Σάλο συνεχίζουν να προκαλούν τα δημοσιεύματα πρακτορείων ειδήσεων μετά από παραβίαση της βάσης προσωπικών δεδομένων των πελατών της Credit Suisse Group AG (CSG).

Τα δεδομένα που διέρρευσαν αποκάλυψαν πως η τράπεζα εξυπηρετούσε δεκάδες εγκληματίες, δικτάτορες, αξιωματούχους εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών, κόμματα και πολιτικούς παράγοντες υπό καθεστώς διεθνών κυρώσεων.

Η διαρροή αναδεικνύει την αδυναμία της τράπεζας όσον αφορά την καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος (κανονισμοί AML)  και οι σχέσεις με πελάτες με αμφίβολο ή ακόμα και εγκληματικό ιστορικό.

Βάσει των στοιχείων, η Credit Suisse επανειλημμένα είτε δημιούργησε είτε διατηρούσε τραπεζικούς λογαριασμούς για σειρά πελατών αμφίβολης ποιότητας και νομιμότητας ανά τον κόσμο.

Το ιστορικό

Δεν είναι η πρώτη φορά που η CSG βρίσκεται στο στόχαστρο τόσο των ρυθμιστικών αρχών όσο και των πρακτορείων ειδήσεων για την παράβαση των κανόνων ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.

Τον Σεπτέμβριο του 2018, η Ελβετική Εποπτική Αρχή Χρηματαγορών (FINMA) ανακοίνωσε πως ανακάλυψε ελλείψεις στον τομέα καταπολέμησης του βρώμικου χρήματος του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, σχετικά με τρεις πελάτες: τη FIFA, τη βραζιλιάνικη πετρελαϊκή Petrobras και τη βενεζουελάνικη πετρελαϊκή Petróleos de Venezuela, S.A. (PDVSA). Η CSG προχώρησε σε μερική αναβάθμιση των κανόνων συμμόρφωσής της βάσει των απαιτήσεων της FINMA αλλά συνέχισε να έχει ελλείψεις.

Το 2019 η Fed της Νέας Υόρκης (FRBNY) και το Τμήμα Οικονομικών Υπηρεσιών (DFS) εξακρίβωσε ελλείψεις στη συμμόρφωση του χρηματοπιστωτικού  ιδρύματος  όσον αφορά τους κανονισμούς ΑΜL και το στο σύστημα διαχείρισης χρηματοπιστωτικού κινδύνου του νεοϋορκέζικου υποκαταστήματος της τράπεζας. Η CSG αντέδρασε μέσω θέσπισης βελτιωτικού πλαισίου των κανονισμών AML του συγκεκριμένου υποκαταστήματος.

Eπιπρόσθετο πρόβλημα αποτελεί και η καθ’ όλα ταραχώδης διακυβέρνηση των ανώτατων κλιμακίων της τράπεζας. Μετά την παραίτηση του Tidjane Thiam από τη θέση του CEΟ λόγω σκανδάλου το 2020, τα ηνία ανέλαβε ο Thomas Gottstein, πρώην CEO της Swiss Bank και στέλεχος της CSG. Μετά την κατάρρευση της Αrchegos, ο CEO του τομέα Investment banking, Brian Chin και η Lara Warner, Chief Risk and Compliance Officer υπέβαλαν την παραίτησή τους.

Στη συνέχεια ακολούθησε μεγάλος αριθμός ανακατατάξεων και προσλήψεων στα εκ των έσω του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, συμπεριλαμβανομένηςκαι της προσέλευσης αντικαταστατών στις προαναφερθείσες θέσεις.

 

Η τρικυμιώδης περίοδος του upper management δεν τέλειωσε εκεί. Ο António Horta-Osório αντικατέστησε τον Urs Rohner ως νέος Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας, ενώ οι Axel Lehmann και Juan Colombas ανέλαβαν νέες θέσεις στο Δ.Σ. Λιγότερο από ένα χρόνο αργότερα, ο Horta-Osório παραιτήθηκε από τη θέση του λόγω παράβασης των κανόνων του lockdown για την καταπολέμηση της πανδημίας. Τη θέση του έλαβε ο Axel Lehmann, ο οποίος αναμένεται να επικυρωθεί ως νέος Πρόεδρος στις 29 Απριλίου 2022.

Yποβάθμιση σε A (low)

Η DBRS Morningstar υποβάθμισε την μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της CSG στην κατάταξη A (low) Long-term με αρνητικές τάσεις, δεδομένων των συνεχιζόμενων προβλημάτων που αντιμετωπίζει.

Η Credit Suisse Group έχει προχωρήσει σε σημαντικά βήματα συμμόρφωσης με τους κανονισμούς τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης.

Παρ’ολα αυτά, αν τα δεδομένα της πρόσφατης διαρροής αποδειχθούν αληθή, έχει πολύ δρόμο μπροστά της τόσο σε ό,τι αφορά τη συμμόρφωση με τους κανονισμούς, όσο και στην προστασία των προσωπικών δεδομένων των πελατών της.

Ο κίνδυνος εμπλοκής σε δικαστικές διαμάχες για παραβάσεις κανονισμών AML, μεταξύ άλλων, ενδέχεται να πλήξει την κερδοφορία της τράπεζας, ενώ, ο οίκος αξιολογήσεων υποστηρίζει πως τα προαναφερθέντα προβλήματα αποτελούν κύρια απειλή όσον αφορά την ESG (περιβαλλοντική και κοινωνική διακυβέρνηση) της Credit Suisse Group.

Η λίστα των προβλημάτων αυτών συμπεριλαμβάνει την προαναφερθείσα περσινή κατάρρευση της Archegos. Η «ανοιχτή πληγή» που άφησε πίσω του το επενδυτικό γραφείο του Bill Hwang, κόστισε 4,8 δισ ελβετικά φράγκα στη CSG.

Σύμφωνα με τη DBRS Morningstar σημαντικό κίνδυνο αποτελεί η επικρατούσα κουλτούρα των στελεχών του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, η οποία δύσκολα θα αλλάξει και η οποία «μεταφράζεται» απευθείας σε απώλειες εσόδων. Η Credit Suisse, μάλιστα, είχε προσλάβει το δικηγορικό γραφείο Paul, Weiss, Rifkind, Wharton & Garrison LLP για την ταυτοποίηση των κινδύνων αυτών. Παρά την ενδελεχή λίστα των αναλυτών του δικηγορικού γραφείου, η διοίκηση της τράπεζας επέλεξε να αγνοήσει τα προβλήματα και να συνεχίσει την πορεία της.

Η προαναφερθείσα παρέμβαση της FINMA είχε οδηγήσει σε επιβολή αύξησης των απαιτουμένων κεφαλαίων της τράπεζας κατά $2 δισ από το α’ μέχρι το δ’ τρίμηνο του 2021. Η CSG ανακοίνωσε τη ρευστοποίηση τεσσάρων (4) chain finance funds τα οποία ήταν εκτεθειμένα σε βρετανική εταιρεία που έκανε αίτηση για μη χρηματοδοτούμενη πιστωτική προστασία.

Το τεράστιο πλήγμα στο όνομα και την εικόνα της Credit Suisse Group ενδέχεται να μεταφραστεί και σε μικρότερο αριθμό νέων πελατών και περιορισμένη ανάπτυξη της κερδοφορίας του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος αυτού καθεαυτού. 

Αττική Οδός: Το πόρισμα για το «έμφραγμα» στην κακοκαιρία – Άνοιξαν τις μπάρες ενώ είχαν ήδη εγκλωβιστεί αυτοκίνητα