H απροσδόκητη απόφαση του ΟΠΕΚ+ για μείωση της πετρελαϊκής παραγωγής είχε, αρχικά, προκαλέσει εκτιμήσεις για αύξηση της τιμής του «μαύρου χρυσού» στα $100/βαρέλι. Παρ’ όλα αυτά, οι λιμνάζουσες τιμές τώρα πια υποδεικνύουν το χάσμα μεταξύ των μακροοικονομικών δεδομένων και των βασικών ισορροπιών της προσφοράς και της ζήτησης της συγκεκριμένης αγοράς.
Οι τιμές του πετρελαίου κυμαίνονται και πάλι κοντά στα $80/βαρέλι, παρόμοιες με αυτές στις αρχές Απριλίου πριν την απόφαση του ΟΠΕΚ+ για τη μείωση παραγωγής κατά 1,6 εκατομμύρια βαρέλια/ημέρα μέχρι το τέλος του έτους.
Οι εκτιμήσεις των αναλυτών
Οι αναλυτές τώρα πια υπογραμμίζουν πως η τραπεζική κρίση και οι γενικότεροι μακροοικονομικοί κλυδωνισμοί έχουν περιορίσει το πιθανό αυτό ράλι, δεδομένης της πιθανότητας δημιουργίας ύφεσης.
«Η αγορά πετρελαίου έχει ανακάμψει μετά από την απροσδόκητη απόφαση του OΠΕΚ+, κάτι το οποίο πιστεύουμε πως υποδεικνύει την απαισιοδοξία όσον αφορά την μακροοικονομική προοπτική», τόνισαν σε πρόσφατη ανακοίνωσή τους οι αναλυτές της Barclays, προσθέτοντας πως «ο περιορισμένος όγκος διύλισης και η μειωμένη ζήτηση για νέα φορτία μπορεί, μεν, να απασχολεί τις αγορές αλλά πιστεύουμε πως ο ΟΠΕΚ+ θα συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά το ζήτημα της προσφοράς».
Σύμφωνα με δηλώσεις του στελέχους της RBC Capital Markets, Χελίμα Κροφτ, «οι αγορές βασίζονται στο “άνοιγμα” της οικονομίας της Κίνας. Παρ’ όλα αυτά, η μεγαλύτερη εισαγωγέας αργού του κόσμου είχε περιορίσει τις αγορές της πέρυσι λόγω της στρατηγικής μηδενικών κρουσμάτων που ακολουθούσε. Επιπλέον, η κινεζική οικονομία μπορεί, μεν, να ανακάμπτει αλλά το κάνει πολύ πιο αργά από όσο αρχικά εκτιμούσαν οι αναλυτές. Επιπροσθέτως, πρέπει να ληφθεί υπόψη και η στρατηγική επιτοκίων της Fed και των λοιπών κεντρικών τραπεζών η οποία έχει επηρεάσει τις εκτιμήσεις για πρόκληση ύφεσης στην οικονομία».
Η Κροφτ συμπλήρωσε πως «προφανώς υπάρχει ο παράγοντας της μείωσης της παραγωγής του ΟΠΕΚ+, ενώ πρέπει να ληφθεί υπόψη και το άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας. Παρ’ όλη την αισιοδοξία ορισμένων αναλυτών, όμως, το ερώτημα παραμένει για το εάν η αγορά πετρελαίου θα μπορέσει να υπερκεράσει τις ανησυχίες για τα μακροοικονομικά δεδομένα».
Σύμφωνα με τον αναλυτή της Kpler, Βίκτορ Κατόνα, «οι τιμές του πετρελαίου έχουν επηρεαστεί από τα μακροοικονομικά δεδομένα αυτά τα οποία έχουν προκαλέσει αρνητικό συναίσθημα στις αγορές. Αναμένω, όμως, πως τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, όταν η ζήτηση ξεπεράσει τα επίπεδα προσφοράς κατά 2 εκατ. βαρέλια/ημέρα, οι τιμές θα ανακάμψουν».
Όσον αφορά την κινεζική ανάκαμψη, τα δεδομένα της Kpler υποδεικνύουν πως οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου κυμάνθηκαν στα 1,59 εκατ. βαρέλια/ημέρα τον περασμένο Μάρτιο, καταγράφοντας αύξηση της τάξης του 68% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022. Σύμφωνα με την Κροφτ, οι Κινέζοι έχουν βγει κερδισμένοι από τις κυρώσεις, οι οποίες έχουν προκαλέσει μείωση των τιμών άλλων εξαγωγέων πετρελαίου όπως η Βενεζουέλα και το Ιράν.
Οι επόμενες κινήσεις του ΟΠΕΚ+
Σύμφωνα με το CNBC, οι εκπρόσωποι του ΟΠΕΚ+ εκτιμούσαν πως η μείωση των τιμών αυτών θα αποδειχθή παροδική και θα αναστραφεί λόγω των ισορροπιών της προσφοράς και της ζήτησης. Ο Οργανισμός πρόκειται να συναντηθεί εκ νέου τον Ιούνιο, όπου η Κροφτ πιστεύει πως θα θέσουν επί τάπητος την περαιτέρω στρατηγική τους για το υπόλοιπο έτος.
«Όταν κάποιος αναλογιστεί τις κινήσεις της Ρωσίας, το Κρεμλίνο προχωρά σε ακούσιες μειώσεις της παραγωγής, οι οποίες στην πραγματικότητα οφείλονται στις κυρώσεις. Το ζήτημα είναι η στρατηγική που θέλουν να ακολουθήσουν η Σαουδική Αραβία και οι λοιπές χώρες του Περσικού και όχι αυτή της Ρωσίας η οποία δεν παίζει πια ηγετικό ρόλο στο γκρουπ», υπογράμισε η Κροφτ.
«Καμπάνακι» από την ΙΕΑ
Βάσει νέα ανακοίνωσης του ΙΕΑ, όμως, η ανισορροπία προσφοράς-ζήτησης η οποία θα δημιουργηθεί σύντομα μπορεί να πλήξει τα νοικοκυριά: «Η ισορροπία αυτή κλυδωνιζόταν ήδη το β’ εξάμηνο του έτους, με πιθανότητα δημιουργίας έλλειψης προσφοράς. Οι πρόσφατες αποφάσεις του ΟΠΕΚ+ αυξάνουν την πιθανότητα αυτή, αυξάνοντας παράλληλα και τις τιμές του πετρελαίου. Οι καταναλωτές οι οποίοι ήδη “πολιορκούνται” από τον πληθωρισμό ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με νέα αύξηση του κόστους διαβίωσής τους, ιδιαίτερα στις αναδυόμενες οικονομίες. Παράλληλα, η παραγωγή των ΗΠΑ η οποία κάποτε αντιστάθμιζε τις κινήσεις του ΟΠΕΚ+ παραμένει μειωμένη λόγω προβλημάτων στην εφοδιαστική της αλυσίδα».
Εκτός αυτού, η κυβέρνηση Μπάιντεν αρχικά προσηλωνόταν στην ενεργειακή μετάβαση, ενώ έχει πια άρει τις νέες άδειες για εκμετάλλευση κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου στις ΗΠΑ, αναθεωρώντας -παράλληλα- τις υπάρχουσες εκδομένες άδειες των πετρελαϊκών. Ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει πολλάκις κατηγορήσει τις εταιρείες αυτές πως απολαμβάνουν υπερκέρδη, υπογραμμίζοντας πέρυσι πως «η ExxonMobil έχει βγάλει περισσότερα χρήματα από τον Θεό».
Η Κροφτ, από την πλευρά της, υπογραμμίζει πως ο Μπάιντεν έχει εξαναγκαστεί να αναθεωρήσει τη στρατηγική του λόγω των αυξημένων τιμών στα πρατήρια τα οποία έχει δημιουργήσει η ενεργειακή κρίση και η έλλειψη πετρελαϊκής παραγωγής και διυλισμένων προϊόντων.
Διαβάστε ακόμη
«Πράσινες» οι πιο ανθεκτικές επενδύσεις της χρονιάς
ΕΝΦΙΑ 2023: Ξεκίνησε η ανάρτηση των εκκαθαριστικών – Σε 10 δόσεις η πληρωμή
Γερμανία: Απεριόριστες διαδρομές, σχεδόν δωρεάν – Τι αλλάζει από την 1η Μαΐου
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ