Αν η κρατική αντίδραση μπορούσε να σώσει περισσότερες ζωές ή όχι δεν το γνωρίζει στ’ αλήθεια κανείς, άλλωστε πρόσφατα, σε παρόμοιο φυσικό φαινόμενο στη Γερμανία, χάθηκαν 200 άνθρωποι.

Να συμφωνήσουμε, όμως, πως από εκεί και πέρα υπάρχει και κάτι ακόμα ως κοινή διαπίστωση, ότι διατίθενται εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στους δήμους και τις περιφέρειες είτε από ευρωπαϊκά κονδύλια, είτε από τον κρατικό προϋπολογισμό, και το αποτέλεσμα που βλέπουμε σε κάθε θεομηνία είναι πενιχρό. Και όχι μόνο σε φυσικά φαινόμενα και καταστροφές, αλλά και στα έργα βελτίωσης της καθημερινότητας του πολίτη που είναι ευθύνη των τοπικών αρχόντων, οι οποίοι σε λίγες ημέρες, μάλιστα, κρίνονται. Ούτε φυσικά είναι σε θέση ένας δήμαρχος ή ένας κοινοτάρχης ή κάποιος αντιπεριφερειάρχης να κρίνει αν πρέπει εν ώρα κρίσης να γκρεμιστεί ένα ανάχωμα ή ένα φράγμα, έστω και αν το συγκεκριμένο που γκρεμίστηκε κατ’ εντολήν ενός τοπικού παράγοντα έλαβε μυθικές διαστάσεις, σαφώς δεν έπνιξε ή έσωσε πόλεις ή χωριά ένα φράγμα 2,5 μέτρων.

Πάντως στην κατασκευή, στην πρόληψη, στους χρόνους και στα κόστη όλων αυτών των έργων που αναλαμβάνουν δήμοι και περιφέρειες κάτι πάει λάθος, σίγουρα κάτι δεν λειτουργεί καλά. Καταρχάς, η ίδια η Δημόσια Διοίκηση η οποία, αν εξαιρέσει κανείς την ψηφιοποίηση ορισμένων κρίσιμων υπηρεσιών της που έγιναν κατά την πρώτη θητεία Μητσοτάκη, παρέμεινε ακριβώς η ίδια, ρημαγμένη από τα μνημόνια και αποσβολωμένη από την έλλειψη ελέγχου και αξιολόγησής της από τις κυβερνήσεις. Φυσικά επ’ αυτού υπάρχουν δικαιολογίες, διότι τέτοιου είδους σημαντικές τομές και μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα απαιτούν χρόνο -σίγουρα πέραν της μιας τετραετίας- και δεν θα μπορούσαν να γίνουν εν μέσω πανδημίας.

Ούτε η Δημόσια Διοίκηση, ούτε ασφαλώς οι υπάλληλοι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι οποίοι έχουν προσληφθεί χωρίς κριτήρια οι περισσότεροι και δεν κρίνονται, ούτε ελέγχονται.

Ολα αυτά που δεν έγιναν εδώ και δεκαετίες, όμως, μπορούν να γίνουν τώρα με αφορμή (και) την κρίση αυτή, αναδεικνύοντας την υπόθεση μιας φυσικής καταστροφής ως την αιτία ενός restart στον δημόσιο τομέα και τον τρόπο λειτουργίας του. Το ίδιο χρειάζεται να γίνει και στη διανομή και διαχείριση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ που δίνονται αφειδώς σε δήμους, κοινότητες και περιφέρειες.

Ας δούμε ένα πρόσφατο απλό παράδειγμα, η κυβέρνηση για την αποκατάσταση των υποδομών ζήτησε αυτές τις ημέρες προσφορές από κατασκευαστικές εταιρείες προκειμένου να προχωρήσει γρήγορα τη δουλειά για να βοηθήσει τους πολίτες που υποφέρουν. Στο Πήλιο σώθηκαν οι περισσότερες σοδειές, περίπου 1,5 εκατ. τόνοι μήλα, αλλά δεν υπάρχουν δρόμοι να πάνε οι άνθρωποι να τα μαζέψουν, φαντάζεστε να αναλάμβανε ο δήμος να τους φτιάξει, απλά θα σάπιζαν όλα. Αν ανέμεναν συνολικά τους δήμους ή τις περιφέρειες -ακόμα και για τα μικρά έργα που μπορούν να τα αντέξουν οικονομικά- στη Θεσσαλία, θα καθυστερούσαν μερικούς μήνες.

Επομένως, καλή η αποκέντρωση, αλλά δυστυχώς στην Ελλάδα δεν λειτούργησε ποτέ αποτελεσματικά και ειδικά όταν πρόκειται για τη διαχείριση μεγάλων έργων και αντιστοίχως τεράστιων κονδυλίων. Αντιθέτως, αποτέλεσε σχεδόν πάντοτε αιτία διαφθοράς και ίσως θα έπρεπε να ξανασκεφτεί η κεντρική διοίκηση, δηλαδή ο Μητσοτάκης, τον τρόπο διανομής, αλλά και τον όγκο των κονδυλίων που διαχειρίζονται δήμοι και περιφέρειες. Κάτι άλλο πρέπει να βρεθεί, γιατί έτσι θα συνεχιστούν αενάως η καθυστέρηση, η διαφθορά και η αστοχία υποδομών και έργων που εν πολλοίς ταλαιπωρούν τη χώρα εδώ και δεκαετίες.