Ευχή όλων είναι αυτό το Πάσχα, να είναι το τελευταίο που γιορτάζουμε με αυτούς τους ιδιότυπους κανόνες και απαγορεύσεις.

Όπως ευχή όλων αλλά και ανάγκη να επιστρέψουμε το συντομότερο δυνατό στις ζωές μας, εκεί που τις αφήσαμε πριν από την πανδημία. Αν κι αυτό επί του παρόντος μοιάζει ανέφικτο καθώς δεν ξεμπερδέψαμε ακόμα με τον φονικό ιό, μπορούμε τέλος πάντων να ελπίζουμε σε μια έστω τροποποιημένη κανονικότητα.

Αυτό όμως που προκαλεί τρόμο, είναι τι θα αντιμετωπίσουμε όταν θα αποσυρθεί το πέπλο κρατικής προστασίας πάνω από τις επιχειρήσεις και τους πολίτες.

Τι θα αποκαλυφθεί όταν σταματήσουν οι κρατικές ενισχύσεις σε επιχειρήσεις, όταν σταματήσουν τα επιδόματα στις εκατοντάδες χιλιάδες αναστολές εργασίας,πως θα πληρωθούν τα σωρευμένα χρέη και υποχρεώσεις που ανεστάλησαν τους τελευταίους 15 μήνες, πως θα πληρωθούν τα χιλιάδες δάνεια που δόθηκαν με κρατική εγγύηση ή τα ποσά που μοιράστηκαν με τη μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής.

Είναι αλήθεια πως όσο κι αν κάποιοι γκρίνιαζαν για το ύψος της κρατικής στήριξης που το θεωρούσαν μικρό, σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ, όλο αυτό το διάστημα δεν είδαμε έντονη δυσφορία και όλοι, άλλος λίγο άλλος πολύ, κουτσοβολεύτηκαν και πάντως πολύ καλύτερα από τα εφιαλτικά χρόνια των μνημονίων με τα συσσίτια, την έξαρση της ανεργίας, τις απώλειες περιουσιών και αποταμιεύσεων και τις δυσεύρετες δουλειές των 300 ευρώ.

Όχι πως και σήμερα δεν υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις φτώχειας και εξαθλίωσης αλλά τουλάχιστον έγινε μια προσπάθεια να μη μείνει κανείς έξω από την κρατική μέριμνα.

Τα δύσκολα λοιπόν είναι τώρα που θα πρέπει οι επιχειρήσεις που ανοίγουν, να στηριχτούν στον δικό τους τζίρο και όχι στις ενέσεις ρευστότητας των κρατικών ταμείων, τα δύσκολα είναι για τους εν αναστολή εργαζόμενους αν θα καταφέρουν να επιστρέψουν στις δουλειές τους και να βγάλουν μόνοι τους τα προς το ζην. Ένα μεγάλο στοίχημα για τον κοινωνικό ιστό, τον κόσμο της εργασίας και της παραγωγής που θα παρακολουθήσουμε με μεγάλη αγωνία.

Η γραμμή αφετηρίας της επανεκκίνησης αυτή τη φορά είναι σαφώς διαφορετική καθώς από τη μια βγαίνουμε φορτωμένοι όλοι με νέες υποχρεώσεις αλλά παράλληλα υπάρχει και μια σαφής διάθεση από την πλευρά της πολιτείας να απλώσει τα βάρη σε βάθος χρόνων και πολλών δόσεων με παράλληλες φοροελαφρύνσεις τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους πολίτες. Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της νέας εξίσωσης θα το δούμε πολύ αργότερα.

Το μόνο βέβαιο επί του παρόντος, είναι πως το κράτος αναγκάσθηκε να επιβαρύνει κι άλλο το χρέος που ήταν ούτως ή άλλως δυσθεώρητο.

Τα 35 δισ. που μοιράστηκαν είτε άμεσα είτε έμμεσα στους μήνες της κλειστής οικονομίας, δεν προέρχονται από τα λεφτόδενδρα αλλά από δανεισμό στο μεγαλύτερο βαθμό.

Τα κονδύλια που ήρθαν από την Κομισιόν είναι υποπολλαπλάσια της συνολικής οικονομικής ζημιάς.

Ερχόμαστε δε από μια βαθιά ύφεση κι είναι ερώτημα πώς θα την καλύψουμε κι αν θα καταφέρουμε μέσα στην τρέχουσα χρονιά να γυρίσουμε σε υπολογίσιμη και απτή ανάπτυξη.

Οι προβλέψεις για 4% στο τέλος του χρόνου μοιάζουν με πολύ φιλόδοξο στόχο και με πολλές παραμέτρους ακόμα αστάθμητες όπως για παράδειγμα ο τουρισμός και οι επενδύσεις.

Εξ ου και το χαμήλωμα του πήχη των προσδοκιών για φέτος και το νέο κυβερνητικό αφήγημα που κάνει λόγο για την εκτίναξη του ελατηρίου της ανάπτυξης από το 2022!

Σαφώς και προοπτικές υπάρχουν. Όπως υπάρχουν και νέα εργαλεία όπως το Ταμείο Ανάπτυξης με ένα γεμάτο κουμπαρά που αν διοχετευτούν σωστά μπορούν αν αλλάξουν την εικόνα της χώρας στα επόμενα χρόνια.

Δεν είμαστε στην ίδια κατάσταση με αυτήν όταν βγαίναμε από τα μνημόνια. Υπάρχει όμως τώρα ένα πρόσθετο βάρος που πρέπει να συνυπολογιστεί.

Και δεν είναι άλλο από μια καταπονημένη κοινωνία από τις πολυετείς κρίσεις και την ανέχεια πολλών χρόνων και με εξαντλημένη υπομονή.

Και επειδή δεν υπάρχει κανένα απολύτως περιθώριο για άλλη μια χαμένη γενιά, ό,τι είναι να γίνει πρέπει να γίνει τάχιστα και τα σημάδια βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου να φανούν γρήγορα. Να αποκτήσει ξανά όραμα και ελπίδες η νέα γενιά. Διαφορετικά δύσκολα θα επανακτηθεί η εμπιστοσύνη στο κράτος και στους διαχειριστές της εξουσίας.