Μετά την επιτυχή δημιουργία μιας εφαρμογής ιατρικής περίθαλψης για τους γιατρούς που θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στα ιατρικά αρχεία, ο Ντιέγκο Φασάνο, ένας Ιταλός επιχειρηματίας, έλαβε κάποιες έγκαιρες υποδείξεις από έναν φίλο του, αστυνομικό: Του σύστησε να στραφεί στην κατεύθυνση της δημιουργίας μιας εφαρμογής που να επιτηρεί το περιβάλλον του χρήστη και να αξιοποιεί την τεχνολογία για την επιβολή του νόμου.

Το 2014 ο Φασάνο ίδρυσε μια εταιρεία που έχει ως αντικείμενο αυτό που του συνέστησε ο φίλος του, δηλαδή δημιουργία εφαρμογών σύνδεσης της τεχνολογίας με την επιτήρηση.

Η πρώτη από αυτές συμπεριλαμβάνει ένα ισχυρό λογισμικό υποκλοπής, που επιτρέπει σε ένα χρήστη να αποκτά συγκαλυμμένες πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες ενός άλλου υπολογιστή μεταδίδοντας κρυπτογραφημένα δεδομένα από τον σκληρό δίσκο του.

Η ιδέα πίσω από αυτό το προϊόν της εταιρείας είναι απλή: Με τη βοήθεια των εταιρειών τηλεπικοινωνιών της Ιταλίας, οι ύποπτοι για τέλεση αξιόποινων πράξεων λαμβάνουν μια ψευδή ενημέρωση ότι η εφαρμογή είναι φαινομενικά αβλαβής και σκοπό έχει, δήθεν, να διορθώσει λάθη δικτύου στη συσκευή τους.

Η εφαρμογή θα επιτρέπει επίσης στην εταιρία του Φασάνο, την eSurv, να παρέχει πρόσβαση στις υπηρεσίες που σκοπό έχουν την επιβολή του νόμου, κι οι οποίες θα μπορούν να λαμβάνουν πληροφορίες από το μικρόφωνο της συσκευής, την κάμερα, τα αποθηκευμένα αρχεία και στα κρυπτογραφημένα μηνύματα της συσκευής ενός υπόπτου.

Η εφαρμογή σκοπό έχει να βοηθήσει τις αστυνομικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες πληροφοριών, σε μια εποχή που οι εύχρηστες εφαρμογές κρυπτογραφημένης συνομιλίας, όπως το WhatsApp και το Signal, επέτρεψαν -αντίθετα από ό,τι επιχειρεί η εφαρμογή του Φασάνο- σε εγκληματίες ύποπτους να κρατούν τηλεφωνήματα και στοιχεία μακριά από τις κυβερνητικές υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με τη δημόσια τάξη.

«Ξεκίνησα να πηγαίνω σε όλα τα ιταλικά εισαγγελικά γραφεία για να πουλήσω την εφαρμογή», εξήγησε ο Φασάνο, ένας 46χρονος με μικρά, σκούρα καστανά μαλλιά. «Το λογισμικό ήταν καλό. Και μέσα σε τρία χρόνια, χρησιμοποιήθηκε σε ολόκληρη την Ιταλία. Στη Ρώμη, στη Νάπολη, στο Μιλάνο».