Την εβδομάδα που μας πέρασε, δόθηκε ισχυρή εντύπωση πως ο αμερικο-κινεζικός εμπορικός πόλεμος, που ήδη διαρκεί 20 μήνες, οδεύει προς κάποιου είδους αποκλιμάκωση.

Συγκεκριμένα, η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε πως υπάρχει συμφωνία για την αμοιβαία τμηματική άρση δασμών που επιβλήθηκαν στο παρελθόν, ύψους σε πρώτη φάση, περίπου $360 δις. Τα χρηματιστήρια αντέδρασαν αμέσως με ενθουσιασμό.

Το ΔΝΤ, ανακοίνωσε πως μία τέτοια εξέλιξη θα ήταν ικανή να το πείσει να αναθεωρήσει τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη για το 2020.

Ο πρόεδρος Τραμπ όμως την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου δήλωσε το αντίθετο: πως δεν έχει συμφωνήσει (ακόμα;) κάτι τέτοιο. Κανείς δεν γνωρίζει αυτή τη στιγμή, σε ποια απόφαση θα καταλήξει ο Αμερικανός Πρόεδρος, ούτε και πότε. Προξενεί εντύπωση όμως, πώς η Κινεζική πλευρά, ανακοινώνει την ύπαρξη μιας συμφωνίας, την οποία διαψεύδει, άμεσα η άλλη πλευρά. Υπήρξε συμφωνία και μετάνιωσε ο κος Τραμπ; Διόλου απίθανο. Η κινεζική δήλωση ήταν διαπραγματευτικός ελιγμός; Πιθανόν.  Το θέμα είναι πως και να υλοποιηθεί μια τέτοια αρχική συμφωνία, σε επίπεδο επιχειρήσεων που εμπλέκονται δεν σημαίνει και πολλά.

Οι λόγοι είναι πολλοί:  μια τέτοια τμηματική απόφαση, εύκολα θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ανακληθεί, και κυρίως από την Αμερικανική πλευρά, δεδομένου του απρόβλεπτου κου Τράμπ, (να σημειωθεί εδώ πως διεθνές ΜΜΕ αναρωτιόταν, πριν την αμερικανική διάψευση,  αν η κίνηση Τραμπ ήταν ένα δώρο προς τις αγορές τις επιχειρήσεις και Αμερικάνους καταναλωτές, ενόψει Χριστουγέννων!).

Επίσης, έστω και εάν πραγματοποιηθεί τελικά αυτό το πρώτο βήμα, είναι πιθανόν να μην υπάρξει συνέχεια. Και τρίτον, έστω και αν υπάρξει συνέχεια, και η συμφωνία ολοκληρωθεί κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον, οι επιπτώσεις του εμπορικού αυτού πολέμου στις επιχειρήσεις είναι δύσκολο να αναιρεθούν. Δεν θα πρέπει να λησμονείται πως τον εμπορικό αυτό πόλεμο, τον άρχισε ο Αμερικανός Πρόεδρος με κύριο στόχο να επιστρέψει η παραγωγή από τις αμερικανικές επιχειρήσεις που είχαν μετακινηθεί στην Κίνα, στις ΗΠΑ.

Πώς επέδρασαν όμως αυτοί οι 20  «εμπόλεμοι» μήνες στις αμερικανικές αλλά και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και ειδικότερα στο πλαίσιο των λήψεων των σχετικών στρατηγικών τους αποφάσεων;

Οι Αμερικανοί επιχειρηματίες σε επίπεδο λήψεως αποφάσεων είναι αρκετά διστακτικοί στο να ενθουσιαστούν με κάποια τέτοια τμηματική συμφωνία, που όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή. Τους ενδιαφέρει περισσότερο μια ολοκληρωμένη συμφωνία που θα αποκαταστήσει σχέσεις αληθινής εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών και ένα σαφές και μόνιμο κανονιστικό πλαίσιο που θα διέπει τις εκατέρωθεν εμπορικές σχέσεις.

Μια συμφωνία σε δόσεις δεν είναι ικανή να τους οδηγήσει σε λήψεις σοβαρών και μακροπρόθεσμων αποφάσεων. Υψηλό στέλεχος αμερικάνικης επιχείρησης χαρακτήρισε τη συμφωνία, κάτι σαν να πατάς το PAUSE! Επίσης, αμερικανική έρευνα έδειξε πως ο επιχειρηματικός κόσμος στις ΗΠΑ, πιστεύει πως ο εμπορικό πόλεμος με την Κίνα θα υπάρχει, με εντάσεις και υφέσεις, μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές σε ένα χρόνο από σήμερα, άρα μικρή σημασία δίνει στα πρόσφατα νέα.

Οι αμερικάνικες επιχειρήσεις που έχουν μονάδες παραγωγής στην Κίνα, χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: αυτές που τα προϊόντα τους απευθύνονται απευθείας για την κινεζική αγορά και αυτές που τα προϊόντα τους απευθύνονται προς τους καταναλωτές των ΗΠΑ. Είναι προφανές ότι οι πρώτες δεν έχουν κανένα κίνητρο είτε να μεταφερθούν μακριά από την Κίνα, ούτε να αντικαταστήσουν τις υπάρχουσες Κινεζικές πηγές πρώτων υλών.

Όσον αφορά στην δεύτερη κατηγορία επιχειρήσεων, πρόσφατη έρευνα έδειξε πως το το 40% από αυτές σκέφτονται να μεταφέρουν τμήματα των παραγωγικών τους διαδικασιών εκτός Κίνας. «Μπίνγκο!» ίσως αναφωνούσε ο Αμερικανός Πρόεδρος.

Όμως τα μέχρι τώρα στοιχεία των μετακινήσεων αυτών, δείχνουν πως οι σχετικές επενδύσεις κατευθύνονται κυρίως προς το Βιετνάμ. Δεν είναι τυχαίο πως τον τελευταίο χρόνο ενώ οι κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ μειώθηκαν, οι αντίστοιχες του Βιετνάμ αυξήθηκαν. Μάλιστα τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου δείχνουν αύξηση κατά 21%. Υπολογίζεται δε, πως η αύξηση αυτή συνεισέφερε το 7% της ετήσιας αύξησης του ΑΕΠ της χώρας αυτής.

Παράλληλα, έρευνα που διεξήχθη στην Κίνα, μεταξύ κυρίως  Ευρωπαίους επιχειρηματιών, είχε μερικά ενδιαφέροντα αποτελέσματα, που και αυτά δείχνουν πως ίσως μία τμηματική λύση του εμπορικού αυτού πολέμου δεν σημαίνει και πολλά και πως το ζητούμενο είναι η ολοκληρωτική ομαλοποίηση της διαφοράς:

Η αύξηση των δασμών είχε σημαντικές επιπτώσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα των επιχειρήσεων, οι οποίες εντάθηκαν όσο η διαμάχη γινόταν εντονότερη. Το 1/4 περίπου από αυτές τις επιχειρήσεις επλήγησαν από δασμούς που έβαλε η Αμερικανική πλευρά και ενω η αρχική τάση ήταν να απορροφηθούν οι αυξήσεις του κόστους παραγωγής, τελικά το 20% τις μετακύλησε στον τελικό καταναλωτή.

Ταυτόχρονα όμως, η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, περίπου το 60%, καταβάλουν κάθε προσπάθεια οι τιμές να παραμείνουν σταθερές και να απορροφήσουν οι ίδιες. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε σύγκριση με τα στοιχεία του Ιανουάριο του 2019, ο αριθμός των επιχειρήσεων που αύξησαν τις τελικές τιμές τους μειώθηκε κατά 10%, ενώ το ποσοστό όσων διατηρούν ίδιες τιμές σχεδόν διπλασιάστηκε.

Η αιτία αυτών των αποτελεσμάτων είναι ότι οι επιχειρήσεις αυτές βρήκαν τρόπους να ξεπεράσουν τα εμπόδια των δασμών αλλάζοντας προμηθευτές, μετακινώντας κάποιες από τις παραγωγικές τους μονάδες εκτός ΗΠΑ ή Κίνας, ή υιοθετώντας το μοντέλο «Κίνα + 1», όπως πχ αναφέρθηκε πιο πάνω στην περίπτωση του Βιετνάμ.
Να προστεθεί, πως μερικές Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, ακριβώς εξαιτίας των δασμών από τις ΗΠΑ, προχώρησαν σε αύξηση των επενδύσεων τους στην Κίνα, απευθύνοντας τα προϊόντα τους στην Κινεζική αγορά.

Εν κατακλείδι…

Όλα τα παραπάνω σε ένα μεγάλο ποσοστό δείχνουν πώς αντιδρούν οι επιχειρήσεις είτε στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ – ΚΙΝΑΣ αυτόν καθ εαυτόν, είτε στις προσπάθειες για λύση του προβλήματος. Είναι σαφές ότι πάντα θα βρίσκουν τρόπους να αντιμετωπίζουν τα εμπόδια, με κόστος βέβαια, και ότι πάντα θα θέλουν σταθερούς κανόνες παιχνιδιού. Δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει τι ακριβώς συνέβη και η Κινεζική πλευρά ανακοίνωσε μια συμφωνία, την οποία ακύρωσε ο Αμερικανός Πρόεδρος.

Το γεγονός παραμένει ότι οι επιχειρήσεις αλλά και οι αγορές περιμένουν πιο μόνιμα μέτρα. Αυτά θα μετρήσουν τελικά. Συμφωνίες που ενδέχεται να αναιρεθούν με την πρώτη ευκαιρία δεν βοηθούν. Αν ο Πρόεδρος Τραμπ, έστω και την τελευταία στιγμή, συνειδητοποίησε κάτι τέτοιο και είναι αποφασισμένος να προχωρήσει σε ολοκληρωτική συμφωνία έχει καλώς. Πάντως, ο προστατευτισμός που έχει εισάγει στο Διεθνές Εμπόριο, είναι αμφίβολο αν θα φέρει τα αποτελέσματα που θέλει. Τα μέχρι τώρα στοιχεία δείχνουν πως όχι.