Η αύξηση των επιτοκίων επανέρχεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στην Τουρκία μετά από την πρόσφατη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής κατά 500 μονάδες βάσης, μόλις δύο μήνες αφότου η κεντρική τράπεζα δήλωσε ότι ο κύκλος σύσφιξης τελείωσε.

Η αυξημένη ζήτηση για μετρητά ενόψει των τοπικών εκλογών της 31ης Μαρτίου επιταχύνει την υποτίμηση της λίρας και συμβάλλει στη μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων, καθώς οι προοπτικές για τον πληθωρισμό χειροτερεύουν.

Το μόνο το οποίο είναι σαφές είναι το ότι ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της χώρας, Φατίχ Καραχάν, βλέπει ήδη μια επιτακτική ανάγκη για αύξηση των επιτοκίων.

Δεδομένης της πρόσφατης σειράς μέτρων σύσφιξης τις τελευταίες εβδομάδες, το πιο πιθανό σενάριο για την πλειοψηφία των αναλυτών εξακολουθεί να είναι ότι η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής θα διατηρήσει το βασικό της επιτόκιο στο 50% προς το παρόν, μετά από την πρόσφατη αύξησή του κατά 500 μονάδες βάσης, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Bloomberg.

Ενώ το χρονοδιάγραμμα μιας περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων τίθεται υπό αμφισβήτηση, ορισμένες από τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου θεωρούν ότι είναι ζήτημα του πότε, όχι του αν. Η Morgan Stanley συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων που αναμένουν νέα αύξηση τον Απρίλιο.

Η τουρκική λίρα έχει καταγράψει τη χειρότερη απόδοση μεταξύ των νομισμάτων των αναδυόμενων αγορών που παρακολουθεί το Bloomberg αυτό το μήνα, με απώλειες περίπου 3,6% έναντι του δολαρίου. Λίγες ημέρες πριν τις τοπικές εκλογές, η μεγαλύτερη ανησυχία των αναλυτών είναι η επανάληψη της πτώσης που κατέγραψε η λίρα μετά την περσινή προεδρική ψηφοφορία, όταν κατέρρευσε έως και 7% σε μία μόνο ημέρα.

Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της οικονομολόγου του Bloomberg Economics, Σελβά Μπαχάρ Μπαζίκι, «μετά την απότομη πτώση του νομίσματος που παρατηρήθηκε στις αρχές Μαρτίου, αναγνωρίζουμε ότι ο κίνδυνος περαιτέρω αυξήσεων των επιτοκίων έχει γιγαντωθεί. Πιστεύουμε ότι αυτή η κίνηση σχετίζεται με την αυξημένη αβεβαιότητα ενόψει των τοπικών εκλογών στις 31 Μαρτίου. Ως εκ τούτου, διατηρούμε τη θέση μας ότι μια περαιτέρω αύξηση του βασικού επιτοκίου αποτελεί το πιο πιθανό σενάριο μετά την ψηφοφορία».

Η τελική ευθεία πριν από τις τουρκικές εκλογές αποτελεί μια ασυνήθιστη επιλογή όσον αφορά την επιβολή αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής. Το διακύβευμα των εκλογών είναι οι δημαρχιακές έδρες στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, μια ευκαιρία για το κυβερνών κόμμα του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να ανακτήσει τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης και της  Άγκυρας από την αντιπολίτευση.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της κεντρικής τράπεζας οι προοπτικές για τον πληθωρισμό στο τέλος του έτους αυξήθηκαν κατά περισσότερο από μια ποσοστιαία μονάδα σε πάνω από 44,2% αυτόν τον μήνα, πολύ υψηλότερα από τις τρέχουσες προβλέψεις των φορέων χάραξης πολιτικής. Η μηνιαία αύξηση των τιμών, ένας δείκτης που παρακολουθείται στενά από την κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, επιταχύνθηκε στο 4,5% τον Φεβρουάριο.

«Ο σκοπός της αύξησης των επιτοκίων είναι κυρίως η ενίσχυση του αφηγήματος πως η κεντρική τράπεζα έχει την ικανότητα λήψης τέτοιων αποφάσεων και δεν επιστρέφει εκ νέου σε μία ανορθόδοξη νομισματική πολιτική», ανέφεραν οι αναλυτές της Goldman.

Η κεντρική τράπεζα είχε μέχρι πρόσφατα ακολουθήσει μια διαφορετική κατεύθυνση για να στηρίξει τη συναλλαγματική ισοτιμία, πουλώντας προθεσμιακά συμβόλαια σε ξένο νόμισμα με διακανονισμούς σε τουρκικές λίρες και επιβάλλοντας περιορισμούς στην αύξηση των δανείων.

Μια απόλυτη αύξηση του επιτοκίου ανοίγει τον δρόμο για την επιστροφή ξένων κεφαλαίων, σύμφωνα με την Deutsche Bank. Σημειωτέον πως οι εισροές αυτές ήταν περιορισμένες και οι ξένοι επενδυτές απέφυγαν τα τουρκικά περιουσιακά στοιχεία τις δύο πρώτες εβδομάδες του Μαρτίου.

Σύμφωνα, τέλος, με τον αναλυτή της Columbia Threadneedle Investments, Γκόρντον Μπάουερς, μια τέτοια κίνηση αποδεικνύει πως «η κεντρική τράπεζα έχει αυτονομία, η σταθερότητα των τιμών έχει προτεραιότητα και οι αρχές έχουν μεγαλύτερη ανοχή στην ασθενέστερη ανάπτυξη από ό,τι έχουμε δει στο παρελθόν».