Μπορεί η αμερικανική διπλωματία να διαψεύδει κατηγορηματικά ότι οι ΗΠΑ ξεκινούν ένα νέο ψυχρό πόλεμο με την Κίνα, αλλά η διάσκεψη της Ομάδας των Επτά πιο ανεπτυγμένων χωρών στην Κορνουάλη τροφοδότησε ξανά τη σχετική φιλολογία.

Η πρώτη επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στην Ευρώπη του έδωσε την ευκαιρία να θέσει επί τάπητος τη στρατηγική της κυβέρνησής του στη διεθνή σκακιέρα, στόχος της οποίας είναι ένας: Να αντιμετωπιστεί η ανάδυση της Κίνας στη διεθνή σκηνή.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες υποδέχθηκαν με ανακούφιση τον «φιλικό» Μπάιντεν, ο οποίος, σε αντίθεση με τον συγκρουσιακό Ντόναλντ Τραμπ έτεινε χείρα συνεργασίας και ομονοιας.

Στο πλαίσιο αυτό όλοι συμφώνησαν ότι δεν είναι καιρός για λιτότητα και ότι πρέπει να συνεχιστούν οι δαπάνες στήριξης της οικονομίας, ενέκριναν τον παγκόσμιο εταιρικό φόρο 15% και αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα νέο «πράσινο σχέδιο Μάρσαλ» για τις αναπτυσσόμενες χώρες, προκειμένου να τις εμποδίσουν να πέσουν στη σφαίρα επιρροής του Πεκίνου.

Τη Σύνοδο της Κορνουάλης συγκάλεσε ο Βρετανός Μπόρις Τζόνσον, ως ο πιστός, «ξεχωριστός σύμμαχος» των ΗΠΑ για να δώσει την ευκαιρία στον Τζο Μπάιντεν να προσεταιριστεί τους Ευρωπαίους στην προσπαθειά του να αναχαιτίσει την Κίνα.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν τοποθετεί την αντιπαράθεση με την Κίνα και δευτερευόντως με τη Ρωσία, στο πεδίο της δημοκρατίας και των ιδεών. Ο ίδιος μιλάει για μάχη μεταξύ δημοκρατικών και αυταρχικών καθεστώτων  και υποδεικνύει κινεζικές δραστηριότητες οι οποίες, κατά την αμερικανική εκδοχή, τραυματίζουν τη διεθνή τάξη.

Ωστόσο, στην Κορνουάλη, το βάρος των συζητήσεων έπεσε τελικά στο εμπόριο με τους «7» να συμφωνούν ότι η Κίνα καταφεύγει σε «αθέμιτες πρακτικές» τις οποίες πρέπει να αντιμετωπίσουν.

Άλλωστε τα στοιχεία «μιλάνε» από μόνα τους και δείχνουν ότι ο μεγάλη στρατηγική απειλή που διαβλέπουν οι ΗΠΑ είναι η παγκόσμια οικονομική επέλαση της Κίνας η οποία θα υπερσκελίσει τις ΗΠΑ αλλά και την Ευρώπη εάν τα πράγματα ακολουθήσουν τις σημερινές τάσεις.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ε.Ε., τις οποίες αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την εξωτερική πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ, η Ευρώπη πριν τριάντα χρόνια είχε το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ, αλλά υπολογίζεται ότι σε 20 χρόνια θα αντιπροσωπεύει μόνο το 11% και θα βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με την Ινδία. Η Κίνα σε 20 χρόνια θα έχει το διπλάσιο ποσοστό, ενώ οι ΗΠΑ το 14%.

Η κινεζική επέλαση θεωρείται στρατηγική απειλή για τις ΗΠΑ και αυτή περιλαμβάνεται σε όλα τα επίσημα κείμενα της αμερικανικής διπλωματίας τα τελευταία 10 χρόνια, ανεξάρτητα από τους επιμέρους τόνους που υιοθετεί ο εκάστοτε πρόεδρος.

Αυτός είναι προφανώς και ο λόγος που η δεύτερη κίνηση του προέδρου Μπάιντεν -ύστερα από την ανακοίνωση των μεγάλων δημοσίων δαπανών στο εσωτερικό- είναι η έκκληση στους δυτικούς εταίρους των ΗΠΑ να ενισχύσουν τη διεθνή δράση τους απέναντι στην Κίνα.

Η G7 δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1970 για να συντονιστούν στην αντιμετώπιση της πετρελαϊκής κρίσης οι τότε επτά πλουσιότερες χώρες: ΗΠΑ,  Καναδάς, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο. Οι χώρες αυτές αντιπροσώπευαν τότε μόνες τους το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 80% του παγκόσμιου εισοδήματος (ΑΕΠ). Τώρα οι ίδιες χώρες αντιπροσωπεύουν το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Στις συναντήσεις της G7 μετέχει και η Ε.Ε.

Η ανάδυση των αναπτυσσομένων χωρών και η αυξανόμενη οικονομική σημασία τους άλλαξε τα δεδομένα. Το 1997 η Ρωσία έγινε δεκτή στο «κλαμπ» που μετονομάστηκε σε G8, μέχρι το 2014 που η τελευταία «αποβλήθηκε» μετά την προσάρτηση της Κριμαίας.

Στο μεταξύ δημιουργήθηκε η G20, όπου συμμετέχουν και  χώρες από την Ασία, την Αφρική και την Λατινική Αμερική, όπως η Κίνα, η Ινδία, Βραζιλία, Ινδονησία, Μεξικό, Νότια Αφρική, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Αργεντινή, Αυστραλία, Νότια Κορέα, Τουρκία, και βέβαια τα μέλη της G7 με την Ε.Ε. Οι 20 αυτές χώρες αντιπροσωπεύουν τα ⅔ του παγκόσμιου πληθυσμού και το 80% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Τα δεδομένα αυτά εξηγούν και τις αποφάσεις που έλαβαν οι «7» σε σχέση με την οικονομία. Συμφώνησαν να χρηματοδοτήσουν ένα πρόγραμμα επενδύσεων σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, έτσι ώστε να τους δώσουν ένα κίνητρο να μην ενταχθούν στο αντίστοιχο κινέζικο πρόγραμμα το οποίο το Πεκίνο προωθεί τα τελευταία χρόνια.

Το σχέδιο, που θυμίζει το «Σχέδιο Μάρσαλ» με το οποίο οι ΗΠΑ στήριξαν την Ευρώπη μεταπολεμικά, θα είναι το αντίπαλον δέος του αντίστοιχου κινεζικού σχεδίου «Ένας δρόμος μια ζώνη», το οποίο προβλέπει χαμηλότοκα δάνεια και επιδοτήσεις για έργα υποδομής σε χώρες της Ευρώπης και της Ασίας, με στόχο να δημιουργηθεί ένας ενιαίος ζωτικός Ευρασιατικός οικονομικός χώρος υπό την επιρροή, βέβαια του Πεκίνου.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες  από την Κορνουάλη που δημοσιεύτηκαν στο διεθνή τύπο, το σχέδιο της G7, παρότι δεν περιλαμβάνει ακόμη λεπτομέρειες, προβλέπει ότι θα χρηματοδοτηθούν επενδύσεις στον τομέα της πράσινης οικονομίας, έτσι ώστε  να δημιουργηθεί μια νέα παγκόσμια συμμαχία για το κλίμα η οποία θα επιτρέψει στις αναπτυσσόμενες χώρες να χρηματοδοτήσουν σημαντικά πρότζεκτ με δυτικά χρήματα, έτσι ώστε να «σνομπάρουν» το αντίστοιχο κινεζικό πρότζεκτ και να μην ενταχθούν στη σφαίρα επιρροής του Πεκίνου.

Το σχέδιο αυτό, εντάσσεται στην ευρύτερη λογική των ΗΠΑ, οι οποίες, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ από την Κορνουάλη, έπεισαν τους Ευρωπαίους ηγέτες που συμμετείχαν ότι δεν είναι τώρα καιρός για οικονομική λιτότητα και οι δαπάνες προς όφελος της ανάκαμψης θα πρέπει να συνεχιστούν διεθνώς και μετά την πανδημία.

Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ αυτά, οι άλλοι ηγέτες συμφώνησαν με την άποψη Μπάιντεν ότι τα μέτρα οικονομικής ενίσχυσης θα πρέπει να συνεχιστούν, ενώ ενέκριναν και τη συμφωνία για παγκόσμιο ελάχιστο εταιρικό φόρο 15% που έλαβαν προ ημερών οι υπουργοί Οικονομικών του G7.

Διαβάστε ακόμη:

Κώστας Σάκκαρης: Η Αγγελική, η Μαρία και η Victory

Ρύθμιση οφειλών: Αυτοί είναι οι όροι για 240 και 420 δόσεις για χρέη

e-ΕΦΚΑ – ΟΑΕΔ: Όλες οι πληρωμές έως τις 18 Ιουνίου – Ποια αναδρομικά καταβάλλονται