Οι περισσότεροι πιθανότατα, να γνωρίζουν τον Ρώσο μεγιστάνα, Ντμίτρι Μαζεπίν κυρίως, λόγω του γιου του, Νικίτα Μαζέπιν, πρώην οδηγού της Formula 1. Υπενθυμίζεται πως, ο νεαρός αθλητής αποβλήθηκε από την αμερικανική Haas F1 Team, στα πλαίσια των κυρώσεων της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Παρόλα αυτά, ο Ντμίτρι Μαζεπίν είναι ο άνθρωπος που διαχειρίζεται τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία λιπασμάτων στην Ρωσία. Είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας ορυκτών λιπασμάτων Uralchem, η οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή, στο επίκεντρο των διεθνών εξελίξεων.

Πριν από την έναρξη του πολέμου, η Ρωσία χαρακτηριζόταν ως ο μεγαλύτερος εξαγωγέας λιπασμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο ενώ παράλληλα, μαζί με την Ουκρανία, οι δύο χώρες αντιπροσώπευαν το 1/4 των παγκόσμιων εξαγωγών σιτηρών. Παρόλα αυτά, όταν η Ρωσία απέκλεισε τα λιμάνια της Ουκρανίας κατά τους πρώτους μήνες του πολέμου, οι αποστολές σιτηρών δια θαλάσσης «πάγωσαν», με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. 

Ρωσία και Ουκρανία συμφώνησαν να ξανανοίξει ο αγωγός στα πλαίσια της προσπάθειας ανανέωσης μιας σύμβασης που θα επέτρεπε σε περισσότερους από 10 εκατομμύρια τόνους σιτηρών από την Ουκρανία να εισέλθουν στις εξαγωγικές αγορές μέσω της Μαύρης Θάλασσας από τον Αύγουστο. Η συμφωνία η οποία είχε στόχο να αποδεσμευθούν κρίσιμης σημασίας εξαγωγές σιτηρών από τα νότια ουκρανικά λιμάνια στη Μαύρη Θάλασσα, και επρόκειτο να λήξει στις 19 Νοεμβρίου. Παρόλα αυτά, ανακοινώθηκε πως παρατείνεται για επιπλέον, 120 ημέρες.

Η συμφωνία, που αρχικά, επιτεύχθηκε τον Ιούλιο, και κατάφερε να δημιουργήσει έναν προστατευμένο θαλάσσιο διάδρομο μεταφοράς, ήταν σχεδιασμένη να περιορίσει τις παγκόσμιες ελλείψεις τροφίμων, επιτρέποντας να εκκινήσουν εκ νέου οι εξαγωγές από τρία λιμάνια στην Ουκρανία, βασικό παραγωγό σιτηρών και ελαιοκράμβης.

Στο μεταξύ, ένας ακόμη αγωγός ο οποίος εκτείνεται από το Togliatti, περιοχή κοντά στον ποταμό Βόλγα, προς το λιμάνι της Οδησσού στην Ουκρανία και μετέφερε αμμωνία που έχει δημιουργηθεί από εταιρεία που συνδέεται στενά με τον Ρώσο ολιγάρχη, σταμάτησε και αυτός να λειτουργεί λίγο αφότου ξεκίνησε η εισβολή στην Ουκρανία.

Ο ρόλος του Μαζεπίν

Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών για τα σιτηρά, η εστίαση της Ρωσίας στον αγωγό, του οποίου η επαναλειτουργία θα ωφελούσε την Togliattiazot PJSC, και η απαίτηση να ξεμπλοκάρουν 300.000 τόνους λιπασμάτων της UralChem JSC στα ευρωπαϊκά λιμάνια, είχαν εκπλήξει στελέχη της βιομηχανίας λιπασμάτων της χώρας. Και οι δύο εταιρείες συνδέονται με τον Ρώσο ολιγάρχη Μαζεπίν.

Τονίζεται μάλιστα, στο σημείο αυτό πως ο Μαζεπίν ήταν ένας από τους τελευταίους Ρώσους επιχειρηματίες που συναντήθηκαν με τον Πούτιν, πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Κρεμλίνου.

Οι επιχειρήσεις του γνωστού επιχειρηματία έχουν πληγεί, εξαιτίας του ρωσικού πολέμου. Από τον Μάρτιο του 2022, του έχουν επιβληθεί κυρώσεις από την Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με πληροφορίες μάλιστα, ο Ρώσος μεγιστάνας εγκατέλειψε τον έλεγχο της UralChem και της μεγαλύτερης ρωσικής εταιρείας παραγωγής καυστικής ποτάσας Uralkali PJSC. Η UralChem έχασε την πρόσβαση στα ευρωπαϊκά λιμάνια που παρείχαν τις κύριες εξαγωγικές της διαδρομές.

Πιο συγκεκριμένα, ο Μαζεπίν φέρεται να πούλησε το 52% της αυτοκρατορίας του Uralchem ​​σε δύο στελέχη της, τον Ντμίτρι Κόνιαεφ (4%) και τον Ντμίτρι Τατιάνιν (48%). Οι σχέσεις των Μαζεπίν και Τατιάνιν φαίνεται πως είχαν ξεκινήσει πριν από την ίδρυση της Uralchem. Ο Τατιάνιν ήταν διευθυντής νομικών υποθέσεων για τη ρωσική πετροχημική εταιρεία SIBUR ενώ την ίδια περίοδο, ο Μαζεπίν ήταν ο πρόεδρος της εν λόγω εταιρείας.

Εκτός από την πώληση του 52% της Uralchem, ο επιχειρηματίας έχει λάβει επιπλέον, μέτρα προκειμένου να προστατεύσει τα περιουσιακά του στοιχεία, ιδιαίτερα στη Λετονία, όπου ελέγχει δύο μεγάλα τερματικά εξαγωγής λιπασμάτων. Σήμερα, η περιουσία του μεγιστάνα, υπολογίζεται πως ανέρχεται στα 900 εκατομμύρια δολάρια σύμφωνα με το Bloomberg Billionaires Index. 

Η ιστορία του Ρώσου ολιγάρχη

Ο Ντμίτρι Μαζεπίν είναι Ρώσος πολίτης, γεννημένος ωστόσο, στη Λευκορωσία. Αποφοίτησε από τη στρατιωτική σχολή και υπηρέτησε ως στρατιωτικός διερμηνέας κατά τη στρατιωτική επέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν τη δεκαετία του 1980. Ξεκίνησε την καριέρα του από τον τραπεζικό κλάδο, ενώ στη συνέχεια, εργάστηκε στην εταιρεία παραγωγής πετρελαίου TNK καθώς και στο ρωσικό κρατικό ταμείο περιουσίας.

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, υπηρέτησε για σύντομο χρονικό διάστημα ως επικεφαλής της μεγαλύτερης ρωσικής πετροχημικής εταιρείας Sibur, βοηθώντας την Gazprom να αποκτήσει ξανά τον έλεγχο των περιουσιακών της στοιχείων. Στη συνέχεια άρχισε να αγοράζει μερίδια σε κατασκευαστές λιπασμάτων αμμωνίου, ιδρύοντας την UralChem το 2007. Το περιοδικό Forbes το 2015 υπολόγισε την περιουσία του σε 1,3 δισεκατομμύρια δολάρια.

Διαβάστε ακόμη:

«Ο λαός μίλησε»: Ο Μασκ επαναφέρει τον Τραμπ στο Twitter – Εκείνος θα επιστρέψει; (tweets)

Ποιο ασφαλιστικό καθεστώς ισχύει για τους ψηφιακούς νομάδες

Accor: Η Αθήνα επιστρέφει δυναμικά – Η πρόβλεψη του ξενοδοχειακού κολοσσού