Μία πέτρινη πλάκα κι ένα μαραμένο στεφάνι έχουν παραμείνει στη γειτονιά Βία ντέλα Σκρόφα της Ρώμης, κοντά στο Κοινοβούλιο, για να θυμίζουν τον Αλμπέρτο Μαρκέζι, τον αγωνιστή κατά του φασισμού, ο οποίος εκτελέστηκε από τα Ες Ες το 1944 στα Αδριατικά Σπήλαια. Σχεδόν δίπλα από την πέτρινη πλάκα έχει αναρτηθεί μία άλλη πινακίδα από πλεξιγκλάς, η οποία ενημερώνει για τον νέο ένοικο. Πρόκειται για το νεοφασιστικό κόμμα «Αδέλφια της Ιταλίας». Αλλόκοτη η συνύπαρξη στην πρόσοψη του ίδιου κτιρίου. 

Νεοφασιστικά κόμματα έχουν εγκατασταθεί από το 1946 στο νούμερο 39 της Βία ντέλα Σκρόφα. Στην αρχή εμφανίστηκε το MSI (Movimento Sociale Italiano), αργότερα η «Εθνική Συμμαχία» και τώρα τα «Αδέλφια της Ιταλίας», τα οποία εμπνεύστηκαν το όνομά τους από τον πρώτο στίχο του ιταλικού εθνικού ύμνου. Για την πρόεδρο του κόμματος, Τζόρτζια Μελόνι, ήταν ιδιαίτερα σημαντικό να παραμείνει στο κτίριο που είχε φιλοξενήσει και άλλους νοσταλγούς του δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι. Η ίδια, εξάλλου, έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις της ότι ο Μουσολίνι ήταν μία «πολύπλευρη προσωπικότητα». 

«Αιώνια φλόγα» και «ρωμαϊκός χαιρετισμός» 

Η Μελόνι, όπως αναφέρει δημοσίευμα του Deutsche Welle, δεν τηρεί αποστάσεις από τον φασισμό. Στην αυτοβιογραφία της παραδέχεται ότι κινείται σε ένα «πολιτικά ναρκοθετημένο» τοπίο. «Είμαστε τέκνα της ιστορίας μας, όλης της ιστορίας μας», γράφει χαρακτηριστικά. «Όπως συνέβη και με άλλα έθνη, ο δρόμος που διανύσαμε είναι σύνθετος, πολύ πιο περίπλοκος από τις διηγήσεις που ακούγονται». Μόνο τη λατρεία προς το πρόσωπο του αρχηγού, λέει ότι απορρίπτει η Μελόνι.  

Όταν δίνει συνεντεύξεις στα γραφεία του κόμματος, τη συνοδεύει πάντοτε το σύμβολο της φλόγας, στα εθνικά χρώματα της Ιταλίας. «Δεν έχω να απολογηθώ για κάτι στη ζωή μου», δηλώνει η Μελόνι. «Κι όμως, στις περισσότερες τηλεοπτικές συζητήσεις που πηγαίνω, με ρωτούν για την ιστορία και όχι για τα επίκαιρα ζητήματα της χώρας. Αυτό δεν το βρίσκω σωστό». 

Εν όψει προεκλογικής περιόδου η Τζόρτζια Μελόνι έχει δώσει γραπτές εντολές στα μέλη του κόμματος να αποφεύγουν τις ακραίες δηλώσεις, την οποιαδήποτε αναφορά στον φασισμό και κυρίως τον «ρωμαϊκό χαιρετισμό» με το προτεταμένο δεξί χέρι, ο οποίος θυμίζει τον «χιτλερικό χαιρετισμό».  

Τα «Αδέλφια της Ιταλίας» επιχειρούν να μετακινηθούν από το περιθώριο της ακροδεξιάς στο πολιτικό κέντρο. Στόχος τους είναι να σχηματίσουν, μετά τις πρόωρες εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου, μαζί με την ακροδεξιά «Λέγκα» του Ματέο Σαλβίνι και τη Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, έναν νέο κυβερνητικό συνασπισμό, ο οποίος θα διατηρεί τουλάχιστον μία επίφαση αστικού ήθους και συμπεριφοράς. 

«Το ότι η Μελόνι έφτασε τόσο μακριά οφείλεται σε όσους ωραιοποιούν την παρουσία της», επισημαίνει η Ισπανίδα δημοσιογράφος Άλμπα Σιντέρα, η οποία παρακολουθεί τις εξελίξεις στον χώρο της ιταλικής Ακροδεξιάς. «Σε αυτούς περιλαμβάνονται μέσα ενημέρωσης που επιμένουν να αποκαλούν “κεντροδεξιούς” πολιτικούς όπως ο Σαλβίνι και η Μελόνι, μέχρι τους Μπερλουσκόνι και Γκριλίνι, οι οποίοι την οδήγησαν στα πρόθυρα της εξουσίας, αλλά και μία αποπροσανατολισμένη κεντροαριστερά, η οποία την είχε υποτιμήσει, με αποτέλεσμα να τη νομιμοποιήσει. Η Μελόνι δεν εμφανίστηκε από το πουθενά. Προετοιμαζόταν, εδώ και πολλά χρόνια, να αναλάβει την εξουσία». 

Από μικρή οπαδός του φασισμού 

Γεννημένη το 1977, η Τζόρτζια Μελόνι είχε ενταχθεί από τα 15 της χρόνια στη νεολαία του νεοφασιστικού MSI σε ένδειξη αντίδρασης για την «αριστερή τρομοκρατία» της εποχής. Αργότερα προσχώρησε στη φοιτητική οργάνωση της «Εθνικής Συμμαχίας», ενώ το 2006 εξελέγη βουλευτής και το 2008 έγινε η νεότερη υπουργός στην ιστορία της Ιταλίας. Σε ηλικία 31 ετών ανέλαβε το υπουργείο Νεολαίας στην κυβέρνηση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Πριν από δέκα χρόνια ίδρυσε το νέο κόμμα «Αδέλφια της Ιταλίας», του οποίου ηγείται από το 2014. Το 2020 ανέλαβε και την ηγεσία της πολιτικής ομάδας των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR), στην οποία συμμετέχουν και άλλες υπερσυντηρητικές και ευρω-σκεπτικιστικές πολιτικές δυνάμεις, όπως το κυβερνών Κόμμα «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS) στην Πολωνία. 

Ασυγκράτητος λαϊκισμός 

Η Μελόνι κατεβαίνει στον προεκλογικό αγώνα με το λαϊκιστικό σύνθημα «Πρώτα η Ιταλία και οι Ιταλοί». Στο πρόγραμμά της απαιτεί περισσότερα κοινωνικά επιδόματα, χαμηλότερους φόρους, λιγότερη ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, καθώς και τον τερματισμό της μετανάστευσης. Υπόσχεται να «επαναδιαπραγματευθεί» τη συμμετοχή της Ιταλίας στην Ε.Ε. και στο ευρώ. Απορρίπτει την άμβλωση και τον «γάμο για όλους». Δεν γνωρίζει πολλά στο πεδίο της οικονομικής και της εξωτερικής πολιτικής. Χαρακτηριστικό της, ωστόσο, είναι η ακλόνητη αυτοπεποίθησή της. Πρόσφατα έγραφε στο Facebook ότι έχει βαρεθεί «να στιγματίζεται συνεχώς ως μαύρη χήρα» και θεωρεί ότι οι αντίπαλοί της απλώς φθονούν την επιτυχία της. Δηλώνει ότι υποστηρίζει την Ουκρανία και δεν θέλει να συνδέεται με τον Πούτιν. Όσο για την Ευρώπη, οραματίζεται μία «ιταλική ηγεσία» στην προσπάθεια να μετατραπεί η Ε.Ε. σε μία χαλαρή οικονομική ένωση… 

Διαβάστε επίσης: