε στον αντιπολιτευτικό πόλεμο, όπως είναι η πρόταση μομφής. Αντιπολιτευτικά τα έκανε όλα στον υπέρτατο βαθμό, αλλά ο ίδιος δεν πείθει την κοινωνία ότι μπορεί να αποτελέσει ξανά μια σοβαρή λύση εξουσίας.

Αν και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αρχίσει μια θεαματικά ανοδική δημοσκοπική πορεία, δεν θα το καταφέρει ποτέ. Και δεν θα το καταφέρει γιατί είναι «παλιό, φθαρμένο προϊόν», που θα έλεγε και ο Γιάννης Λούλης, και ο Τσίπρας δεν έκανε τίποτα για να το αλλάξει. Εξακολουθεί να κινείται μακριά από τους πολίτες, κοντά στις ακραία αριστερές θέσεις του κομματικού πυρήνα, με πολιτικό εκφραστή τον Πολάκη και, το χειρότερο απ’ όλα, συμβολίζει το παρελθόν. Λέγοντας όχι στο Παιδιατρικό Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης επειδή είναι δωρεά ιδιώτη, όχι στα vouchers για τον τεχνολογικό εξοπλισμό στους εκπαιδευτικούς, όχι στα έργα ανάπλασης για το Μάτι δεν μπορείς να πας μακριά.

Η στροφή προς το Κέντρο απέτυχε και δυσκολεύεται ακόμη και να περάσει στα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ την εκλογή του αρχηγού από την κοινωνία, βασικό στοιχείο εκσυγχρονισμού ενός κόμματος και μάλιστα της Αριστεράς. Είναι άλλο πράγμα η «σκληρή αντιπολίτευση» και άλλο η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης που μπορεί να οδηγήσει ένα κόμμα της αντιπολίτευσης στην εξουσία.

Η απειλή Ανδρουλάκη δεν αφορά μόνο τον Τσίπρα, αλλά σε μικρότερο βαθμό και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Το νέο ΚΙΝ.ΑΛ./ΠΑΣΟΚ δείχνει ικανό να φέρει πίσω όχι μόνο όσους ψηφοφόρους αυτομόλησαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και όσους βρήκαν στέγη στη Νέα Δημοκρατία. Η κυβέρνηση από εδώ και στο εξής θα απειλείται περισσότερο από τον ανερχόμενο Ανδρουλάκη παρά από τον φθίνοντα Τσίπρα. Για να τον αντιμετωπίσει με επιτυχία χρειάζεται να παραμείνει επικεντρωμένη στο έργο της, να αποφύγει τα λάθη. Εκνευρισμοί και υποδείξεις του στυλ «πάρτε θέση εναντίον του Πολάκη» δεν θα έχουν αποτέλεσμα.