Τέσσερις μήνες μετά την εκλογή του ουδείς έχει καταλάβει από πού ήρθε και, κυρίως, πού θέλει να πάει ο Στέφανος Κασσελάκης και μαζί του ό,τι έχει απομείνει από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Το τριήμερο στις Σπέτσες αποτελεί μια ακόμη έκφραση της πολιτικής σύγχυσης και της σχετικής ελαφρότητας που χαρακτηρίζει τα λόγια και τα έργα του νέου αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το ιδεολογικό στίγμα ανύπαρκτο, χαοτική στρατηγική, πολιτική ενσυναίσθηση κάτω από τη βάση και η νέα ηγετική ομάδα αναζητείται από τη Μακρόνησο μέχρι τις Σπέτσες.

Η αποχώρηση των «11» και η συγκρότηση της Νέας Αριστεράς, υποτίθεται, θα έδινε την απαραίτητη πολιτική ομοιογένεια και θα σηματοδοτούσε την επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ για να υπηρετήσει αποτελεσματικά τον συνταγματικό του ρόλο και να διεκδικήσει την επιστροφή του στην εξουσία. Παρά τις διαβεβαιώσεις όμως του Κασσελάκη, η εσωστρέφεια όχι μόνο συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση, αλλά εξελίσσεται με έντονα στοιχεία παρωδίας. Σε αυτή τη φάση ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει σαφείς ενδείξεις αυτοδιάλυσης και έχει μπροστά του δύο γεγονότα-σταθμούς (το συνέδριο και τις ευρωεκλογές), από τα οποία θα κριθεί και τυπικά το τέλος ενός κόμματος που κυβέρνησε την Ελλάδα σε μια κρίσιμη περίοδο επί τεσσεράμισι χρόνια.

Ο νέος πρόεδρος περιστοιχίζεται από μια ολιγομελή ομάδα στελεχών που δεν μπορεί στοιχειωδώς να ανταποκριθεί στον ρόλο της. Η ομάδα Πολάκη που ενθάρρυνε και στήριξε την εκλογή του με μοναδικό επιχείρημα την άμεση… ανατροπή του Μητσοτάκη και την επιστροφή στην εξουσία, αντιλαμβάνεται ότι το σχέδιο απέτυχε και με αφορμή την ντιρεκτίβα για «κομματική πειθαρχία» στο θέμα με τον γάμο των ομοφύλων αποστασιοποιείται και το ξανασκέφτεται. Απομένουν ο Αλέξης Τσίπρας και οι πιο στενοί του συνεργάτες που προτιμούν να απέχουν διακριτικά. Είναι ενδεικτικό ότι χωρίς πολλή σκέψη ο πρώην πρωθυπουργός αρνήθηκε να πάει στις Σπέτσες και απλώς περιμένει τις ευρωεκλογές για να κινηθεί.

Μια ματιά στις δημοσκοπήσεις όλων των εταιρειών δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται κοντά στο 10%, η απήχησή του στην κοινωνία όλο και μειώνεται, οι θετικές γνώμες για τον Κασσελάκη πλησιάζουν το ποσοστό του Βελόπουλου, ενώ τα λεγόμενα ποιοτικά χαρακτηριστικά δεν επιτρέπουν και πολλές ελπίδες. Σε αυτή την κατρακύλα ο ίδιος ο Κασσελάκης έχει, σχεδόν αποκλειστικά, την ευθύνη. Ολα όσα έκανε και είπε θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα εγχειρίδιο για όσα… δεν πρέπει να κάνει ένας πολιτικός αρχηγός.

Για παράδειγμα, ποια σκοπιμότητα εξυπηρετούσε η «αποκάλυψη» του στενού συνεργάτη του, Μανώλη Καπνισάκη, ότι ο Μητσοτάκης του πρότεινε το 2019 να τον κάνει υπουργό. Ανεξάρτητα αν αυτό είναι αλήθεια ή ψέμα, για ποιον λόγο επέλεξε να το δημοσιοποιήσει; Για να πλήξει τον Μητσοτάκη που δεν τον αξιοποίησε τότε και τώρα τον βρίσκει απέναντί του; Να στείλει το μήνυμα στους σημερινούς συντρόφους ότι είχε και άλλες επιλογές; Ο,τι και να σκέφτηκε, υποδηλώνει σαφώς μειωμένη πολιτική συγκρότηση.

Δεν είναι το μόνο παράδειγμα. Από τη μια περιγράφει ως το πρότυπο πολιτικής τους… νοικοκυραίους της δεκαετίας του ’80 και από την άλλη ανεβάζει πορτρέτα του Τσε Γκεβάρα. Στο δίλημμα «με τους σοσιαλιστές ή με την Αριστερά στην Ευρώπη;» παίρνει θέση υπέρ της Αριστεράς, εγκαταλείποντας ακόμη και τη γραμμή Τσίπρα. Με σπουδές και καριέρα στις ΗΠΑ πάει κόντρα στα ιδιωτικά πανεπιστήμια και υποστηρίζει την εκμάθηση των αλβανικών στα ελληνικά σχολεία. Οι παράλογες ιδέες δεν είναι κακές στην πολιτική, αντίθετα έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ελκυστικές για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Αρκεί να έχουν μια λογική συνέχεια και να μην αυτοακυρώνονται. Στην περίπτωση Κασσελάκη, μιλάμε για το απόλυτο χάος.

Ο Αλέξης Τσίπρας, που η συγκυρία αλλά και οι ικανότητές του τον έφεραν στην εξουσία, έπρεπε να είχε φροντίσει για την επόμενη μέρα στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι αλλαγές και η ανασυγκρότηση να είχαν γίνει μετά την εκλογική ήττα του 2019, όταν τα ποσοστά ήταν ακόμη υψηλά και οι πολιτικές δυνατότητες επαρκείς. Το χρίσμα στον Κασσελάκη, μετά την εκλογική συντριβή του περασμένου Ιουνίου και υπό συνθήκες εσωκομματικής σύγκρουσης, αποδείχθηκε μια πρόχειρη και αναξιόπιστη επιλογή. Τι να σου κάνουν και οι Σπέτσες; Είναι πλέον πολύ αργά.