Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει πως η αύξηση 2% στον κατώτατο μισθό που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, θα ανακουφίσει τους εργαζόμενους και θα συμβάλλει στην αύξηση του βιοτικού τους επιπέδου.

Όντως πρόκειται για αύξηση ενός κουλουριού την ημέρα. Και η κυβέρνηση όμως δεν βγήκε να πανηγυρίσει για αυτή της την απόφαση γιατί έχει επίγνωση πως πρόκειται για μια συμβολική και όχι ουσιαστική κίνηση.

Και το έκανε παρότι οι λεγόμενοι κοινωνικοί εταίροι, δηλαδή οι εργοδότες, ήταν κατά μιας τέτοιας απόφασης, θέλοντας να στείλει ένα μήνυμα των προθέσεών της, μόλις βελτιωθούν τα πράγματα και η οικονομία μπει σε τροχιά ανάπτυξης. Και το κάνει μεσούσης της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης.

Η αλήθεια είναι πως αυτοί που παρακολουθούν από κοντά τα τεκταινόμενα στην οικονομία δεν το περίμεναν, για τον απλό λόγο ότι ο ιδιωτικός τομέας και οι επιχειρήσεις έχουν κτυπηθεί πολύ βαριά από το κλείσιμο της οικονομίας, έχουν φορτωθεί με χρέη και υποχρεώσεις και το τελευταίο που θα ήθελαν, ήταν να αυξηθεί το μισθολογικό κόστος της επιχείρησής τους, χωρίς να μειωθεί έτι περαιτέρω το μη μισθολογικό, που αφορά στους φόρους και τις εισφορές.

Αυτό που δεν περίμενε κανείς, είναι να αποτελέσει αυτή η απόφαση την αφορμή για να πλειοδοτεί η αντιπολίτευση για το πού έπρεπε να φθάσει ο κατώτατος μισθός, από αυτή κιόλας τη στιγμή.

Όχι μόνο στα 751 ευρώ που ήταν προ των μνημονίων αλλά στα 800 λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θαρρείς και δεν κυβέρνησε ποτέ, επιδεικνύοντας μια παντελή άγνοια για το πώς λειτουργούν οι επιχειρήσεις και η οικονομία.

Και γιατί μόνο 800, κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, και όχι 1.800 που είναι ένας πολύ ικανοποιητικός μισθός για να ζήσει ένας εργαζόμενος; Αφού ούτως ή άλλως δεν θα τα δώσετε από την τσέπη σας, αλλά ούτε από τα κρατικά ταμεία, γιατί το τσιγκουνεύεστε;

Αν πιστέψει ο λαός τις πλειοδοσίες σας και τα άκοπα ταξίματα που κάνετε τώρα εκ του ασφαλούς γιατί δεν κυβερνάτε, και σας δώσει μια δεύτερη ευκαιρία, αγνοήστε τις επιχειρήσεις, καταργήστε τις διαπραγματεύσεις εργοδοτών εργαζομένων και με έναν νόμο κι ένα άρθρο (όπως κάνατε με τα μνημόνια) ανεβάστε τον κατώτατο μισθό όπου θέλετε. Και αδιαφορήστε για τις απολύσεις εργαζομένων που θα προκύψουν και τα λουκέτα επιχειρήσεων που θα φέρει μια μεγάλη αύξηση του μισθολογικού κόστους.

Μέχρι τότε όμως πρέπει να πορευτούμε με αυτά που έχουμε ή μάλλον δεν έχουμε. Βλέπετε, ο Μητσοτάκης είχε την ατυχία να μην προλάβει να κυβερνήσει έστω έναν χρόνο υπό κανονικές συνθήκες για να μπορέσουμε να τον κρίνουμε συνολικά για την εφαρμογή ή όχι του προεκλογικού του προγράμματος. Έκατσε η στραβή της πανδημίας στη βάρδιά του και τους τελευταίους 18 μήνες δεν κάνει τίποτα άλλο από τη διαχείριση των απανωτών κρίσεων. Και μέσα σε αυτή την απρόσμενη λαίλαπα όμως, έδειξε δείγματα γραφής με μειώσεις φόρων (ΕΝΦΙΑ, εισφορά αλληλεγγύης, μειώσεις συντελεστών για επιχειρήσεις κ.λπ.) και εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία, που δεν είναι αμελητέες.

Με άλλα λόγια, δεν είναι για λοιδορίες το 2%, όπως δεν είναι και για πανηγύρια. Μια συμβολική κίνηση ήταν κι έτσι ας το βλέπουμε, αναμένοντας σε ουσιαστικότερες κινήσεις μετά τη λήξη της πανδημίας και την επίτευξη των στόχων και των προβλέψεων για μεγάλη ανάπτυξη στα επόμενα χρόνια.

Γιατί από λαϊκισμό χορτάσαμε τα τελευταία χρόνια. Καιρός να δούμε και κανένα ευρώ στην τσέπη.