Η αναζωπύρωση του «μεταναστευτικού ζητήματος» (γύρω στις 900.000 αιτήσεις ασύλου το 2022 και το 2023, 300.000 «παράνομες αφίξεις» και 5 εκατομμύρια Ουκρανοί πρόσφυγες) υπήρξε μια από τις κρίσιμες εξελίξεις της ευρωπαϊκής θητείας που κλείνει. Οφείλεται σε εξωτερικά γεγονότα -επιδείνωση της πολιτικής και ανθρωπιστικής κατάστασης σε χώρες της Ασίας και της Αφρικής, πολεμικές συρράξεις κοντά ή μέσα στην Ευρώπη- και αντιμετωπίστηκε από την Ένωση με αρκετή αποφασιστικότητα, αλλά με διαφορετικά μέτρα μια σταθμά: γενναιόδωρη, ιδίως από την Πολωνία, και με κάμψη των κανόνων, υποδοχή των Ουκρανών προσφύγων, διατήρηση της ίδιας αμυντικής γραμμής και «τσιγγούνικη» αναμόρφωση του «Συμφώνου Μετανάστευσης και Ασύλου» για όλους τους άλλους.

Η άφιξη στην εξουσία της νέας ιταλικής κυβέρνησης υπό την κυρία Μελόνι είχε καθοριστική -όχι αναγκαστικά με την καλή έννοια- επίδραση σε όλη την έκταση του συγκεκριμένου πεδίου. Το μεταναστευτικό, ενώ αποτελεί εκ φύσεως ζήτημα που ενδιαφέρει την Ένωση στο σύνολο της, μετατράπηκε σε μια ακόμη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ευρωπαϊκή Κέντρο-Αριστερά από μια καπελωμένη από την Ακροδεξιά ευρωπαϊκή Δεξιά.

Η αναμόρφωση του θεσπισμένου το 2008, και αλλαγμένου το 2016, λόγω της κρίσης στη Συρία, «Ευρωπαϊκού Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το άσυλο» -με τους πέντε «πυλώνες» του: νόμιμη μετανάστευση, παράνομη μετανάστευση, συνοριακοί έλεγχοι, συγκρότηση «ενιαίου χώρου ασύλου», σύμπραξη με χώρες καταγωγής και διέλευσης μεταναστών- υπήρξε μια από τις βασικές προτεραιότητες της Επιτροπής φον ντερ Λάιεν. Η αρμόδια Επίτροπος Γιόχανσον, συνεπικουρούμενη και καθοδηγούμενη από τον Αντιπρόεδρο Σχοινά, έκαναν εξαρχής λόγο για ένα «ολιστικό σχέδιο» (όλα τα σχέδια τη Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ολιστικά), πρώτη υλοποίηση του οποίου υπήρξε η θέσπιση του «Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής» (Κανονισμός 1896/2019), που προορίζεται να αντικαταστήσει, ως το 2027, την περίφημη, ή μάλλον περιώνυμη, Frontex. Μέχρι να αντικατασταθεί, η τελευταία πρόλαβε, με καίρια ευθύνη του επικεφαλής της Πατρίς Λεζερί, νυν υποψηφίου στις ευρωεκλογές με το κόμμα της Λεπέν, να μπλεχτεί σε κάθε είδους σκάνδαλα κακοδιοίκησης και παράβασης καθήκοντος. Με θλιβερή αιχμή του δόρατος το ναυάγιο της Πύλου με τους 600 και πλέον νεκρούς, τον Ιούνιο του 2023, οι προσπάθειες δια θαλάσσης προσέγγισης μεταναστών και τα εκατοντάδες θύματα τους, έφτασαν να συμβολίζουν την καθαρή νίκη της Μελόνι –«το πέρασμα θα κοπεί με κάθε τρόπο»- επί της Μέρκελ –«η διάσωση ζωών στη θάλασσα δεν είναι δυνητική».

Η αλλαγή του εξαιρετικά πολύπλοκου θεσμικού πλαισίου ήρθε στο τέλος της θητείας -πολιτική συμφωνία το Δεκέμβριο του 2023, υιοθέτηση από το Κοινοβούλιο τον Απρίλιο του 2024, θέση σε εφαρμογή από το 2026- και τέθηκε κι αυτή, σχεδόν νομοτελειακά, στον αστερισμό του «συμβιβασμού». Η έμφαση συνεχίζει να δίνεται στην «άμυνα»: ενίσχυση συνοριακών ελέγχων, υποχρεωτικό «φιλτράρισμα» των μεταναστών, διαμόρφωση κοινής βάσης δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων (Eurodac), διευκόλυνση «επιστροφών». Το μεγάλο αγκάθι, ο στηριγμένος στην αρχή «το βάρος στη χώρα πρώτης προσέγγισης» «Κανονισμός του Δουβλίνου», δεν άλλαξε παρά οριακά, κι έτσι χώρες σαν την Ιταλία, την Ελλάδα, την Ισπανία εξακολουθούν να μάχονται (αφού έτσι το βλέπουν) μόνες τους.

Η προσθήκη του «συστήματος υποχρεωτικής αλληλεγγύης» αποτελεί κυρίως ομολογία αποτυχίας, μιας και οι «σκληρές» χώρες, με πρώτη την Ουγγαρία, θα συνεχίσουν να μη δέχονται μετανάστες (ενώ έχουν ελάχιστους) και θα νίβουν τα χέρια τους πληρώνοντας κάποια χρήματα (από τον κορβανά των κοινοτικών κονδυλίων που πλουσιοπάροχα λαμβάνουν). Η δε αντιμετώπιση των «καταστάσεων κρίσης» θα επιτρέπει στα κράτη-μέλη -δηλαδή σε αυτά που ζορίζονται- «ευελιξία» -δηλαδή υποχώρηση από τους προστατευτικούς για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες κανόνες.

Το ζήτημα έχει πολλές και απολύτως συγκρουόμενες πλευρές, έτσι ώστε να έχουν δίκιο και όσοι είπαν ότι, μετά από δέκα χρόνια προσπάθειας, αυτός ήταν ο καλύτερος συμβιβασμός που μπορούσε να επιτευχθεί και εκείνοι -κυρίως οργανώσεις υπέρ των δικαιωμάτων, Πράσινοι και ορισμένα κόμματα ή πρόσωπα της Αριστεράς- που θεώρησαν το συγκεκριμένο συμβιβασμό ανθρωπιστική ντροπή, με βέβαιη κατάληξη πολλαπλασιασμό των κρατήσεων και χωρισμό οικογενειών (το νέο Σύμφωνο είναι ιδιαίτερα σκληρό έναντι των παιδιών και των οικογενειακών συνενώσεων).

Με δυο λόγια: πάλι κέρδισε η Μελόνι -κάτι που φάνηκε και από τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στην επαίσχυντη συμφωνία, φυσικά με το αζημίωτο, της Ένωσης με τον Αιγύπτιο δικτάτορα (Μάρτιος 2024). Η «νίκη» αυτή ετοιμάζεται να μεταφραστεί σε εκλογικό κέρδος, και για την ίδια και για όλη την ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, στις επερχόμενες ευρωεκλογές.