Ο τέως βασιλιάς των Ελλήνων Κωνσταντίνος, υπήρξε ο νόμιμος «αρχηγός κράτους» κατά το Σύνταγμα που ίσχυε το 1964 και ως «αρχηγός κράτους» έπρεπε να κηδευτεί. Τελεία και παύλα. Δεν άρπαξε την εξουσία με τη βία και δεν τη σφετερίστηκε για να… εκπέσει δικαιολογημένα μετά το τέλος της ζωής του σε «ιδιώτη».

Εκτός και αν ο τελευταίος βασιλιάς έπρεπε να τιμωρηθεί μετά θάνατον για τις θέσεις του, τις αποφάσεις του, τα λάθη του και τις παραλείψεις που έκανε όσο ζούσε. Να «πληρώσει» δηλαδή γιατί ενεθάρρυνε την «αποστασία» που έφερε την ανατροπή του Γεωργίου Παπανδρέου το 1965, γιατί όρκισε τους δικτάτορες το 1967, γιατί απέτυχε στο «αντιπραξικόπημα» τον Δεκέμβριο του 1967, γιατί ο Παπαδόπουλος… τον κατάργησε το 1973, γιατί ηττήθηκε στο «ανφέρ» (όπως το είχε χαρακτηρίσει ο Κώστας Μητσοτάκης) δημοψήφισμα του 1974, ή όταν.. τόλμησε να κερδίσει στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων 13,5 εκατ. ευρώ ως αποζημίωση για την απαλλοτρίωση της περιουσίας του και την αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας. Αλλά αυτό δεν μπορεί να είναι ούτε Δημοκρατία, ούτε Δικαιοσύνη.

Η απόφαση της κυβέρνησης να κηδευτεί ο τέως βασιλιά ως «ιδιώτης» είναι προφανώς μια πολιτική απόφαση. Και επειδή όπως έλεγε ο δαιμόνιος Γάλλος, γκουρού της πολιτικής επικοινωνίας, Ζακ Σεγκελά (σύμβουλος του Φρανσουά Μιτεράν), «πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων», ο τέως βασιλιάς και η «βασιλεία» κάτι εξακολουθούν να συμβολίζουν. Κάποιοι, πολλοί ή λίγοι δεν ξέρω, εξακολουθούν να επηρεάζονται από αυτά τα «σύμβολα» και άρα αποτελούν ένα ενδιαφέρον ακροατήριο για τα πολιτικά κόμματα.

Ο πρωθυπουργός, που φέρει την τελική ευθύνη, ζύγισε την κατάσταση πριν καταλήξει στις αποφάσεις του. Βρισκόμαστε στην καρδιά της προεκλογικής περιόδου και από τη μια πλευρά υπάρχει η Δεξιά, ένα τμήμα της οποίας μάλλον συμπαθεί την τέως βασιλική οικογένεια. Από την άλλη, το Κέντρο, το οποίο δίνει τις κυβερνήσεις, αποτελεί το προνομιακό πεδίο του Κυριάκου Μητσοτάκη και το οποίο με κανέναν τρόπο δεν θα επιθυμούσε «βασιλικές παράτες» στην κηδεία. Από τη μια οι δεξιοί που αν φύγουν από τη Ν.Δ. δύσκολα θα βρουν αξιοπρεπή πολιτική στέγη και από την άλλη ο «μεσαίος χώρος» που διεκδικείται από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΠΑΣΟΚ. Υποθέτω πως ο πρωθυπουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι καλύτερα να ρισκάρει τις «βασιλικές» ψήφους παρά τις «δημοκρατικές». Πιθανόν να έχει στοιχεία ότι εκτός από αριθμητικά λιγότεροι, μπορούν εύκολα να αναπληρωθούν από την κεντρώα δεξαμενή. Πέραν αυτού υπάρχει και η γνωστή θεωρία ότι οι δεξιοί ξεχνάνε γρήγορα και άρα μέχρι τον Απρίλιο θα επιστρέψουν στο «μαντρί» της κυβερνώσας παράταξης, που θα έλεγε και ο αείμνηστος Ευάγγελος Αβέρωφ.

Με πολιτικούς όρους, ακόμη δεν ξέρουμε αν ο Μητσοτάκης πήρε τη σωστή απόφαση. Αν οι ψηφοφόροι που κινούνται προς τα δεξιά θα μείνουν στη Ν.Δ., θα φύγουν από αυτήν ή θα καθίσουν σπίτι τους να κοιτάνε, όπως έκαναν το 2009 και τον Μάιο του 2012. Αυτό θα το ξέρουμε το βράδυ των εκλογών όταν θα δούμε το ποσοστό της Ν.Δ. και το ποσοστό των άλλων κομμάτων της Δεξιάς. Αυτό που δεν χρειάζεται να περιμένουμε να επιβεβαιώσουμε είναι ότι τα κόμματα από τη φύση τους είναι πρωτίστως μηχανισμοί εξουσίας και δευτερευόντως φορείς ιδεολογίας και καθόλου δεν λαμβάνουν υπόψη τους προσωπικές συμπάθειες. Είναι βέβαιο πως αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι… στενοχωρημένος που ο Μητσοτάκης υποβίβασε σε «ιδιώτη» τον τέως βασιλιά. Θα ήθελε να μπορεί να τον πλήξει πολιτικά και γι’ αυτό. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εκείνοι που παριστάνουν τώρα τους «Ηρακλείς του στέμματος», αλλά έχουν ως στόχο τις ψήφους των «βασιλικών» και καθόλου τις προσήκουσες τιμές στον νεκρό τέως βασιλιά. Στο τέλος υπάρχουν και εκείνοι που στον θάνατο του Κωνσταντίνου βλέπουν την ευκαιρία για να εκδικηθούν τη βασίλισσα Φρειδερίκη για τη στάση της στον Εμφύλιο και την παρουσία της στην πολιορκημένη Κόνιτσα την Πρωτοχρονιά του 1948. Μια μάχη που κράτησε οριστικά την Ελλάδα στη Δύση.

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η ψήφος του πολίτη στην κάλπη δεν πρέπει να καθορίζεται από την περιστασιακή κομματική διαχείριση των «συμβόλων», αλλά από την ικανότητα στη διακυβέρνηση και τα προγράμματα. Αλλωστε και για τον βασιλιά ισχύει το ιδιόμελο του Ιωάννη Δαμασκηνού που ψάλλεται κατά την εξόδιο ακολουθία: «Βασιλεύς ή στρατιώτης».

Υ.Γ.: Για να προλάβω περιττές ερωτήσεις, προσωπικά είμαι κατά του θεσμού της βασιλείας, για έναν και μοναδικό λόγο. Η εξουσία του «αρχηγού κράτους» δεν μπορεί ποτέ να είναι κληρονομική. «Ολες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Εθνους», όπως ακριβώς αναφέρεται στο άρθρο 1 του Συντάγματος.