H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οπλίζει και πάλι το «μπαζούκας» και είναι καθόλα έτοιμη να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο από την αύξηση των αποδόσεων των ευρωπαϊκών ομολόγων που μπορεί να βλάψει τις προοπτικές ανάπτυξης στην Ευρωζώνη.

Η παραπάνω άποψη επικρατεί στη συντριπτική πλειονότητα των οικονομολόγων του πρακτορείου Bloomberg οι οποίοι έλαβαν μέρος σε σχετική έρευνα του πρακτορείου.

Οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα εντείνει τον ρυθμό αγοράς ομολόγων μέσω του έκτακτου προγράμματος PEPP.

Η έρευνα έδειξε επίσης ότι περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες αναμένουν ότι το πρόγραμμα 1,85 τρισεκατομμυρίων θα επεκταθεί χρονικά και πέραν του Μαρτίου 2022. Ταυτόχρονα, μόλις το ένα πέμπτο των ερωτηθέντων αναμένει περεταίρω επέκταση του προγράμματος, καθώς θεωρούν ότι οι κινήσεις της αγοράς μέχρι στιγμής δεν έχουν αλλάξει ριζικά τις οικονομικές προοπτικές.

Πολλοί από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής απέρριψαν την ανάγκη για δραστική δράση μετά την αύξηση των αποδόσεων του δημόσιου χρέους την περασμένη εβδομάδα.

Παράλληλα, όμως, τόνισαν σε όλους τους τόνους ότι η Κεντρική Τράπεζας είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει σημαντικές αυξήσεις στις πραγματικές αποδόσεις των ομολόγων.

Προς το παρόν, δεν υπάρχουν στοιχεία ότι οι κεντρικές τράπεζες της περιοχής έχουν επιταχύνει τις αγορές, ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θα πραγματοποιήσει την επόμενη σύνοδό του στις 11 Μαρτίου.

«Η ΕΚΤ θα εκφράσει τη δυσφορία της για την αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων και θα υπογραμμίσει την προθυμία της να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα μέσα», δήλωσε ο Κρίστιαν Τόντμαν, οικονομολόγος της DekaBank. «Αλλά πιθανότατα δεν θα λάβει συγκεκριμένα μέτρα». «Όταν η ΕΚΤ επέκτεινε το έκτακτο πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της πανδημίας τον Δεκέμβριο, οι αξιωματούχοι δεσμεύθηκαν να διατηρήσουν «ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης».

Αυτή η δήλωση έχει κάνει βάλει τους παρατηρητές σε μία διαδικασία να κάνουνε εικασίες σχετικά με το ποιους δείκτες λαμβάνει υπόψιν της η ΕΚΤ και εάν η πρόσφατη αύξηση των ονομαστικών αποδόσεων των ομολόγων δημιουργεί ανησυχία.

Η επικεφαλής της τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ μπορεί να ρίξει φως στο θολό τοπίο την επόμενη εβδομάδα, καθώς τον Ιανουάριο ζήτησε από τους τεχνοκράτες της ΕΚΤ να επεξεργαστούν διαφορετικούς τρόπους ανάλυσης του κόστους δανεισμού.

Σχεδόν τα δύο τρίτα των οικονομολόγων που συμμετείχαν στην έρευνα υποστήριξαν ότι η απάντηση της ΕΚΤ στις υψηλότερες αποδόσεις θα ήταν οι ταχύτερες αγορές, με ορισμένους να προβλέπουν ότι η κεντρική τράπεζα θα δοκιμάσει πρώτα λεκτικές παρεμβάσεις.

Το παγκόσμιο sell-off στην αγορά ομολόγων έχει σημασία για τη ζώνη του ευρώ επειδή οι κρατικές αποδόσεις χρησιμοποιούνται από τις τράπεζες ως σημείο αναφοράς για το δανεισμό. Η οικονομική ανάκαμψη στην περιοχή αναμένεται να είναι πιο αργή σε σχέση με πολλές άλλες προηγμένες οικονομίες, καθώς τα κρούσματα κορωνοϊού στην Ευρώπη αυξάνονται και η διαδικασία του εμβολιασμού προχωρά με αργούς ρυθμούς.

Κρίσιμο για την απόφαση της ΕΚΤ την επόμενη εβδομάδα θα είναι αναθεωρημένες οικονομικές προβλέψεις. Οι ερωτηθέντες έχουν διχαστεί γύρω από το αν η ανάπτυξη φέτος θα είναι ισχυρότερη, ασθενέστερη ή θα συνάδει με τις προσδοκίες, με τους απαισιόδοξους να διατηρούν ένα μικρό προβάδισμα. Η πλειοψηφία «βλέπει» τον πληθωρισμό να αυξάνεται ταχύτερα από το αναμενόμενο το 2021 και το 2022.

Το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Γενς Βάιντμαν σημείωσε σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg την Τετάρτη ότι «Μία διαρκής άνοδος του πληθωρισμού, θα πρέπει να συνοδεύεται με αντίστοιχη αύξηση στους μισθούς, και κάτι τέτοιο δεν φαίνεται προς το παρόν».

Αξιωματούχοι της Τράπεζας επισημαίνουν ότι θα πρέπει να γίνουν προσαρμογές στον δείκτη Τιμών Καταναλωτή με βάσει προσωρινούς παράγοντες όπως αλλαγές στους φόρους επί τον πωλήσεων προκειμένου να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για την πορεία του πληθωρισμού.
Συνεπώς, το πότε η οικονομία θα ανακάμψει σημαντικά, και αν θα προκαλέσει αύξηση της κατανάλωσης όπως προβλέπεται από ορισμένους οικονομολόγους, είναι εξαιρετικά αβέβαιο.

Αφού επέκτεινε το πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης για πανδημία σε 1,85 τρισεκατομμύρια ευρώ (2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια) τον Δεκέμβριο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει αρκετό χώρο για να αυξήσει τις αγορές ομολόγων προκειμένου να περιορίσει τις ανοδικές πιέσεις στις αποδόσεις. Η ενίσχυση των αγορών της τώρα θα έδινε ένα ισχυρό σήμα αντίδρασης.

Διαβάστε ακόμη:

Ραντεβού με την εφορία για όσους εισέπραξαν αναδρομικά στις συντάξεις

Ξενοδόχοι: «Κοντά, αλλά και μακριά η σεζόν του 2021» – Πώς θα ανοίξει ο τουρισμός

Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς: Έλεγχοι σε παρόχους υπηρεσιών στα κρυπτονομίσματα